Skip to main content

Ο ελληνοκεντρικός αφορισμός της woke κουλτούρας

Χρειάζεται μια αυτοσυγκράτηση πριν φτάσουμε στους «αφορισμούς», με τη σκέψη ότι αυτό θα δώσει δημοσκοπικούς ή εκλογικούς πόντους

Το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών είναι πράγματι σημαντικό και φυσικά δεν μπορεί να αφήσει μια χώρα της ανατολικής Μεσογείου, όπως είναι η Ελλάδα, αδιάφορη.

Υπήρξε χωρίς καμία αμφιβολία ένας καταιγισμός αναλύσεων γύρω από τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ ή ενδεχομένως και γύρω από τα αίτια της ήττας των Δημοκρατικών και της Κάμαλα Χάρις.

Σε άλλες εποχές, το πιθανότερο είναι πως οικονομολόγοι και κοινωνιολόγοι να διατύπωναν απόψεις όπως «στις ΗΠΑ ευημερούν οι αριθμοί, αλλά όχι οι πολίτες».

Εδώ είναι, όμως, το οξύμωρο. Απειροελάχιστα εστίασαν οι αναλυτές και περισσότερο ο εκτός Αμερικής πολιτικός κόσμος στα ζητήματα οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων, τα οποία μπορούν να οδηγήσουν σε κοινωνική αποδοκιμασία και εκλογική ήττα.

Ξαφνικά, μετά τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ και την επάνοδό του στο τιμόνι των ΗΠΑ, έχει καταγραφεί μια στροφή κατά κύριο λόγο των ακροδεξιών και κεντροδεξιών δυνάμεων του ευρωπαϊκού χώρου σε μια υπερανάλυση της woke κουλτούρας.

Οι Ρεπουμπλικάνοι ταύτισαν σε όλη την προεκλογική εκστρατεία της woke κουλτούρας με ένα είδος «προοδευτικού καθεστωτισμού» που «απειλεί» παραδοσιακές αξίες και δομές.

Αυτό το κύμα, όπως ήταν φυσικό δεν άφηνε ανεπηρέαστη και την «ψωροκώσταινα».

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στο πλαίσιο ανοιχτής συζήτησης με τον Γάλλο φιλόσοφο και συγγραφέα Πασκάλ Μπρυκνέρ,  αναφέρθηκε στο ζήτημα της woke κουλτούρας, λέγοντας τα εξής: «Φοβάμαι ότι η υποχρέωση να ακούς έχει χαθεί στην αποκαλούμενη woke κουλτούρα στις ΗΠΑ, όπου ομάδες επιδιώκουν να προωθήσουν τη διχόνοια, τον θυμό και τη σύγκρουση, όπου ο λόγος δεν χρησιμοποιείται τόσο για τη διατύπωση επιχειρημάτων όσο για να προκληθεί ο άλλος. Αυτό, κατά την άποψή μου, είναι κάτι πολύ διαφορετικό από τον παραδοσιακό φιλελευθερισμό. Είναι στην ουσία ο ορισμός του ανελευθερισμού (illiberalism), όπου μία μειοψηφία προσπαθεί να επιβληθεί της πλειοψηφίας».

Και, μάλιστα, πρόσθεσε: «Η έννοια της τυραννίας της πλειοψηφίας προωθήθηκε από τον John Stuart Mill προκειμένου να διασφαλιστεί ότι στις δημοκρατίες υπάρχει ένα πλαίσιο προστασίας των δικαιωμάτων των μειοψηφιών. Τώρα βρισκόμαστε σε άλλο επίπεδο, έχουμε την τυραννία των μειοψηφιών, οι οποίες δεν επιτρέπουν σε οποιονδήποτε να αμφισβητήσει την άποψή τους. Εάν τολμήσεις να εκφράσεις αμφιβολίες για τη γνώμη τους σε ‘’βαφτίζουν’’ φασίστα, υποστηρικτή της πατριαρχίας, ή οτιδήποτε άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς».

Το πρόβλημα με την προσέγγιση του πρωθυπουργού, όπως και άλλων συντηρητικών δυνάμεων, είναι πως τέτοιου είδους υπεραπλουστευμένες προσεγγίσεις ενέχουν κινδύνους κοινωνικής έκρηξης και απόλυτου διχασμού.

Είναι κίνηση υψηλού ρίσκου, ιδιαίτερα αν διαθέτει κανείς θεσμικό ρόλο, να χρήσεις ως πλειοψηφία ή μειοψηφία το ένα ή το άλλο ρεύμα, ενώ στην περίπτωση του Κυριάκου Μητσοτάκη προκαλεί εντύπωση – δυσάρεστη – πώς βιάστηκε να αφορίσει τόσο γρήγορα κάθε τι που ορίζεται ως «woke».

Το αν επικράτησε μια επικοινωνιακή πολιτική, γιατί περί αυτού πρόκειται, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα αποδώσει καρπούς σε μια άλλη ήπειρο ή σε μια χώρα ή, χειρότερα, δεν θα φέρει στο προσκήνιο πιο ακραίες φωνές στο προσκήνιο.

Χρειάζεται, λοιπόν, μια αυτοσυγκράτηση πριν φτάσουμε στους «αφορισμούς», με τη σκέψη ότι αυτό θα δώσει δημοσκοπικούς ή εκλογικούς πόντους. Γιατί το «ξέπλυμα» του Τραμπισμού ίσως ανοίξει τον δρόμο στους χειρότερους εφιάλτες μας.

Διαβάστε ακόμη:

Μητσοτάκης για εκλογές ΗΠΑ: Οικονομία, μεταναστευτικό και woke ατζέντα έπαιξαν ρόλο

Ν. Ανδρουλάκης: Το ΠΑΣΟΚ παίζει ξανά πρωταγωνιστικό ρόλο – Το κόμμα του κ. Μητσοτάκη είναι γεμάτο τραμπικούς