Skip to main content

Ο  EuroAsia πέθανε, ζήτω ο Great Sea Interconnector, αλλά…

O κύβος ακόμη δεν ερρίφθη - Τι θέλει η Αθήνα, τι ζητάει η Λευκωσία και γιατί το έργο πρέπει οπωσδήποτε να γίνει

Δυο ημέρες πριν από την συνάντηση Μητσοτάκη-Χριστοδουλίδη, το Υπουργικό Συμβούλιο της Κυπριακής Δημοκρατίας, δια στόματος του Υπουργού Ενέργειας κ. Παπαναστασίου διεμήνυσε ότι άναψε το πράσινο φως για συμμετοχή στο έργο Great Sea Interconnector. Το διάγγελμα δεν φαίνεται να ικανοποίησε την Αθήνα η οποία περίμενε συγκεκριμένες αναφορές για δέσμευση της Κύπρου στη μετοχική συμμετοχή και στο ρυθμιστικό πλαίσιο, δημιουργώντας έτσι καινούργιες παρατάσεις που δίνουν κατά κάποιο τρόπο συνέχεια στην αναστάτωση που επικρατεί αυτές τις ημέρες για το καλώδιο που στόχο έχει να διασυνδέσει ηλεκτρικά την Κύπρο με την Κρήτη.

Οι διαπραγματεύσεις όμως πρέπει να οδεύσουν προς ολοκλήρωση, ό,τι και να λένε οι δύο πλευρές.

Τις τελευταίες εβδομάδες, βγήκαν στη φόρα πολλά στερεότυπα και πεποιθήσεις, ανασύρθηκαν από τα χρονοντούλαπα μέχρι και οι ιστορίες των S-300 που εν τέλει τοποθετήθηκαν στον Άγιο Νικόλαο Κρήτης, ενώ σημειώθηκαν και προσπάθειες χειραγώγησης της κοινής γνώμης σε Αθήνα και Κύπρο εκατέρωθεν με μισές αλήθειες που μόνο αν τις προσθέσει κανείς μπορεί να δει την εικόνα στην ολότητά της.

Κάποιοι βιάστηκαν να παρουσιάσουν ως λύση τη χρηματοδότηση του καλωδίου στην Κύπρο από το Ταμείο Ρύπων. Κάτι που ως λύση θύμισε τον Αισώπειο στίχο των αδελφών Κατσιμίχα στο άσμα «Η συνέλευση των Ποντικών». Αυτό που δεν απάντησαν λοιπόν όσοι πανηγύρισαν τη λύση αυτή είναι ποιος πληρώνει τον λογαριασμό στο ταμείο ρύπων, τη στιγμή που η πιο ρυπογόνος βιομηχανία του νησιού παραμένει η ίδια η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (ΑΗΚ). Και αυτό λόγω της μη έλευσης φυσικού 13 χρόνια μετά από την πρώτη ανακάλυψη αερίου στο Θαλασσοτεμάχιο 12. Ακόμη πιο κραυγαλέα είναι η μη έλευση γενικά αερίου για να σταματήσει επιτέλους το νησί να καίει πετρέλαιο. Ο καιρός όμως που η Κυπριακή Δημοκρατία μπορούσε να εξασφαλίζει την εξαίρεσή της (παρέα με τη Μάλτα) από τους Ευρωπαϊκούς κανονισμούς για τους ρύπους λόγω «ιδιάζουσας περίπτωσης», μικρού μεγέθους και γεωγραφίας, παρήλθε.

Κι όλα αυτά επιβεβαιώνονται στην πολυαναμενόμενη  Έκθεση Ντράγκι για την Ευρωπαϊκή Ανταγωνιστικότητα που βλέπει κατάματα τις στρεβλώσεις της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας, της οποίας οι τιμές ανεβαίνουν συνεχώς, όπως και τις επιπτώσεις για την οικονομική επιβίωση της γηραιάς Ηπείρου, που φαίνεται πλέον να γηράσκει μη διδασκόμενη. Κάνει ειδική μνεία σε «επενδύσεις σε υποδομές που είναι αργές και μη βέλτιστες, τόσο σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) όσο και σε δίκτυα». Και ενώ παραδέχεται ότι «οι κανόνες της αγοράς εμποδίζουν τις βιομηχανίες και τα νοικοκυριά να αξιοποιήσουν πλήρως τα οφέλη της καθαρής ενέργειας στους λογαριασμούς τους», καταλήγει στο ότι «οι κανόνες της ευρωπαϊκής αγοράς μεταβιβάζουν την αστάθεια στους τελικούς χρήστες σε ένα πλαίσιο χρονοβόρας και αβέβαιης διαδικασίας αδειοδότησης για νέα δίκτυα ενέργειας». Κάτι που θυμίζει την περίπτωση χρηματοδότησης του καλωδίου. Θα μπορούσαν τέτοια έργα να χρηματοδοτηθούν από τα 800 δις τον χρόνο που ζητάει ο κ. Ντράγκι με κοινή έκδοση ομολόγων, προκειμένου να ανταπεξέλθει η Ήπειρος στην ενεργειακή κρίση και να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητά της;

Η ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΛΩΔΙΟΥ

Το καλώδιο ξεκίνησε ως επινόηση κυπριακή με το όνομα EuroAsia Interconnector από το Νάσο Κτωρίδη, ο οποίος ενέταξε το πρότζεκτ στη λίστα των Έργων Κοινού Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος (PCI) με στόχο να συνδέσει Ισραήλ-Κύπρο-Κρήτη-Αττική. Το έργο βασικά πάτησε στη γραμμή που χάραξε και η Ένωση για τη Μεσόγειο, που οραματιζόταν τη δια θαλάσσης σύνδεση της Νότιας Ευρώπης με τη Βόρεια Αφρική μέσω καλωδίων Συνεχούς Ρεύματος Υπερυψηλής Τάσης (HVDC) για μεταφορά πράσινης ενέργειας, που θα παράγονταν  στη δεύτερη λόγω της ηλιοφάνειας και των απέραντων διαθέσιμων εκτάσεων εντός της ερήμου σε αντίθεση με τον πυκνοκατοικημένο Ευρωπαϊκό Νότο. Αν υπήρχε κάτι καινοφανές στον Euroasia ίσως αυτό να ήταν ότι μέσω του καλωδίου θα μοχλεύαμε αμερικανική γεωπολιτική στήριξη εξυπηρετώντας τον ευρύτερο ενεργειακό σχεδιασμό μας. Η μόχλευση αυτή εδράστηκε στην ανάγκη ενεργειακής ασφάλειας του Ισραήλ μέσω σύνδεσης του δικτύου του με την ηπειρωτική Ευρώπη. Αυτό που ενδιέφερε κυρίως όμως τους Ισραηλινούς, από τα χρόνια που ανακάλυψαν σημαντικά κοιτάσματα  φυσικού αερίου στις θάλασσές τους, ήταν να διοχετεύουν το πλεόνασμά της ενέργειας αυτής -είτε ως αέριο, είτε ως ηλεκτρισμό- στις ευρωπαϊκές αγορές. Τέτοια πράγματα φυσικά τα κάνουν πράξη χώρες που εργάζονται σε βάθος χρόνου, σε αντίθεση με Ελλάδα και Κύπρο που συνηθίζουν να αλλάζουν κατεύθυνση ανά τετραετία/πενταετία. Γιατί αν μετρήσουμε πόσες συναντήσεις (τριμερείς, τετραμερείς και βάλε) και πόσοι τόνοι μελάνι έχουν χυθεί  για έργα, γεωτρήσεις, αγωγούς σε σχέση με το τι έχει γίνει στην πράξη τα τελευταία 15 χρόνια, θα διαπιστώσουμε μια καταθλιπτική δυσαναλογία που αποδεικνύει την πλήρη εξάρτηση των δύο κρατών από ένα αόρατο χέρι (όχι του καπιταλισμού) που κάνει τα πάντα για να μην αποκτήσουμε ποτέ λόγο στο τι γίνεται στην περιοχή μας. Ας μην πάμε μακριά και ας αναλογιστούμε το πώς προέκυψε η ελληνική απουσία από τη Διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη, και πως αυτό θα το βρίσκουμε μπροστά μας τώρα με την επαναπροσέγγιση Τουρκίας και Αιγύπτου.

Γυρνώντας λοιπόν στα του καλωδίου, με την εξασφάλιση χρηματοδότησης από το Ευρωπαϊκό ταμείο CEF η Κύπρος έδειχνε πως διατηρούσε μια σχετική πρωτοβουλία για να υλοποιήσει ένα τέτοιο κολοσσιαίο για τα δεδομένα της έργο, τη στιγμή που τα υπόλοιπα έργα ενδιαφέροντος π.χ. Τερματικό LNG στο Βασιλικό, αγωγός φυσικού αερίου, EastMed  ακυρώνονταν δια αναβολής ή παρατάσεων. Δεν είναι τυχαίο που επιστρατεύτηκαν για τον σκοπό αυτό ο πρώην ΥΠΕΞ της Μεγαλονήσου κ. Κασουλίδης ως Πρόεδρος του Στρατηγικού Συμβουλίου και αργότερα και ο Νομπελίστας Χ. Πισσαρίδης ως Πρόεδρος του Οικονομικού Συμβουλίου του EuroAsia Interconnector.

Ακολούθως, φάνηκε να παίζεται ένα παιχνίδι ισχύος όπου ο ΑΔΜΗΕ αποφάσισε αρχικά να αποκόψει το κομμάτι που αφορούσε τη διασύνδεση Κρήτης-Αττικής με την ηπειρωτική Ελλάδα δια του έργου «ΑΡΙΑΔΝΗ». Και ο λόγος είναι ότι ο EuroAsia Interconnector Ltd δεν έδειξε ποτέ ότι είχε την οικονομική ευρωστία για να προχωρήσει στην υλοποίηση του τμήματος αυτού,  προκαλώντας καθυστερήσεις. Ο βραχίονας λοιπόν Αθήνας-Κρήτης αποφασίστηκε να χρηματοδοτηθεί ως έργο του κράτους της Ελλάδας για ενσωμάτωση του ηλεκτρικού συστήματος της Κρήτης στο Εθνικό Σύστημα Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΜΗΕ) και πολύ καλά έπραξε η Ελληνική κυβέρνηση εάν είναι έτσι τα δεδομένα.

Εδώ λοιπόν άρχισε να κτίζεται σιγά-σιγά η εμπειρία του ΑΔΜΗΕ, ο οποίος είχε ήδη ξεκινήσει να αποκτά νέες δυνατότητες στην άντληση κεφαλαίων αλλά και να συσσωρεύει εμπειρία ως συντονιστής έργων υποθαλάσσιων διασυνδέσεων, ουσιαστικά μέσω διορισμού υπεργολάβων για διασύνδεση νησιών του Αιγαίου με την ηπειρωτική Ελλάδα. Έτσι κάπως κτίστηκε και η σχέση του ΑΔΜΗΕ με την Nexans που ανέλαβε το έργο. Το εταιρικό προφίλ της εταιρίας ενισχύθηκε στην πορεία, ενώ οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως το ισχυρό ευρωπαϊκό πλαίσιο για τους Διαχειριστές αλλά και η παρουσία της State Grid «προστάτευσε» τον ΑΔΜΗΕ από αρκετές από τις κακές πρακτικές που εφαρμόζονται στις παραδοσιακές Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμούς (ΔΕΚΟ). Αναφέρομαι στις πρακτικές που εδράζονται κυρίως στην νεοελλαδική εσωστρέφεια και τις στρεβλώσεις της ελληνικής οικονομίας, θέματα που προέκυψαν από τη δημιουργία του Ελληνικού κράτους και έκτοτε διαιωνίζονται σε όλη την αλυσίδα της ελληνικής οικονομίας. Δυστυχώς πρέπει να παραδεχτούμε πως από την εκκίνηση της Οδύσσειας χρέους σε Ελλάδα και Κύπρο, πέραν του ότι έχουμε παραχωρήσει ένα σημαντικό τμήμα των υποδομών μας σε ξένους οργανισμούς υπό το μανδύα της εξυγίανσης, οι ελληνικοί οργανισμοί οι οποίοι υπό διαφορετικές συνθήκες θα μπορούσαν να διαγωνίζονται σε Βαλκάνια, Ανατολική Μεσόγειο, Μέση Ανατολή, βλ. Β. Ιράκ, περιορίστηκαν σε ρόλο παρατηρητή και κυρίως συμπαίκτη ξένων συμφερόντων για έργα αυστηρά εντός της ελλαδικής επικράτειας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η ανάπτυξη των δικτύων φυσικού αερίου στη γειτονική Αλβανία. Ένα τέτοιο έργο θα έπρεπε να το είχε διεκδικήσει δυναμικά ο ΔΕΣΦΑ ως «προέκταση» του ΕΣΦΑ, κι όχι η ιταλική SNAM (κύριος μέτοχος του ΔΕΣΦΑ). Υπάρχουν φυσικά και εξαιρέσεις όπως αυτή της ΔΕΗ στη Ρουμανία, αλλά αυτές φαίνεται να οφείλονται κυρίως σε συγκυρία σωστών επιλογών προσώπων τη σωστή στιγμή. Τότε η ΔΕΗ τελούσε υπό καθεστώς αβεβαιότητας και χρεωκοπίας. Μήπως αυτό επιβεβαιώνει ότι ο Έλληνας μόνο στον κίνδυνο μπορεί να σκεφτεί καθαρά;

Επιστρέφοντας στο  EuroAsia Interconnector, το έργο αφορά τώρα δυο διασυνοριακά έργα. Το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου-Κρήτης και της ηλεκτρικής διασύνδεσης  Κύπρου-Ισραήλ. Μετά τις καθυστερήσεις που προέκυψαν, το έργο κυνήγησε επίμονα και ανέλαβε ως φορέας υλοποίησης ο ΑΔΜΗΕ που το ¨ξαναβάπτισε” Great Sea Interconnector,  ενώ ο EuroAsia Interconnector αποσύρθηκε, μετά από δικαστικές προσφυγές κατά της ΡΑΕ kai καταγγελιών στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή περί παράβασης του ευρωπαϊκού Κανονισμού για τα PCI αξιώνοντας και λαμβάνοντας δια της εξόδου του 40 εκατομμύρια ευρώ. Τώρα ο ΑΔΜΗΕ βάζει και πάλι στο τραπέζι την option να εισέλθει η κυπριακή κυβέρνηση στο μετοχικό σχήμα. Ένα καλό ερώτημα για την κυπριακή κυβέρνηση είναι, αν υπάρχει κυπριακή κρατική εταιρεία η οποία θα μπορούσε να συνεταιριστεί με τον ΑΔΜΗΕ.

ΤΙ ΘΕΛΕΙ Η ΕΛΛΑΔΑ

Η Ελλάδα θέλει να υλοποιήσει το σημαντικό αυτό έργο, όπως κι άλλες διασυνδέσεις, ώστε να δημιουργήσει με υποδομές καλωδίων ένα κόμβο ενέργειας.  Θέλει να εξασφαλίσει ενεργειακή επάρκεια και ενεργειακή ασφάλεια για το δίκτυό της.

Αυτό θέλουν και οι σύμμαχοί μας, όπως η Αμερική, η οποία ενώ για πολλούς και διάφορους λόγους απέσυρε τη στήριξή της στον αγωγό φυσικού αερίου Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ EastMed, θεωρεί πως με τη στήριξη στο καλώδιο θα επαναφέρει την εικόνα του «deal maker» και όχι του «deal breaker». Άλλες διασυνδέσεις που βρίσκονται υπό συζήτηση είναι το έργο  GREGY  του ομίλου Κοπελούζου που θα συνδέσει Ελλάδα με Αίγυπτο, η διασύνδεση Green Aegean Interconnector με τη Γερμανία και η διασύνδεση με τη Σαουδική Αραβία. Άρα το Great Sea Interconnector θα αποτελέσει ένα εξαιρετικό έργο πάνω στο οποίο θα κτιστεί και θα αντληθεί εμπειρία για ανάπτυξη για τον ΑΔΜΗΕ, τους μετόχους του και την Ελληνική Κυβέρνηση που θα μας βοηθήσει  και στα υπόλοιπα μεγαλόπνοα έργα που θα ακολουθήσουν.

Ως μέρος της διαπραγματευτικής τακτικής πριν από τη συνάντηση με τον Πρόεδρο της Κύπρου έγιναν προσπάθειες από τον ΥΠΕΝ κ. Σκυλακάκη να καθησυχάσει την κυπριακή κοινή γνώμη ώστε ο Κύπριος καταναλωτής να μην βλέπει το καλώδιο ως ρίσκο και ζημιά μέσω της επιβάρυνσης των 125 εκατομμυρίων. Παραθέτοντας στοιχεία που δείχνουν  ότι «η μεγαβατώρα στην κυπριακή αγορά είναι 72 ευρώ ακριβότερη από την ελλαδική το 2024» ουσιαστικά είπε στον Κύπριο καταναλωτή ότι με το καλώδιο η Κύπρος θα εξασφαλίζει φθηνότερη ενέργεια σε σχέση με αυτήν που πληρώνει τώρα. Με αυτό τον τρόπο ουσιαστικά στοχοποίησε αυτούς που έκτισαν έργα ΑΠΕ στην Κύπρο και επωφελούνται από ένα περιβάλλον τιμών που προέκυψαν από το  θερμοκήπιο του υπερπροστατευτισμού της Αρχής Ηλεκτρισμού και της αδράνειας της ενεργειακής πολιτικής του νησιού. Σημειωτέον ότι η Κύπρος ανήκει στα κράτη τα οποία δεν έχουν καταθέσει στην Ε.Ε. Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ).

Μιλώντας για ΕΣΕΚ, η Ελλάδα αυτή τη στιγμή παράγει ηλεκτρισμό από φυσικό αέριο, λιγνίτη, υδροηλεκτρική ενέργεια, φωτοβολταϊκά, αιολικά, σύντομα από υπεράκτια αιολικά και άλλες πηγές.  Παρόλα αυτά πάσχει από κορεσμένα δίκτυα λόγω πεπαλαιωμένων δικτύων της ΔΕΗ που αυτή κληροδότησε σε ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ.

Σύμφωνα με τον «Σύνδεσμο Παραγωγών Ενέργειας με Φωτοβολταϊκά» στην Ελλάδα οι περικοπές θα φτάσουν στα επίπεδα του 26% στο τέλος της 10ετίας. Μόνο για τα φωτοβολταϊκά, αυτή τη στιγμή είναι ηλεκτρισμένα έργα συνολικής ισχύος άνω των 8 GW, ενώ μόνο για «βιομηχανικά PPAs» πρόκειται να κλειδώσουν ηλεκτρικό χώρο φωτοβολταϊκά πάρκα συνολικής ισχύος 2,4GW. Την ίδια στιγμή, υπάρχουν μονάδες ΑΠΕ (όλων των τεχνολογιών) που έχουν ήδη λάβει όρους σύνδεσης συνολικής ισχύος 15GW, ενώ είναι κατατεθειμένες αιτήσεις 45GW στον ΑΔΜΗΕ που αναμένουν όρους σύνδεσης. Όλα αυτά συνοψίζονται στο ότι η ακαθάριστη εγχώρια κατανάλωση ηλεκτρισμού αναμένεται το 2030 να κινηθεί στις 58TWh, κάτι που σημαίνει πως θα πλεονάζουν ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας 10,3TWh. Εκτός αυτού τα έργα που βρίσκονται συνδεδεμένα στην Υψηλή Τάση υφίστανται σημαντικά μεγαλύτερο «ψαλίδι» έναντι των έργων στη Μέση Τάση, γεγονός που πολλαπλασιάζεται σε μια περίοδο υψηλών περικοπών πράσινης ενέργειας.

Έτσι διαφαίνεται πως για την Ελληνική Κυβέρνηση διασυνδέσεις οι οποίες μπορούν να διοχετεύσουν την περίσσεια ενέργειας σε άλλες αγορές αποτελούν προτεραιότητα. Άρα σε μια υπεραπλουστευμένη προοπτική φαίνεται να συγκρούονται δύο λόμπι «ΑΠΕτζήδων». Οι πρώτοι διαμαρτύρονται για τις περικοπές που θα μεγαλώνουν όσο η Ελλάδα πλησιάζει το στόχο της σε εγκατεστημένη ισχύ που δήλωσε στο επικαιροποιημένο ΕΣΕΚ και οι δεύτεροι σε Κύπρο φοβούνται ότι θα τους πάρουν τη μπουκιά από το στόμα, μιας και δεν θα μπορούν πλέον να αποκομιζουν υπερκέρδη εν μέσω της υπερπροστασίας που τους δίνει το καθεστώς ενεργειακής απομόνωσης της Κύπρου. Μήπως θα αποτελούσε μια λύση το άνοιγμα της ελληνικής αγοράς στους «ΑΠΕτζήδες» της Κύπρου;

ΤΙ ΘΕΛΕΙ Η ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

Με την πλάτη στον τοίχο και απέναντι στην αντιπολίτευση, σε αντίθεση με τους ομογενείς Ελλαδίτες οι οποίοι δεν έχουν καμία αντιπολίτευση στο εσωτερικό, η κυβέρνηση πρέπει να πετύχει έστω και μια νίκη. Μετά το ναυάγιο με τους Κινέζους στο Τερματικό LNG στο Βασιλικό  και τις καθυστερήσεις στο πρόγραμμα εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων φυσικού αερίου,  έχει ανάγκη να κάνει λεπτούς και σωστούς χειρισμούς. Πρώτα, γιατί η άρση της ενεργειακής απομόνωσης της Κύπρου αποτελεί μονόδρομο για την εξασφάλιση ενεργειακής ασφάλειας και δεύτερον, γιατί ένα τέτοιο έργο θα συσφίξει τους δεσμούς μας με Ισραήλ και πάνω σε αυτό θα πρέπει να πατήσουν και τα επόμενα έργα.

Παρόλα αυτά πριν  απομονώσουμε το γεωπολιτικό κομμάτι και το οικονομικό κομμάτι, προέχει το τεχνικό. Δηλαδή θα πρέπει να μελετηθούν οι καμπύλες κατανάλωσης και παραγωγής των τριών ηλεκτρικών συστημάτων, ώστε να διαφανεί αν τα συστήματα είναι συμπληρωματικά, για να είναι αμφίδρομη η εξαγωγή «πράσινης» ηλεκτρικής ενέργειας από Ισραήλ προς Κύπρο και Ελλάδα και από Ελλάδα προς Κύπρο και Ισραήλ. Για αυτό λοιπόν ίσως ο ΑΔΜΗΕ δεν θα έπρεπε να διαπραγματεύεται μόνο με Κυβέρνηση και ΡΑΕΚ αλλά ως κύριο συνομιλητή θα έπρεπε να έχει και τον Διαχειριστή του Συστήματος Μεταφοράς της Κύπρου.

Για ποιο λόγο για άλλη μια φορά πρέπει να ληφθούν αποφάσεις με το γνώριμο για την Κύπρο «πιστόλι στον κρόταφο», για ένα πρότζεκτ το οποίο συζητιέται πάνω από μια δεκαετία; Ο νυν Υπουργός ΠΕΝ επιχείρησε να βάλει στο τραπέζι τη διάσταση των οικονομικών επιπτώσεων καθυστερήσεων και αναβολών. Δηλαδή ότι η κοινοπραξία θα αρχίσει να επιβαρύνεται με 1 εκατ. ευρώ επιπλέον για κάθε ημέρα καθυστέρησης και αυτό το κόστος δεν μπορεί δικαίως να επιβαρύνει τον Ελλαδίτη (ή μόνο τον Ελλαδίτη) καταναλωτή και φορολογούμενο.

Από την άλλη, στη Μεγαλόνησο η καταβολή προστίμων ξεκίνησε να γίνεται πλέον συνήθης πρακτική. Μερικά παραδείγματα: η άρση της οικονομικής στήριξης στο έργο του τερματικού φυσικού αερίου από την Ε.Ε. αποτέλεσε τον καταλύτη ώστε να ασχοληθεί σοβαρά με το έργο η κυβέρνηση, οι ρύποι εκπομπών για να ασχοληθεί σοβαρά το κράτος με το «πρασίνισμα» της ΑΗΚ, όπως και η πρόσφατη καταβολή προστίμων από την Κυβέρνηση στον Ιδιώτη Εργολάβο για ολοκλήρωση του Περιφερειακού Λευκωσίας. Έγινε λοιπόν η απειλή επιβολής προστίμων μέρος της «νεοκυπριακής» κουλτούρας για να γίνονται πράξη τα αυτονόητα; Τι δηλώνει αυτό για τις ικανότητες επίβλεψης του κράτους στους διορισμένους εργολάβους;

Η Κύπρος θα αρκεστεί, όπως φαίνεται, να λάβει διαβεβαιώσεις με εγγυήσεις για υλοποίηση του έργου, να συμμετέχει στην κοινοπραξία και να βρει έναν τρόπο να αρθρώσει στον καταναλωτή ότι δεν θα πληρώσει τη νύφη. Και φαίνεται πως κάτι τέτοιο έκανε ο Υπουργός Ενέργειας Παπαναστασίου στο χθεσινό διάγγελμα όπου ορθώς ανακοίνωσε ότι το ποσό θα καταβάλλεται «και από το Πάγιο Ταμείο του κράτους» κι όχι μόνο από το ταμείο ρύπων, κάτι που χρήζει περαιτέρω  διευκρίνισης ως προς τις λεπτομέρειες του.

ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΑ

Το έργο διασύνδεσης πρέπει οπωσδήποτε να υλοποιηθεί. Το πώς θα υλοποιηθεί, το ποιο θα είναι το μετοχικό σχήμα είναι κάτι που αποτελεί τις λεπτομέρειες διαπραγμάτευσης που έμειναν για το «τελευταίο μίλι». Αυτό που πρώτα πρέπει να απασχολήσει Ελλάδα και Κύπρο είναι οι ασφαλιστικές δικλείδες για τους καταναλωτές και μετά πώς θα καρπωθούμε οικονομικά τη γεωπολιτική μας υπεραξία, σε μια Ευρώπη που από την εκκίνηση του πολέμου στην Ουκρανία συνεχίζει να τελεί υπό ενεργειακή κρίση. Και εάν δεν μπορούμε να «κρεμάσουμε την κουδούνα στου γάτου την ουρά» όπως λέει το τραγούδι, είναι καιρός να ζητήσουμε έμπρακτη στήριξη από τους συμμάχους μας, γιατί με δηλώσεις αλληλεγγύης δεν χορταίνεις. Ίσως επίσης καλό θα ήταν να προσπαθήσουμε να βολιδοσκοπήσουμε και τη συμμετοχή του Αμερικανικού Ταμείου DFC, ώστε να διασφαλίζεται το έργο και μέσω του αυστηρού πλαισίου που διέπει τις επενδύσεις που λαμβάνουν χρηματοδότηση από το ταμείο, να ενισχύσουμε τις εγγυήσεις υλοποίησης αλλά και το ότι το έργο θα εκτελεστεί υπό πλαίσιο διαφάνειας.

Ας προσπαθήσουμε να εξετάσουμε, αν η συμμετοχή της Ελλάδας (και σύντομα και της Κύπρου) στην Ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας έχει αποφέρει αποτελέσματα ή όχι και τι μπορούμε να κάνουμε για να βελτιώσουμε τη θέση μας σε αυτήν. Μπορεί το Ενεργειακό Χρηματιστήριο να λειτουργήσει με σταθερότητα, διαφάνεια και επαρκή ρευστότητα για να δημιουργηθεί ένας αντίστοιχος κόμβος TTF ηλεκτρισμού στο Νότο; Η χρηματιστηριοποίηση του ρεύματος μέσω του ξακουστού target model έχει βοηθήσει τον Έλληνα καταναλωτή ή παραγωγό και γιατί επικρατεί η άποψη ότι το Target Model οδήγησε σε μόνιμα αυξημένες τιμές ρεύματος;

Αντί να ασχολούμαστε με εταιρείες σε Ελλάδα και Κύπρο που δεν έχουν κανένα κίνητρο να αναπτύξουν δυνατότητες ανταγωνισμού και εξωστρέφειας σε ξένες αγορές και παραγωγή αξίας η οποία μέρος της να επανατρίζεται ας αναλογιστούμε: Τι σημαίνει η αποσύνδεση της τιμής ηλεκτρισμού από το κόστος παραγωγής; Γιατί οι επενδυτές ΑΠΕ συνεχίζουν να επενδύουν μόνο όταν λάβουν ικανές εγγυήσεις που να καλύπτουν το offtake τους και το περιθώριο κέρδους τους με σχήματα τύπου feed-in tariffs και contracts for differences χωρίς να έχουν τη διάθεση να επωμιστούν ρίσκο; Τι σημαίνει για τον καταναλωτή το ότι η διείσδυση των ΑΠΕ σημειώνεται μόνο με την ανάληψη όλου του επιχειρηματικού ρίσκου από τους καταναλωτές μέσω του Ειδικού Τέλους Μείωσης Εκπομπών Αερίων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ) ή στις ελάχιστες εξαιρέσεις κάποιων ιδιωτικών συμφωνιών PPAs; Και τέλος, πώς μεταφράζεται το ότι οι στρεβλώσεις στην αγορά ενέργειας κάνουν τον Έλληνα καταναλωτή να θεωρεί προτιμότερες τις περικοπές ηλεκτρισμού από τις εξαγωγές που στην ουσία επιδοτούνται από τον καταναλωτή; Δεν θα έπρεπε σε μια απελευθερωμένη αγορά οι ιδιώτες παραγωγοί ενέργειας να προσφέρουν ανταγωνιστικές λύσεις στον καταναλωτή ρίχνοντας το κόστος, όπως γίνεται για παράδειγμα στην αμερικανική αγορά;

Τέλος, έχει παρατηρηθεί ότι με το target model ένα τοπικό πρόβλημα ανισορροπίας προσφοράς-ζήτησης διαχέεται σε ολόκληρη την επικράτεια των διασυνδεδεμένων χωρών. Ενώ η Ελλάδα είναι πλήρως διασυνδεδεμένη με Βουλγαρία και Ιταλία φαίνεται να επηρεάζεται και από άλλες γειτονικές διασυνδεδεμένες αγορές. Στα σκούρα πολλές χώρες περιορίζουν τις εξαγωγές επικαλούμενες τεχνικά προβλήματα στις υποδομές κρατώντας τη φθηνή ενέργεια που παράγουν εντός και περιορίζοντας την κατανάλωση των ακριβών τους μονάδων για να μην αυξηθούν οι τιμές ρεύματος. Έχουμε αναπτύξει μηχανισμούς θωράκισης από τοπικά προβλήματα ανισορροπίας δικτύων; Ένα μικρό και ευαίσθητο σύστημα ενέργειας όπως αυτό της Κύπρου πώς θα ανταπεξέλθει σε τέτοιες προκλήσεις;

Όσον αφορά το γεωπολιτικό κομμάτι, καιρός είναι να δουλέψουμε με τους συμμάχους μας οι οποίοι θα πρέπει στην πράξη να μας αποδείξουν αν είναι σε θέση να μας υποστηρίξουν. Σίγουρα ως Κύπρος δεν θα δεχόμουν υποδείξεις στη διαπραγμάτευση τύπου «αποδέξου τους όρους μου τώρα αλλιώς η Τουρκία παραμονεύει για να διασυνδεθεί με τα κατεχόμενα». Σίγουρα δεν θα δεχόμουνα τέτοιου τύπου υποδείξεις από μια κυβέρνηση βαθιών υποκλίσεων στον Πρόεδρο της κατοχικής Τουρκίας.

Από την άλλη και όσον αφορά το κομμάτι της ενεργειακής πολιτικής, μια χώρα κυρίως τουριστική όπως η Ελλάδα χωρίς ιδιαίτερα βαριά βιομηχανία, άρα συνεπώς με ασήμαντη συνεισφορά στους παγκόσμιους ρύπους, δεν γίνεται να βιάζεται να αυτοτραυματιστεί, κλείνοντας βίαια όλους τους λιγνιτικούς της σταθμούς (του μόνου ουσιαστικά ορυκτού που διαθέτουμε αυτή τη στιγμή, αφού στο φυσικό αέριο κινούμαστε με ρυθμούς χελώνας) τη στιγμή που αυτοί που επέβαλαν τη βίαιη απανθρακοποίηση, βλ. Γερμανία, ζήτησαν για τις δικές τους ανάγκες να καίνε άνθρακα μέχρι το 2038. Και αυτό χωρίς να εξετάσει η χώρα σοβαρά συνδυασμένες χρήσεις Δέσμευσης Διοξειδίου του Άνθρακα σε συνεργασία με συμμαχικές μας χώρες που ήταν έτοιμες να συνδράμουν τεχνικά και οικονομικά σε κάτι τέτοιο, όπως π.χ. στην Πτολεμαΐδα-V. Κάτι παρόμοιο ισχύει και στην αντικατάσταση του προγράμματος εξερεύνησης υδρογονανθράκων με εισαγωγές LNG και στην περιθωριοποίηση της εθνικής αναδυόμενης οικονομίας υδρογόνου από τη γέννησή της, τη στιγμή που στην υπόλοιπη Ευρώπη γίνεται μάχη για το υδρογόνο. Και αυτό γιατί απλά δεν κατανοήσαμε τον λόγο για τον οποίο πρέπει η μικρή Ελλάδα να πρωτοστατεί σε κάτι τόσο νέο, όπως έκανε με επιτυχία για παράδειγμα μια χώρα με τον ίδιο πληθυσμό, η Πορτογαλία.

Στην αντίπερα όχθη, ευθύνες έχουν διαχρονικά και οι Κύπριοι οι οποίοι με τις καθυστερήσεις τους από μόνοι τους έδωσαν το δικαίωμα σε κάποιους να συνεχίσουν να συμπεριφέρονται πατερναλιστικά στην Κύπρο αφήνοντας το αφήγημα Μάνας – Θυγατέρας (χειραφετημένης μετά την ένταξη στην Ε.Ε.) να υποβόσκει. Και η νήσος Κύπρος πρέπει να δημιουργήσει μια νέα τάξη ανθρώπων οι οποίοι, χωρίς σύνδρομα που προέρχονται από τη ξεφτισμένη διχόνοια μιας ανύπαρκτης αριστεράς και πλέον μιας ανύπαρκτης δεξιάς ή από εκκολαπτόμενες πεποιθήσεις start-up «κυπριακού έθνους», να συμμετέχουν στα κοινά της Αθήνας ώστε να μπορούν να επηρεάζουν αποφάσεις όταν αυτές μαγειρεύονται και όχι όταν φτάσει ο κόμπος στο χτένι. Προμηθείς λοιπόν, όχι Επιμηθείς και σε Αθήνα και Λευκωσία.

Από την άλλη διαφαίνεται και στις δύο πλευρές ότι υπάρχει κενό ηγεσίας σε ό,τι αφορά την ενεργειακή πολιτική των δυο χωρών. Στην Αθήνα, ενώ θέλουμε να δείχνουμε ότι υπάρχει συνέχεια στην πολιτική ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ βλέπουμε πως εδώ δεν υπάρχει συνέπεια και συνέχεια εντός της ίδιας της ΝΔ στην ενεργειακή πολιτική σε σχέση με την πολιτική που ακολούθησαν οι προηγούμενοι δύο της Πρωθυπουργοί. Στη Λευκωσία από την άλλη που έχει βαλτώσει την ενεργειακή της πολιτική για τα καλά, βλ. τερματικό, πρόγραμμα εξορύξεων, διασυνδέσεις,  πολιτική ρύπων διαφαίνεται πως μετά την βίαιη πολιτική εξόντωση και παραγκωνισμού ανθρώπων με καθαρή συνείδηση και ειλικρίνεια απέναντι στον κόσμο, όπως ο αείμνηστος Σόλωνας Κασσίνης, έγιναν πολλά πίσω από κλειστές πόρτες, με αυτοπεποίθηση μεν αλλά με ανθρώπους που ουδεμία σχέση είχαν με την ενέργεια και συνεπώς προς την λάθος κατεύθυνση. Φυσικά και υπάρχουν εξαιρέσεις αλλά ο πανδαμάτωρ χρόνος δυστυχώς δείχνει ποιες χώρες της περιοχής προχώρησαν στους ενεργειακούς τους σχεδιασμούς και ποιοι έμειναν μετεξεταστέοι σχεδόν 15 χρόνια μετά την ανακοίνωση ύπαρξης φυσικού αερίου στην ΑΟΖ της Κύπρου (αν συνεχίζει φυσικά να πιστεύει κανείς πλέον σε αυτόν τον όρο).

*Ο κ. Παπαλουκάς (MEng, MBA, MPA) είναι ειδικός  σε θέματα Ενεργειακής Πολιτικής