Ήταν Οκτώβριος του 1995. Το ΠΑΣΟΚ ήταν μεν κυβέρνηση αλλά δεν διήνυε τις πιο ανέφελες στιγμές του.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, καταβεβλημένος από τα προβλήματα υγείας που είχαν ήδη αρχίσει να εμφανίζονται το 1988, αντιμετώπιζε μια όχι και τόσο υπόγεια εσωκομματική αμφισβήτηση, εκπεφρασμένη κυρίως στην λεγόμενη ομάδα των «τεσσάρων»:
Όπου τέσσερις, οι Κώστας Σημίτης, Παρασκευάς Αυγερινός, Θόδωρος Πάγκαλος, και Βάσω Παπανδρέου.
Πρόκειται για την πολιτική συνάθροιση που θα οδηγούσε, όχι πολύ καιρό αργότερο, στην «εκσυχρονιστική» τάση του ΠΑΣΟΚ.
Από μόνη της η ομάδα συνιστούσε πράξη αμφισβήτησης του Ανδρέα Παπανδρέου.
Στο παρελθόν, ανάλογα επεισόδια, συνήθως κατέληγαν στην εκπαραθύρωση του αντιφρονούντος στελέχους. Για να θυμηθούμε την κομματική αργκό των 80’s, ήταν τα στελέχη εκείνα που «έθεταν εαυτόν εκτός Κινήματος».
Όμως τούτη τη φορά τα πράγματα ήταν διαφορετικά.
Η ομάδα των τεσσάρων έμοιαζε να αποτελεί μια πολύ διαφορετική περίπτωση και η Ιστορία σύντομα απέδειξε ότι έτσι ήταν.
Τον Οκτώβριο του 1995 λοιπόν, στη Συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής στο Κάραβελ, υπήρξε μια στιγμή μάλλον αδιανόητη για την ιστορική σκηνοθεσία του ΠΑΣΟΚ.
Πιεσμένος από την ογκούμενη αμφισβήτηση της ομάδας που ήθελε να ξεκινήσει η συζήτηση για την επόμενη μέρα στο ΠΑΣΟΚ, ο Ανδρέας, δεν εφείσθη βολών:
Αν πιστέψουμε τους πιστούς ερανιστές της πασοκικής ιστορίας αλλά και τα βίντεο της εποχής, οι φράσεις του μεταξύ άλλων, ανέφεραν:
«Δεν ξέρω ποιος ανέχθηκε ποιον όλα αυτά τα χρόνια. Γνωριζόμαστε καλά μεταξύ μας: ουδείς αναμάρτητος».
«Μικρός κύκλος κεντρικών στελεχών που γίνεται κύκλος αυτοκαταστροφής».
Και κορύφωσε την αντεπίθεσή του λέγοντας:
«Όσοι αναζητούν έναν Ανδρέα Παπανδρέου Πρωθυπουργό και πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ υπό περιορισμό, επιτροπεία, κηδεμονία ή δεν ξέρω τι άλλο να τον αναζητήσουν αλλού. Εγώ δεν προσφέρομαι».
Η Βάσω Παπανδρέου ένιωσε να «φωτογραφίζεται».
Και παρότι ήταν από την αρχή συμφωνημένο να μην υπάρξουν ομιλίες, έφθασε στα όρια της έκρηξης.
Σηκώθηκε από τη θέση της, διέσχισε με αποφασιστικό βήμα την αίθουσα -που είχε σχεδόν «παγώσει»- και άφησε ένα χαρτί μπροστά στον Ανδρέα Παπανδρέου.
«Εμμέσως πλην σαφώς αναφέρεσαι σε μένα και μου αποδίδεις προθέσεις που δεν έχουν σχέσεις με τις προθέσεις μου. Ζητώ τον λόγο επί προσωπικού», έγραφε το χαρτί.
Ο Ανδρέας αρκέστηκε σε ένα ευγενές και χαμηλόφωνο «μάλιστα», χωρίς να εκδηλώσει περισσότερο εκνευρισμό.