Όταν στις 27 Αυγούστου έφτανε στα δημοσιογραφικά γραφεία η πληροφορία ότι ο Στέφανος Κασσελάκης θα ανακοινώσει μέσα στα επόμενα 24ωρα την υποψηφιότητά του για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ, οι μισοί θυμούνταν για εκείνον πρωτίστως τη σύγκρουσή του σε τηλεοπτικό πλατό με βουλευτή της Ελληνικής Λύσης και το αποστομωτικό «δεν είναι η άποψή μου, είναι η ζωή μου». Και οι άλλοι μισοί γκούγκλαραν να δουν ποιος είναι.
Μία περιήγηση στους λογαριασμούς του στα social media αποκάλυπτε ότι είχε στο ένα δίμηνο μετά τις εκλογές μέσα από προσεγμένες, σύγχρονης αισθητικής και λόγου, αναρτήσεις και βίντεο εκφράσει θέση για το φλέγοντα θέματα της επικαιρότητας, ασκώντας κριτική στην κυβέρνηση και προσωπικά τον πρωθυπουργό. Και το κυριότερο; Είχε ανεβάσει μία πλατφόρμα πολιτικών θέσεων και ιδεών για την ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν ο εφοπλιστής (όπως έγραφαν τα μέσα, με τον ίδιο να προτιμά τον όρο αυτοδημιούργητος επιχειρηματίας) που τάραζε τα νερά στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και στην εσωκομματική μάχη, που ελάχιστα είχε έως τότε απασχολήσει την κοινή γνώμη.
Κερδίζοντας το ενδιαφέρον
Ο κ. Κασσελάκης ορθώς πιστώθηκε την ικανότητά του να «ξυπνήσει» τη διαδικασία των εσωκομματικών εκλογών και το ενδιαφέρον μελών, φίλων του κόμματος, αλλά και ευρύτερα της κοινής γνώμης.
Παραδίδοντας μαθήματα πολιτικής επικοινωνίας και αξιοποίησης των social media, ένας άνθρωπος με μηδενική θητεία στην πολιτική, μας παρουσίασε την ιστορία του, την επαγγελματική του πορεία, τον σύντροφό του και κάποιες ελάχιστες θέσεις- προτάσεις (που όπως πολλοί σχολίασαν, θα μπορούσαν να ταιριάξουν άνετα και σε άλλα κόμματα πέραν του ΣΥΡΙΖΑ). Οι κυριότερες: ο επαγγελματικός στρατός με κατάργηση της υποχρεωτικής θητείας και ο διαχωρισμός Εκκλησίας – Κράτους («Πρώτα ο Θεός θα γίνει» μας είπε, πυροδοτώντας ποικίλα σχόλια).
Το βιογραφικό του έγινε viral. Το ίδιο και η ανάρτηση με την οποία ανακοίνωσε επισήμως την υποψηφιότητα του. «Με λένε Στέφανο και έχω να σας πω κάτι…».
Και τον α’ γύρο των εκλογών
Το πρώτο διάστημα η εκστρατεία του φαινόταν αψεγάδιαστη. Τις πρώτες σοβαρές αντιδράσεις πυροδότησε το σποτ στην Μακρόνησο , αλλά και η απάντηση «γουστάρω» σε παρότρυνση υποστηρίκτριας να «ξεδοντιάσει το σύστημα δικαστικών και δημοσιογράφων». Τίποτα από τα δύο ωστόσο δεν επηρέασε, όπως φάνηκε, τον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ που πήγε να ψηφίσει στον α’ γύρο των εκλογών και του χάρισε σαφές προβάδισμα. Για εκείνους που τον στήριξαν δε ήταν η έκφραση πολιτικής καθαρότητας το ζητούμενο, αλλά μία προσωπικότητα που θα μπορούσε να σταθεί απέναντι στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ήταν μία νίκη, που θύμιζε «επιθετική εξαγορά». Ήταν σίγουρα ένας προσωπικός του θρίαμβος.
Το «ολίσθημα» του «κρατιδίου»
Ενόψει του β’ γύρου οι αναλύσεις για το «φαινόμενο Κασσελάκη» πολλαπλασιάστηκαν, μαζί με την κριτική για την πολιτική του απειρία. Η σύγκρουση έφτασε στα άκρα, μετά και την αναφορά του σε «κρατίδιο» αντί για «ψευδοκράτος» των Τουρκοκυπρίων, η οποία μαρτύρησε ότι χρειάζεται αν μη τι άλλο «προπόνηση». Οι υποστηρικτές του έκαναν λόγο για «γλωσσικό ολίσθημα», ο ίδιος το απέδωσε στην αϋπνία και στο γεγονός ότι συχνά «ψάχνει τις σωστές λέξεις» στα ελληνικά και διαβεβαίωσε ότι μαθαίνει γρήγορα. Οι επικριτές του υπογράμμισαν ότι η αναφορά αυτή είναι απλώς ενδεικτική της πολιτικής του άγνοιας. Υπήρξαν σφοδρές αντιδράσεις και στην Κύπρο και ήταν σίγουρα η πρώτη στιγμή που φάνηκε πραγματικά να σκιάζει το προφίλ του.
Και η απάντηση πριν την τελική μάχη
Μετά τα πυρά που δέχθηκε, πέρασε στην αντεπίθεση. «Δεν είμαι τέλειος σαν εκείνους που έφτιαξαν τον νόμο Κατρούγκαλου» είπε σε βίντεο που ανάρτησε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και συνέχισε: «Εγώ πατάω στην πολιτική παρακαταθήκη του Ανδρέα Παπανδρέου και του Αλέξη Τσίπρα στην εξωτερική πολιτική και στα εθνικά μας θέματα. Δεν έχω στο πλευρό μου κανέναν βουλευτή, που να θεωρεί τη μουσουλμανική μειονότητα τουρκική. Δεν έχω στο πλευρό μου κανέναν βουλευτή που να πιστεύει ότι δεν υπήρξε γενοκτονία των Ποντίων. Τα ερωτήματα περί πατριωτισμού αλλού, όχι σ’ εμένα».