«Αποχαιρετούμε σήμερα, με οδύνη και σεβασμό, μία ξεχωριστή γυναίκα, μία σεμνή αγωνίστρια, μία φωτεινή προσωπικότητα: Τη συντρόφισσά μας Μυρσίνη Ζορμπά»: Με αυτά τα λόγια ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. ξεκίνησε τον επικήδειο λόγο του στην πολιτική κηδεία της Μυρσίνης Ζορμπά, η οποία έφυγε από τη ζωή την περασμένη Παρασκευή.
Ο κ. Τσίπρας αναφέρθηκε στο ξεκίνημα και στη διαδρομή της εκλιπούσης, που είχε διατελέσει υπουργός Πολιτισμού της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, σημειώνοντας ότι η Μυρσίνη Ζορμπά «από πολύ νωρίς, διάλεξε τη δύσκολη πλευρά, να πορεύεται όχι με το ρεύμα αλλά με πυξίδα τα ιδανικά της συνεπαρμένη από τη μεγάλη δύναμη των απελευθερωτικών ιδεών της Αριστεράς, αλλά και με περίσσια προσωπική αποφασιστικότητα».
«Αυτές ήταν οι αποσκευές της το 1967 όταν 18 χρονών εντάχθηκε στις τάξεις του Πανελλήνιου Αντιδικτατορικού Μετώπου. Ήταν μία εμπειρία που τη σημάδεψε. Όχι μόνο για τη βιωματική ταύτιση με τις ιδέες της ανανεωτικής αριστεράς και τη δύσκολη πράξη της καθημερινής αντίστασης απέναντι σε ένα βάρβαρο καθεστώς- το οποίο τη συνέλαβε και την τιμώρησε. Αλλά για τη μεγάλη ανάγκη σύνδεσης της δράσης -ακόμα και στις πιο αντίξοες συνθήκες- με τη διανοητική αναζήτηση, το θαρραλέο στοχασμό, την ανατροφοδότηση του πάθους για ελευθερία με ιδέες και αναφορές που το μετασχηματίζουν σε πολιτικό περιεχόμενο» είπε.
Όπως επεσήμανε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ «αυτός ο μοναδικός συνδυασμός πολιτικής πρακτικής και νοητικής εγρήγορσης οδήγησε τη Μυρσίνη στο εκδοτικό εγχείρημα του Οδυσσέα, τη συμμετοχή στις οραματικές συλλογικότητες της μεταπολίτευσης, τη μετάφραση και έκδοση στην Ελλάδα των πρωτοπόρων στοχαστών της μαρξιστικής σκέψης- με κύριο σημείο αναφοράς τον Αντόνιο Γκράμσι».
«Κάθε φορά που οι δυνάμεις της συντήρησης θα επιτίθενται στο ριζοσπαστικό φορτίο της Μεταπολίτευσης, η δική μας σκέψη θα επιστρέφει στην ευγενική φυσιογνωμία της Μυρσίνης και στο όραμά της για την πολιτισμική δημοκρατία. Όχι ως μία στενή θεωρητική σύλληψη, αλλά ως πολιτικό αίτημα με ριζοσπαστικό βάθος» συνέχισε.
«Έδωσε τη μάχη για έναν πολιτισμό ανοιχτό και δυναμικό»
Εστιάζοντας στη συμβολή της στον χώρο του Πολιτισμού είπε ότι «απέναντι στην κυρίαρχη αντίληψη που για δεκαετίες θεωρούσε τον πολιτισμό μια πολυτέλεια για τις ελίτ, η Μυρσίνη έδωσε τη μεγάλη μάχη για ένα νέο υπόδειγμα: έναν πολιτισμό ανοιχτό και δυναμικό, έναν πολιτισμό που θα διαπερνά τη συλλογική μας καθημερινότητα, ένα πολιτισμό που θα αντιμετωπίζει τους ανθρώπους του, με όρους αξιοπρέπειας και εμπιστοσύνης. Μια πολιτική για τον πολιτισμό που έχει το βλέμμα της στραμμένο στο μέλλον και όχι στην διαρκή ανακύκλωση των κουρασμένων κλισέ και τη στενόμυαλη λατρεία ενός αποστειρωμένου παρελθόντος. Και αυτό το όραμα το έκανε πράξη με έναν μοναδικό συνδυασμό: Μέσα και έξω από τους θεσμούς».
Σημείωσε στη συνέχεια πως «η Μυρσίνη ήταν μια πολύπλευρη προσωπικότητα που σε κέρδιζε από την πρώτη στιγμή με το ευγενικό της χαμόγελο και το διεισδυτικό της βλέμμα, με τη μοναδική της ευαισθησία και τη σπάνιά της εργατικότητα».
«Αυτός ήταν ο συνδυασμός που σφράγισε το πέρασμά της από το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, από το Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού, από την Ευρωβουλή, από τις μικρές και μεγάλες πρωτοβουλίες που είχαν στο επίκεντρό τους το διαρκές αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη και πολιτική ελευθερία. Αυτός ο συνδυασμός σφράγισε και τη θητεία της στο υπουργείο Πολιτισμού -αυτό το πολύπαθο υπουργείο» είπε και συνέχισε λέγοντας:
«Η Μυρσίνη μας άφησε, τέλος, και κάτι μοναδικό, τις στιγμές που μας άφηνε. Ένα συγκλονιστικό -δεν μπορώ να βρω άλλη λέξη- κείμενο, όταν κλήθηκε να αναμετρηθεί με τον μεγαλύτερο φόβο, αυτόν που δεν βρίσκουμε τη λέξη να τον περιγράψουμε. Και η Μυρσίνη κατάφερε να τον περιγράψει με μία μόνο λέξη: ‘ανυπαρξία’. Δείχνοντάς μας, όμως ταυτόχρονα, τον δρόμο της αναμέτρησης με τον φόβο της ανυπαρξίας. Μέσα από το παράδειγμά της.
Κυρίως όμως μέσα από την σπουδαία ύπαρξή της. Μέσα από τη ζωή και το έργο της. Μια ύπαρξη που ταυτίστηκε με το ασίγαστο πάθος της δικαιοσύνης, με την προσήλωση στα οράματα της χειραφέτησης, με τη στοχαστική και συνάμα μαχητική στάση απέναντι στον κόσμο που μας περιβάλλει».
«Αυτός ο πλούτος της ύπαρξής της. Αυτή η δύναμη των ιδεών –που όπως έγραψε και η ίδια ‘δεν σταματάει να υπάρχει’. Θα είναι ο μεγάλος μας σύμμαχος στις μεγάλες και στις μικρές μάχες που έχουμε μπροστά μας. Και γι’ αυτό της οφείλουμε αποχαιρετώντας τη, ένα μεγάλο ευχαριστώ» κατέληξε.