Ευκαιρία για ένα restart στις ελληνοτουρκικές σχέσεις βλέπει η κυβέρνηση, μετά την μίας ώρας συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στη Λιθουανία. Βέβαια αυταπάτες δεν υπάρχουν, καθώς στην Αθήνα γνωρίζουν πως δεν μπορεί να εγκαταλειφθεί από την μία μέρα στη άλλη το αναθεωρητικό αφήγημα της γείτονος. Ωστόσο είναι εμφανές πως ο Τούρκος πρόεδρος προσεγγίζει τη Δύση και αυτό μπορεί να σημαίνει και ήρεμα νερά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Στο Μαξίμου γνωρίζουν την συνθετότητα του εγχειρήματος, ωστόσο στόχος είναι να διερευνηθεί αν υπάρχει ένα παράθυρο ευκαιρίας. Δεν σημαίνει ότι λύθηκαν ως δια μαγείας τα σημαντικά προβλήματα με την Τουρκία αλλά μπορούμε να προσεγγίσουμε ξανά το πλαίσιο των σχέσεών μας μέσα από μία πιο θετική σκοπιά είναι το μήνυμα που εκπέμπεται από την ελληνική πλευρά.
Βέβαια ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει αποδειχθεί πως είναι ένας απρόβλεπτος παίκτης και επομένως μένει να φανεί αν το νέο σκηνικό θα έχει «συνέχεια, συνέπεια και διάρκεια». Άλλωστε δεν είναι εύκολο να εγκαταλειφθούν από την μια μέρα στην άλλη οι υψηλοί τόνοι που επικράτησαν όλο το προηγούμενο διάστημα.
Αυτό φάνηκε και από τις σημερινές αναφορές του εκπροσώπου του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης Ομέρ Τσελίκ, που επέλεξε να ξεδιπλώσει εκ νέου ένα αναθεωρητικό αφήγημα. Και μένει να φανεί αν θα ακολουθήσουν και άλλες δηλώσεις από την τουρκική πλευρά σε ανάλογο ύφος.
Το… momentum
Η επόμενη συνεδρίαση του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας θα πραγματοποιηθεί το φθινόπωρο στη Θεσσαλονίκη και στόχος είναι είναι να μην χαθεί το momentum για τις σχέσεις των δύο χωρών. Οι κινήσεις το επόμενο διάστημα θα γίνουν σε τρεις άξονες:
- Ο πρώτος είναι ο πολιτικός διάλογος – που εδώ πρέπει να σημειωθεί πως θα γίνει υπό την καθοδήγηση των δύο υπουργών Εξωτερικών – που θα τεθούν τα βαριά γεωπολιτικά ζητήματα. Με σημαντικότερο το βασικό ζήτημα το οποίο αναγνωρίζουμε ότι είναι η διαφορά μας με την Τουρκία, δηλαδή η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας, στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
- Ο δεύτερος δίαυλος είναι τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Είναι χαρακτηριστικό πως την Τετάρτη μετά την συνάντηση των υπουργών Άμυνας των δύο χωρών ο Νίκος Δένδιας σε ανάρτηση του ανέφερε πως συμφωνήθηκε η επικοινωνία των δύο πλευρών για την διευθέτηση συνάντησης για δραστηριότητες Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Μάλιστα πηγές του υπουργείου Εθνικής Άμυνας σημείωναν πως οι δυο υπουργοί συμφώνησαν να υπάρχει η δυνατότητας άμεσης μεταξύ τους τηλεφωνικής επικοινωνίας, εφόσον χρειαστεί, ενώ εξετάσθηκε και η δυνατότητα πραγματοποίησης εκατέρωθεν επισκέψεων.
- Ο τρίτος άξονας προσέγγισης αφορά τη λεγόμενη θετική ατζέντα. Αφορά ζητήματα οικονομικής συνεργασίας, ενεργειακής συνεργασίας, συνεργασίας ενδεχομένως σε τομείς όπως η πολιτική προστασία.
Είναι ένας τομέας στον οποίο θα μπορούσαν σχετικά γρήγορα να υπάρξουν κάποια απτά αποτελέσματα, ώστε αυτά να μπορούν να επισημοποιηθούν στο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας στη Θεσσαλονίκη. Δεν σημαίνει, δηλαδή, ότι επειδή μπορεί να μην συμφωνήσουμε στο μείζον ότι πρέπει αυτόματα να γυρίσουμε σε μια περίοδο μεγάλης έντασης είναι το μήνυμα που εκπέμπεται από την ελληνική πλευρά.
Οι αναφορές Μητσοτάκη στη Χάγη
«Μεγάλος στόχος είναι να λύσουμε τον πυρήνα της διαφοράς. Και αναφέρομαι στην διαφορά, διότι η μεγάλη μας διαφορά με την Τουρκία εξακολουθεί να είναι η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας δηλαδή, στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο» υπογράμμισε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός. Όπως μάλιστα είπε εφόσον υπάρξει συμφωνία να πάμε στη Χάγη το Διεθνές Δικαστήριο να επιληφθεί αυτής της μεγάλης: εκκρεμότητας η οποία έρχεται εδώ και πολλές δεκαετίες. «Αλλά προφανώς το να πάμε στη Χάγη δεν είναι μια απλή υπόθεση ούτε είναι κάτι το οποίο μπορεί να γίνει από τη μια στιγμή στην άλλη» υπογράμμισε.
Μάλιστα σε συνέντευξη του στο ΣΚΑΙ μίλησε για «πατριωτισμό της ευθύνης σε αντίθεση με τον πατριωτισμό που εξαντλείται σε εύκολες κορώνες. «Οποιαδήποτε συμφωνία αυτού του τύπου μπορεί ενδεχομένως, ναι, να συνεπάγεται και κάποιες υποχωρήσεις από κάποιες θέσεις οι οποίες μπορούν να αποτελούν την αφετηρία μιας διαπραγμάτευσης. Αλλά το ερώτημα είναι: θα μείνουμε με τη διαφορά αυτή ανεπίλυτη αν η ιστορία μας προσφέρει μία ευκαιρία να τη λύσουμε;» σημείωσε. Για να υπογραμμίσει πως «προσέξτε, θα τη λύσουμε με όρους οι οποίοι θα είναι προφανώς συμβατοί με την υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων. Και επειδή είμαστε ακόμα μακριά από αυτό το σενάριο -γιατί δεν είναι μία απόφαση που την παίρνω προφανώς μόνος μου- αν ποτέ φτάναμε σε αυτό το σημείο θα είχε μείζονα ρόλο να παίξει και η Βουλή και τα κόμματα».