«O Αντώνης Σαμαράς, με τη σημερινή συνέντευξή του, θέτει εαυτόν, για δεύτερη φορά μετά το 1993, εκτός Νέας Δημοκρατίας. Εξάλλου, αυτό επεδίωξε. Αυτή τη φορά, όμως, η ιστορία δεν θα επαναληφθεί».
Με τη φράση αυτή ο Παύλος Μαρινάκης έδειξε την πόρτα της εξόδου στον πρώην πρωθυπουργό, αλλά και θύμισε τα όσα είχαν γίνει πριν από 32 χρόνια. Ήταν στο μακρινό – και ταραχώδες – 1992, που ήρθε η πρώτη αποχώρηση Σαμαρά, ύστερα από τη μετωπική σύγκρουσή του με τον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη για το «μακεδονικό».
Η αναφορά του κυβερνητικού εκπροσώπου στο 1993 έχει να κάνει βεβαίως με την ίδρυση νέου κόμματος, της Πολιτικής Άνοιξης από τον Αντώνη Σαμαρά, η οποία πυροδότησε αποχωρήσεις και άλλων βουλευτών της ΝΔ, οδηγώντας τελικά σε πτώση της κυβέρνησης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Η αποχώρησή του από το κόμμα είχε έρθει λίγους μήνες νωρίτερα, στα τέλη του 1992.
Τόσο τότε όσο και σήμερα είναι η διάσταση θέσεων στα εθνικά θέματα, που οδηγούν Αντώνη Σαμαρά και Νέα Δημοκρατία σε δρόμους χωριστούς. Και ενώ τότε είχε αποφασίσει ο ίδιος την έξοδό του από το κόμμα (αφού αποπέμφθηκε από υπουργός Εξωτερικών), το δεύτερο διαζύγιο είναι απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Ας θυμηθούμε λοιπόν τι είχε γίνει τότε και πώς επέστρεψε στο κόμμα τελικά ο Μεσσήνιος πολιτικός πριν από 20 χρόνια, για να βρεθεί και πάλι εκτός με απόφαση του πρωθυπουργού. Αυτή τη φορά μάλλον οριστικά.
Το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών και η αποπομπή από την κυβέρνηση
Ο κ. Σαμαράς τίθεται εκτός ΝΔ σήμερα εξαιτίας των σφοδρότατων πυρών που εξαπέλυσε για τους χειρισμούς της κυβέρνησης κυρίως στα ελληνοτουρκικά. Πριν από τρεις δεκαετίες ήταν το λεγόμενο μακεδονικό, ονοματολογικό ζήτημα εκείνο που έφερε τη ρήξη.
Στις 13 Απριλίου 1992, συγκλήθηκε το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών για το φλέγον αυτό εθνικό θέμα πό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Καραμανλή. Στη σύσκεψη αυτή από τη θέση του υπουργού Εξωτερικών ο Αντώνης Σαμαράς παρουσίασε σημείωμα με 7 σημεία δράσης, τα οποία διαφοροποιούνταν σαφώς από την κυβερνητική γραμμή.
Η πρωτοβουλία του αυτή πυροδότησε την έντονη αντίδραση τόσο του Προέδρου της Δημοκρατίας όσο και του πρωθυπουργού, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε ο Κ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε την αποπομπή Σαμαρά από την κυβέρνηση και ανέλαβε ο ίδιος το υπουργείο Εξωτερικών.
Στο διάστημα από το 1992 έως και το τέλος της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ο Αντώνης Σαμαράς διατήρησε τις απόψεις του επί της εξωτερικής πολιτικής. Τον Οκτώβριο εκείνου έτους παραιτήθηκε από τη βουλευτική του έδρα και αποχώρησε από τη Νέα Δημοκρατία.
Η ίδρυση νέου κόμματος, ο Συμπιλίδης και η πτώση της κυβέρνησης
Στις 30 Ιουνίου 1993 ίδρυσε την Πολιτική Άνοιξη (ΠΟΛ.ΑΝ.), ένα κόμμα που κινήθηκε δεξιότερα της ΝΔ και έδινε έμφαση στα εθνικά θέματα και κυρίως στο «μακεδονικό». Τον ακολούθησαν κορυφαία στελέχη της ΝΔ, όπως Νικήτας Κακλαμάνης, ο Ανδρέας Λεντάκης, ο Άκης Γεροντόπουλος, ο Στάθης Παναγούλης και άλλοι.
Οι πρώτοι βουλευτές που αποχώρησαν από τη ΝΔ και προσχώρησαν στην Πολιτική Άνοιξη, τον Σεπτέμβριο του 1993, διατηρώντας τη βουλευτική τους έδρα, ήταν ο Στέφανος Στεφανόπουλος, βουλευτής Ηλείας, και ο Γιώργος Συμπιλίδης, βουλευτής Κιλκίς. Το όνομα του τελευταίου έχει ακουστεί έντονα το τελευταίο διάστημα, με αφορμή τις αποχωρήσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ και τις κατηγορίες περί «αποστασίας».
Με την αποχώρηση του Γιώργου Συμπιλίδη η Νέα Δημοκρατία απώλεσε τη δεδηλωμένη, έχοντας μόνο 150 έδρες στην κοινοβουλευτική της ομάδα. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης αναγκάστηκε να προκηρύξει πρόωρες εκλογές για τον Οκτώβριο του 1993.
Η εκλογή Στεφανόπουλου
Την άνοιξη του 1995, ενόψει της λήξης της δεύτερης προεδρικής θητείας του Κωνσταντίνου Καραμανλή, επέκειτο νέα εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Για να εκλέξει Πρόεδρο και να αποφύγει τις εκλογές διατηρώντας την κυβέρνησή του, ο Ανδρέας Παπανδρέου χρειαζόταν τουλάχιστον 180 ψήφους από τις 300 της Βουλής. Ο τότε πρωθυπουργός ήρθε τελικά σε συμφωνία με την Πολιτική Άνοιξη με στόχο να εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας ο πρώην Υπουργός Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος, στηριζόμενος με τον συνδυασμό των ψήφων του ΠΑΣΟΚ και της Πολιτικής Άνοιξης, όπως και έγινε.
Αυτό έφερε σε δύσκολη θέση τη Νέα Δημοκρατία, υπό την προεδρία του Μιλτιάδη Έβερτ, η οποία αποζητούσε να διεξαχθούν εκλογές με σκοπό την εκμετάλλευση της ραγδαίας πτώσης της δημοτικότητας της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Ο Μιλτιάδης Έβερτ και πολλά στελέχη της Ν.Δ. επιτέθηκαν με βαρύτατες εκφράσεις κατά του Σαμαρά μετά την εκλογή Στεφανόπουλου.
Επιστροφή στην ΝΔ και ανάδειξη στην ηγεσία
Στις βουλευτικές εκλογές του 2000 η Πολιτική Άνοιξη δεν συμμετείχε και ο Αντώνης Σαμαράς υποστήριξε δημόσια τη Νέα Δημοκρατία. Στις 13 Μαΐου 2004, η Πολιτική Άνοιξη διαλύθηκε και επισήμως και ο Αντώνης Σαμαράς εντάχθηκε και πάλι στη Νέα Δημοκρατία.
Συμμετείχε μάλιστα στο ψηφοδέλτιό της στις ευρωεκλογές του 2004, στις οποίες εξελέγη ευρωβουλευτής. Τη θέση αυτή κατείχε μέχρι το 2007, οπότε και έθεσε υποψηφιότητα και εξελέγη βουλευτής Μεσσηνίας με τη Νέα Δημοκρατία. Στον ανασχηματισμό της 7ης Ιανουαρίου 2009, τοποθετήθηκε στη θέση του Υπουργού Πολιτισμού, θέση που διατήρησε έως τις 7 Οκτωβρίου 2009.
Μετά την ήττα της Νέας Δημοκρατίας στις βουλευτικές εκλογές του 2009, ο Κώστας Καραμανλής ξεκίνησε διαδικασίες εκλογής νέου αρχηγού του κόμματος. Μετά από διαβουλεύσεις, για πρώτη φορά στην ιστορία του κόμματος η εκλογή θα γινόταν με ανοικτή διαδικασία από τα μέλη του, πράγμα που είχε εισηγηθεί από το 2000 η Ντόρα Μπακογιάννη.
Στις 15 Οκτωβρίου 2009, ο Αντώνης Σαμαράς ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του για την προεδρία. Ξεκίνησε ως αουτσάιντερ, αλλά μετά την υποστήριξη του Δημήτρη Αβραμόπουλου, που απέσυρε τη δική του υποψηφιότητα, πέρασε μπροστά στις δημοσκοπήσεις έναντι της Ντόρας Μπακογιάννη.
Στις εσωκομματικές εκλογές που διεξήχθησαν στις 29 Νοεμβρίου 2009 εξελέγη αρχηγός του κόμματος, με ποσοστό 50,06% έναντι 39,72% της Ντόρας Μπακογιάννη και 10,22% του Παναγιώτη Ψωμιάδη.
Ακολούθησαν η περίοδος των μνημονίων, οι εκλογές του 2012 και η εκλογή του στη θέση του πρωθυπουργού.
Από το email Χαρδούβελη στην εκλογική ήττα
Τον Δεκέμβριο του 2014 διέρρευσε το περιβόητο «email Χαρδούβελη», που περιλάμβανε νέα μέτρα ύψους περίπου 1 δις ευρώ. Προκλήθηκε σάλος.
Στις 29 Δεκεμβρίου 2014, αμέσως μετά την τρίτη και τελευταία αποτυχημένη ψηφοφορία στη Βουλή για την εκλογή νέου Προέδρου της Δημοκρατίας, ο Αντώνης Σαμαράς ανακοίνωσε την διεξαγωγή πρόωρων εκλογών για τις 25 Ιανουαρίου 2015. Η Νέα Δημοκρατία ήρθε δεύτερη σε ψήφους πίσω από τον ΣΥΡΙΖΑ με αρχηγό τον Αλέξη Τσίπρα.
Στις 26 Ιανουαρίου 2015, υπέβαλλε την παραίτησή του στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κάρολο Παπούλια, και παρέμεινε πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας και αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Στις 5 Ιουλίου 2015, μετά τη συντριπτική νίκη του «ΟΧΙ» στο δημοψήφισμα ο Σαμαράς υπέβαλε την παραίτησή από την αρχηγία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Προσωρινός πρόεδρος ορίστηκε ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, πριν αναλάβει επίσημα τη προεδρία ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Έκτοτε οι σχέσεις των δύο ανδρών πέρασαν από 40 κύματα. Η ολική ρήξη εδώ και καιρό φαινόταν αναπόφευκτη.
Οι συνεχείς βολές και η διαγραφή
Η συνέντευξη του Αντώνη Σαμαρά στο Βήμα, στην οποία έκανε λόγο για «χαριεντίσματα με Ράμα και Ερντογάν» και ζητούσε παραίτηση Γεραπετρίτη, προκάλεσε την οργή του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος αφού πραγματοποίησε σύσκεψη με στενούς συνεργάτες του, αποφάσισε τη διαγραφή.
Δεν ήταν η πρώτη φορά που οι δύο άνδρες ήρθαν σε σύγκρουση. Ο Αντώνης Σαμαράς είχε επανειλημμένα τον τελευταίο χρόνο ασκήσει σκληρή κριτική στον Κυριάκο Μητσοτάκη, με αποκορύφωμα την ομιλία στο Πολεμικό Μουσείο.
Οι σχέσεις μεταξύ του πρώην και του νυν πρωθυπουργού επιδεινώθηκαν μετά την απουσία του Αντώνη Σαμαρά από το street party της Ρηγίλλης για τα 50 χρόνια από την ίδρυση της ΝΔ. Ακόμη περισσότερο μετά την αναφορά του Κυριάκου Μητσοτάκη για τους «χαριεντισμούς του με τον Νίκο Παππά» και την απάντηση του Αντώνη Σαμαρά «να αφήσει τους χαριεντισμούς με τον Ερντογάν».
Σχολιάζοντας τη διαγραφή του ο Αντώνης Σαμαράς εγκαλεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη για «έλλειψη ψυχραιμίας» και «αλαζονεία». Κυβερνητικές πηγές σχολιάζουν ότι τα μηνύματα που παίρναμε από όλα τα στελέχη της ΝΔ, ήταν «μην τον ανέχεστε άλλο».
Διαβάστε ακόμη:
→Α. Λατινοπούλου για διαγραφή Σαμαρά: «Δεν διαγράφεται η ιστορία, κ. πρωθυπουργέ»