«Έχουμε μία πολύ σημαντική και θεμελιώδη φιλοσοφική διαφωνία αλλά δεν είναι αυτή η οποία συζητήθηκε. Η θεμελιώδης διαφωνία και απόκλιση, έχει να κάνει με το αν η χώρα δύναται να περιμένει ή όχι», σημείωσε ο υπουργός Παιδείας, Κυριάκος Πιερρακάκης κατά την δευτερολογία του στη συζήτηση της Επιτροπής Επιμορφωτικών Υποθέσεων σχετικά με το νομοσχέδιο για την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων.
Δίνοντας ένα παράδειγμα, ο υπουργός δήλωσε: «Όταν ήμουν φοιτητής του ελληνικού Πανεπιστημίου στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών είχε τύχει το 2004 να βρίσκομαι στην Τσεχία όταν η Τσεχία έμπαινε στην Ευρωπαϊκή Ένωση – θυμάμαι και τις ημέρες – εκείνες τις ημέρες η Τσεχία είχε το μισό κατά κεφαλήν ΑΕΠ από την Ελλάδα. Τώρα, η Τσεχία έχει 30% περισσότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ από την Ελλάδα, και αυτό είναι επειδή κάποιοι είναι οι θιασώτες της αυταρέσκειας, της αναμονής, του ότι «μπορούμε να περιμένουμε άλλα πέντε χρόνια για να συζητάμε πράγματα». Συζητάμε αυτό το θέμα από όταν ήμουν φοιτητής σε εκείνα τα έδρανα –τουλάχιστον – διότι κατά πάσα πιθανότητα και αυτό που λέω είναι λάθος, το συζήταγαν και οι γονείς μου. Συζητάμε το ίδιο θέμα 50 χρόνια».
Ο Κ. Πιερρακάκης τόνισε ότι «η χώρα πρέπει να τεθεί σε κίνηση». «Αυτό πιστεύει αυτή η κυβέρνηση, αυτό πιστεύει το κυρίαρχο εκλογικό σώμα που την ψήφισε, αυτό πιστεύει ο Πρωθυπουργός, αυτό πιστεύει και ο υποφαινόμενος και η υποφαινόμενη. Οφείλει να τεθεί σε κίνηση και οφείλουμε να τρέξουμε για να καλύψουμε το χαμένο έδαφος γιατί εκεί που και στον χώρο της εκπαίδευσης που κάποτε συζητούσαμε ωσάν εμείς να έχουμε φοβερά αυτάρεσκες περιγραφές σε σχέση ακόμη και με τα Πανεπιστήμια της περιφέρειάς μας, όταν κοιτούσα εγώ πώς θα δώσουμε Πανελλήνιες, τα πράγματα ήρθε ο χρόνος και τα άλλαξε επειδή δεν τρέχαμε μαζί με τις εξελίξεις. Ισχύει απόλυτα ο Lampedusa «για να μείνουν τα πράγματα ίδια τα πράγματα πρέπει να αλλάζουν διαρκώς». Και η διαρκής κίνηση είναι η μόνη συνθήκη εγώ δεν θα πω προόδου της χώρας, υπόστασης και επιβίωσης της χώρας», πρόσθεσε.
Ο υπουργός Παιδείας έκανε λόγο για «ανάγκη θεραπείας συγκεκριμένων ρυθμίσεων, αλλαγής συγκεκριμένων ρυθμίσεων και είναι άστοχο γιατί ήρθε από την ίδια την ακαδημαϊκή κοινότητα. Τα άρθρα αυτά έχουν έρθει από τους ίδιους τους Πρυτάνεις – κατά πλειοψηφία. Είναι άστοχες οι παρατηρήσεις τους; Είναι άστοχο (επειδή αναφέρθηκε πριν) να μην υπογράφει ο Υπουργός Παιδείας την κάθε μικροαλλαγή στον προϋπολογισμό των Ιδρυμάτων; Είναι περιττό το να μειωθεί η γραφειοκρατία στους Ειδικούς Λογαριασμούς Κονδυλίων Έρευνας;».
Σχετικά με το άρθρο 16 και το ζήτημα της αναθεώρησής του, ο υπουργός σημείωσε ότι αυτό πρέπει να αλλάξει αναφέροντας: «Ακριβώς αυτή την απώλεια ελέγχου πάμε να λύσουμε. Ακριβώς αυτό επιδιώκει να κάνει ο νόμος και, ναι, χρειάζεται, όντως, να αλλάξει το άρθρο 16 συνολικά. Γιατί; Γιατί θα πρέπει να μπορούμε να έχουμε όχι μόνο εγκατάσταση, όπως εμείς προβλέπουμε, αλλά και σύσταση Σχολών, όπως υπήρχε και σε παλαιότερα Συντάγματα, όπως εκείνο του 1911 και έτσι προέκυψαν, επί εποχής Ελευθέριου Βενιζέλου και πάρα πολλές πρωτοβουλίες, οι οποίες έμειναν μέσα στον χρόνο, κάποιες κρατικοποιήθηκαν στην πορεία κ.λπ.»
Σχετικά με την αντισυνταγματικότητα που υπογραμμίζει η αντιπολίτευση, ο κ. Πιερρακάκης επεσήμανε: «Ο ισχυρισμός μας και ο ισχυρισμός κορυφαίων Συνταγματολόγων της χώρας, οι οποίοι δεν μπαίνουν στη ζυγαριά με βάση τον αριθμό τους, μπαίνουν στη ζυγαριά με βάση τα επιχειρήματά τους εάν είναι σύννομα ή όχι. Και σε τελική ανάλυση ειδικά σε αυτό το κτήριο και σε αυτή την αίθουσα επιτρέψτε μου να πω – δεν είμαι ο μόνος που δεν είμαι Συνταγματολόγος σε αυτή την αίθουσα, τι σας κάνει να εκφράζεστε με τόσο κάθετη και απόλυτη βεβαιότητα; Έχω την εντύπωση και ως Υπουργός Παιδείας ειδικά εμείς που είμαστε πολιτικοί και οφείλουμε να αποκτούμε γνώμη για πολλά πράγματα, δεν πρέπει να τους διδάξουμε την κάθετη πολυπραγμοσύνη. Εγώ Πληροφορικός είμαι. Ακούω τι λένε Συνταγματολόγοι κορυφαίοι και οι μεν και οι δε – θα κριθεί η συγκεκριμένη περίπτωση και θα κριθεί στο πλαίσιο της διάταξης των εξουσιών. Εκτός και εάν δεν πιστεύουμε στη διάκριση των εξουσιών. Εκτός και εάν δεν παρατηρούμε το πώς έχει εξελιχθεί η νομολογία των δικαστηρίων, γιατί αυτό το οποίο εγώ οφείλω να πω ότι κατάλαβα από τη συζήτηση είναι το ότι υπάρχει ένα στατικό κείμενο και υπάρχει το πώς το ερμηνεύουμε εμείς ανάλογα με πολιτικά διακυβεύματα. Σαν να μην υπάρχουν τα δικαστήρια εθνικά και ευρωπαϊκά, τα οποία με τη νομολογία τους έχουν εξελίξει μία σειρά από πράγματα».
Σχετικά με την χρηματοδότηση για την Παιδεία, ο υπουργός ανέφερε: «Δεν είναι τόσο ασπρόμαυρα τα πράγματα για να χρειάζεται να τοποθετούμαστε λες και είμαστε οι άσπροι και οι μαύροι στο σκάκι. Άγχος και μέριμνα έχουμε όλοι για το πώς θα λειτουργήσει καλύτερα το σύστημα Παιδείας της χώρας μας, εκτός και εάν όλοι αισθάνονται υπέροχα αλλά πάλι –συγγνώμη- επιτρέψτε μου να το πω- είναι για μένα καινοτομία να ακούω την αντιπολίτευση να μιλάει για τη χρηματοδότηση στα Δημόσια Πανεπιστήμια, εδώ είναι η καμπύλη, όταν κάθε χρόνο επί Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ η χρηματοδότηση μειωνόταν. Η αλήθεια είναι αυτή. Εγώ δεν θα πω ότι αυτό συνέβαινε επειδή το θέλατε. Κανείς μας εδώ δεν είναι αφελής, τόσες ήταν οι δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας εκείνη τη στιγμή και αυτό υλοποιήσατε. Αλλά, συγγνώμη, κάθε χρόνο τη μειώνατε, σηκώνετε και το δάχτυλο ενώ κάθε χρόνο την αυξάνουμε και την έχουμε αυξήσει κοντά 50%; Πρέπει να αυξηθεί παραπάνω; Ναι. Μαζί σας, αλλά αυτό θα γίνεται όσο θα αυξάνονται οι δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας. Αλλά τώρα να υπάρχει κριτική «είναι και πολύ χαμηλή» όταν κάθε χρόνο μειωνόταν; Αυτό θέλει πολύ καλλιτεχνική φαντασία για να το κάνει κανείς».
Και συμπλήρωσε: «Η χρηματοδότηση της παιδείας είναι 4,1%, σύμφωνα με την Eurostat, μου το έστειλε ο κύριος Πετραλιάς και το καταθέτω στα πρακτικά, γιατί ειπώθηκαν άλλοι αριθμοί.
Αυτός είναι ο επίσημος αριθμός που βρήκαμε εμείς από τη Eurostat και που έχει το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Αναφέρθηκε το φινλανδικό μοντέλο. Διαβάζω εδώ, στη Φινλανδία αυτοί που μπαίνουν στο Πανεπιστήμιο είναι το ένα τρίτο (1/3) αυτών που τελειώνουν το Λύκειο. Εμείς ξέρουμε τη Φινλανδία, για το πολύ καλό μοντέλο το οποίο έχει στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια. Επειδή, άκουσα συζητήσεις περί Φινλανδίας, το καταθέτω στα πρακτικά. Το ένα τρίτο (1/3) που τελειώνει το σχολείο, μπαίνει στα Πανεπιστήμια. Εάν υπάρχουν Κόμματα της Αντιπολίτευσης που θέλουν το 1/3 των αποφοίτων των ελληνικών λυκείων να μπαίνουν στα Πανεπιστήμια, να μας το πουν και να το πουν και σε εκείνους, για να το γνωρίζουν. Και βέβαια, προσθέτω και αυτό. Ήδη σήμερα, κυπριακά Πανεπιστήμια, κερδοσκοπικά, κάνουν κοινά μεταπτυχιακά με ελληνικά Δημόσια Πανεπιστήμια».
Τέλος, ο κ. Πιερρακάκης έκανε λόγο για «άνοιγμα» ολοένα και περισσότερων ευκαιριών μέσα από το υπό συζήτηση νομοσχέδιο. «Εγώ, θα πω, πρέπει να μεγιστοποιήσουμε την κοινωνική κινητικότητα, γιατί η Παιδεία, μετά τον πόλεμο, υπήρξε ο βασικός ιμάντας κοινωνικής κινητικότητας. Δε μπορούμε, όμως και να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, παριστάνοντας ότι δεν υπάρχουν 40.000 Έλληνες έξω, ότι δεν υπάρχουν τα κολέγια με πλήρη επαγγελματικά δικαιώματα και ότι η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική. Δεν είναι. Η πραγματικότητα είναι αυτή. Έχουμε μια τεράστια ευκαιρία να λύσουμε ένα πρόβλημα, το οποίο το συζητάμε, το συζητάμε, το συζητάμε δεκαετίες. Δεν έχουμε άλλο χρόνο για χάσιμο. Αυτή είναι η στιγμή για να μπορέσουμε να το κάνουμε», υπογράμμισε.