Skip to main content

Εξεταστική για τα Τέμπη: Αν είχε ολοκληρωθεί η σύμβαση 717 θα είχε αποφευχθεί το δυστύχημα, λέει ο πρ. υπουργός Δ. Ρέππας

(ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ/EUROKINISSI)

Ο πρώην υπουργός κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ είπε ότι «δεν υπήρχε το κατάλληλο-επαρκές προσωπικό»

Στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής για «τη διερεύνηση του εγκλήματος των Τεμπών» κατέθεσε ως μάρτυρας σήμερα ο πρώην υπουργός Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων (2009-2011), Δημήτρης Ρέππας, ο οποίος υποστήριξε πως ήταν θέμα χρόνου να γίνει δυστύχημα, καθώς δεν υπήρχε τηλεδιοίκηση, δεν υπήρχε επαρκές προσωπικό και ο μοιραίος σταθμάρχης ήταν ακατάλληλος.

«Εάν είχε ολοκληρωθεί η εκτέλεση της σύμβασης «717» θα είχαμε τηλεδιοίκηση, σηματοδότηση και τηλεδιοίκηση, θα είχε αποφευχθεί το δυστύχημα» είπε ο κ. Ρέππας, σημειώνοντας ότι με την εφαρμογή τού συστήματος ECTS (European Traffic Control System), τα τρένα αυτομάτως μειώνουν ταχύτητα, θέλει δεν θέλει ο μηχανοδηγός, ή και ακινητοποιούνται, εφόσον στην ίδια γραμμή κινούνται, και μάλιστα σε διαφορετική κατεύθυνση, περισσότερα του ενός τρένα. Αυτό το σύστημα δεν υπήρχε, δεν είχε ολοκληρωθεί» είπε ο κ. Ρέππας.

Ο πρώην υπουργός κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ είπε επίσης ότι «δεν υπήρχε το κατάλληλο-επαρκές προσωπικό». Όπως ανέφερε, με τον νόμο 3891 «είχαμε προβλέψει» στο προσωπικό των υπηρεσιών κυκλοφορίας 860 υπαλλήλους-στελέχη (κλειδούχους, σταθμάρχες κ.ά.), όσους περίπου προέβλεψε και το υπουργείο Μεταφορών το 2022, δηλαδή 828. «Με τη διαφορά ότι οι θέσεις αυτές ήταν κενές ενώ επί των ημερών μας ήταν πλήρεις» παρατήρησε ο κ. Ρέππας.

Ως τρίτο στοιχείο, που ίσως έπαιξε κάποιο ρόλο, ήταν ότι δεν υπήρχαν βοηθητικά συστήματα ασφαλείας-δικλείδες, συνέχισε ο κ. Ρέππας. «Κατά την κυβερνητική μας θητεία, (α) σε κάθε μεγάλο σταθμό, όπως αυτός της Λάρισας, υπήρχαν δύο σταθμάρχες και ένας επιθεωρητής και αυτό δεν υπήρχε πλέον στην περίπτωση του δυστυχήματος, (β) σε κάθε αμαξοστοιχία υπήρχε ο προϊστάμενος αμαξοστοιχίας που είχε την ευθύνη της επικοινωνίας με τα άλλα συνεργαζόμενα μέρη, που ούτε αυτό υπήρχε και (γ) ότι σταμάτησε να λειτουργεί το Κέντρο Παρακολούθησης Κυκλοφορίας που εδρεύει στην οδό Καρόλου».

Όσο για τον σταθμάρχη της Λάρισας είπε ότι αυτός «γύρισε 59 ετών, μετά από υπερδεκαετή αποστασιοποίηση του από τον ΟΣΕ, τον Ιούλιο του 2022, ολοκλήρωσε την εκπαίδευση τον Μάιο του 2023, και ανέλαβε καθήκοντα αμέσως, και μετά από ενάμιση-δύο μήνες έγινε το τραγικό δυστύχημα».

Ο κ. Ρέππας ερωτήθηκε από τον βουλευτή της ΝΔ Λάζαρο Τσαβδαρίδη για τη μεγάλη μείωση του προσωπικού του ΟΣΕ κατά τη θητεία του ως αρμόδιος υπουργός. Λέτε ότι με το νόμο σας, ο ΟΣΕ στερήθηκε το 50% σχεδόν του δυναμικού του. […] Αυτό δεν δημιούργησε πρόβλημα στην ασφαλή λειτουργία του σιδηροδρόμου; ρώτησε ο κ. Τσαβδαρίδης που αναρωτήθηκε επίσης γιατί δεν υπήρξε πρόβλεψη για την αντικατάσταση όσων θα συνταξιοδοτούντο το επόμενο διάστημα.

Απαντώντας, ο κ. Ρέππας είπε ότι από τις υπηρεσίες κυκλοφορίας και ασφάλειας δεν μετατάχθηκε κανείς.

Σε ερώτηση του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Βασίλη Κόκκαλη τι θα έκανε ο ίδιος για καταγγελίες που αφορούσαν θέματα ασφάλειας, ο κ. Ρέππας είπε ότι «εμείς αυτό που κάναμε είναι να μην αγνοήσουμε, να μην πετάξουμε στο καλάθι των αχρήστων, οποιοδήποτε κείμενο ερχόταν σε μας». «Δεν θα κάναμε αυτό που έγινε πολύ αργότερα, όταν ο αρμόδιος υπουργός δήλωσε ότι αγνοεί ένα χαρτί, που πήγε από την Εθνική Αρχή Διαφάνειας, και μάλιστα στο εμπιστευτικό του πρωτόκολλο το 2021. Τα μελετήσαμε όλα. Οι επικεφαλής των οργανισμών ασχολήθηκαν και έδωσαν τις απαντήσεις που μπορούσαν να δώσουν, ενώ τις αναφορές των εργαζομένων πάντα τις συζητήσαμε και παίρναμε υπόψη μας», είπε ο κ. Ρέππας. Όσο για την ερώτηση του κ. Κόκκαλη, για το ποιος είχε την ευθύνη της αποκατάστασης της τηλεδιοίκησης μετά την πυρκαγιά του 2019, ο κ. Ρέππας είπε, ότι την είχε ο οργανισμός και η κυβέρνηση.