Από πολύ ενισχυμένη θέση, σε σχέση με το πού βρισκόταν το 2019, προσέρχεται η Ελλάδα στη συζήτηση του ευρωπαϊκού συμβουλίου που έχει ως κύριο ζήτημα που αφορούν την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας, δήλωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προσερχόμενος στη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες.
«Η οικονομία αναπτύσσεται γρήγορα, η ανεργία αποκλιμακώνεται, το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώνεται με το γρηγορότερο ρυθμό σε όλη την ΕΕ», είπε προσθέτοντας πως η χώρα μας είναι πρωταθλήτρια σε σχέση με τα ιστορικά στατιστικά στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων.
«Αυτό επιτρέπει στην ελληνική κυβέρνηση να συνεχίσει να στηρίζει τους πιο αδύναμους συμπολίτες μας απέναντι στην εισαγόμενη ακρίβεια, αλλά μας κάνει και πιο αισιόδοξους ότι οι καλύτερες μέρες της ελληνικής οικονομίας είναι ακόμη μπροστά μας», πρόσθεσε.
Ο πρωθυπουργός υπογράμμισε επίσης ότι η Ευρώπη αντιμετωπίζει μια σειρά από μεγάλες οικονομικές προκλήσεις: η εισαγόμενη ακρίβεια αλλά και τα υψηλά επιτόκια δανεισμού. «Η ΕΚΤ κρίνει απαραίτητη την αύξηση των επιτοκίων προκειμένου να συγκρατήσει τον πληθωρισμό», είπε σημειώνοντας ότι αυτή η αύξηση των επιτοκίων πιέζει και τους Έλληνες δανειολήπτες καθώς τους υποχρεώνει να διαθέσουν μεγαλύτερο κομμάτι του διαθέσιμου εισοδήματός τους για τις δανειακές τους υποχρεώσεις.
Από την άλλη όμως, ο κ. Μητσοτάκης τόνισε την πρόοδο που έχει γίνει τα τελευταία χρόνια, σημειώνοντας ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι πια ισχυρές. «Μπροστά στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική καταιγίδα, που εκτυλίχθηκε τις τελευταίες εβδομάδες, θέλω να διαβεβαιώσω όλους τους Έλληνες καταθέτες ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι ισχυρό και οι καταθέσεις τους είναι προστατευμένες», είπε.
«Και βέβαια καθώς η Ελλάδα θα εξακολουθεί να κάνει βήματα προόδου και να αποκτά επιτέλους την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα, θα μπορούμε να προσβλέπουμε ότι και το κόστος δανεισμού για τις ελληνικές επιχειρήσεις, για τα ελληνικά νοικοκυριά θα μειωθεί με αποτέλεσμα να μην είμαστε τόσο αρνητικά εξαρτημένοι από οποιαδήποτε αύξηση των επιτοκίων καθορίζεται από την ΕΚΤ», κατέληξε.