Η σταδιακή αλλαγή της στάσης των Μεγάλων Δυνάµεων υπέρ της Τουρκίας µετά τον Πρώτο Παγκόσµιο Πόλεµο έκλεισε για µια ακόµη φορά τις κάνουλες του δανεισµού, και στις αρχές του 1922, την πιο κρίσιµη στιγµή δηλαδή για την εξέλιξη της εκστρατείας στη Μικρά Ασία, τα κρατικά ταµεία είχαν στεγνώσει.
Η ευρωπαϊκή περιοδεία του πρωθυπουργού Δηµήτρη Γούναρη για τη σύναψη νέου δανείου δεν καρποφόρησε, για πολιτικούς κυρίως λόγους, και η φιλοβασιλική κυβέρνηση που είχε αναλάβει την εξουσία µερικούς µήνες πριν, εκτοπίζοντας τον Βενιζέλο, περιήλθε σε δεινή θέση.
Γιώργος Χαρβαλιάς
Με την επιστροφή του στην Αθήνα, ο Γούναρης ενηµέρωσε τους υπουργούς του ότι οι Ευρωπαίοι του έκλεισαν την πόρτα, εξηγώντας ότι η χώρα χρειάζεται επειγόντως πόρους, που δεν µπορούσαν να αντληθούν από την αύξηση της φορολογίας ή των δασµών, γιατί αυτό απαιτούσε χρόνο. Ως δια µαγείας, όµως, ένας από τους συνοµιλητές του πρωθυπουργού ανακάλυψε τη λύση αναφωνώντας το αµίµητο: «Δημητράκη, τα ηύρα τα λεφτά!».
Ήταν ο δαιµόνιος υπουργός Οικονοµικών, Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης, που για να αποφύγει µια νέα χρεοκοπία σκαρφίστηκε έναν πρωτότυπο τρόπο εσωτερικού δανεισµού. Σε µια θεατρική, αλλά ευφυέστατη πολιτική κίνηση από το βήµα της Βουλής, αυτός ο εξαιρετικός µηχανικός από τη Νάξο, που σχεδίασε τη διώρυγα της Κορίνθου, αλλά αργότερα εκτελέστηκε άδικα ως ένας από τους υπαίτιους της Μικρασιατικής Καταστροφής, έβγαλε από το πορτοφόλι του ένα χαρτονόµισµα των 100 δραχµών και το έκοψε στη µέση µε ένα ψαλίδι.
Επρόκειτο για µια πρωτότυπη παγκοσµίως µέθοδο εσωτερικής υποτίµησης. Η αριστερή πλευρά του εκατοντάδραχµου, µε τη φιγούρα, θα χρησιµοποιούνταν ως νό- µισµα στη µισή αξία του ακέραιου χαρτονοµίσµατος και η δεξιά µε το βασιλικό στέµµα ως έντοκη οµολογία του δηµοσίου. Οι πολίτες θα µπορούσαν να «σπάσουν» το ιδιότυπο οµόλογο στην Εθνική Τράπεζα άµεσα, αποκοµίζοντας όµως ένα τµήµα της αξίας του!
Με αυτή την απίθανή πατέντα αποσοβήθηκε η χρεοκοπία, αποφεύχθηκε η κυκλοφορία ακάλυπτου χρήµατος που θα οδηγούσε σε ασφυκτικές πληθωριστικές πιέσεις, και το ελληνικό δηµόσιο κατάφερε να συγκεντρώσει άµεσα ένα τεράστιο ποσό για τη χρηµατοδότηση του πολέµου. Οι ξένοι πιστωτές έµειναν άναυδοι, ο Βρετανός πρωθυπουργός Λόιντ Τζορτζ αναγκάστηκε να επαινέσει την οξύνοια του Έλληνα υπουργού, ενώ ο διεθνούς φήµης Ιταλός οικονοµολόγος Βιλφρέντο Παρέτο µίλησε για «δηµοσιονοµικό ηρωισµό».
Εκ των υστέρων προκαλεί εντύπωση πώς ο ελληνικός λαός δέχτηκε σχεδόν αδιαµαρτύρητα αυτή τη βάναυση επιδροµή στην τσέπη του, µε τη µορφή ενός αναγκαστικού δανείου. Αλλά και ο τελευταίος Έλληνας καταλάβαινε ότι είχε φτάσει η ώρα µηδέν και το εθνικό όνειρο της Ιωνίας κινδύνευε να µετατραπεί σε εθνικό εφιάλτη. Ακόµη και τα κόµµατα της αντιπολίτευσης αναγκάστηκαν να κατεβάσουν τους τόνους, γιατί αντιλαµβάνονταν µε τη σειρά τους ότι οποιαδήποτε άλλη πρωτοβουλία που θα οδηγούσε στην κυκλοφορία πληθωριστικού νοµίσµατος θα εξανέµιζε µονοµιάς τις οικονοµίες των φτωχότερων λαϊκών στρωµάτων.
Υπό αυτή την έννοια, η κίνηση του Πρωτοπαπαδάκη, που ρίσκαρε τα πάντα ποντάροντας στην ωριµότητα του απλού κόσµου, έπρεπε να αποτελεί πηγή έµπνευσης για τους σύγχρονους Έλληνες πολιτικούς. Δυστυχώς οι τελευταίοι δεν τόλµησαν ποτέ να προτείνουν στον ελληνικό λαό ένα ανάλογο «αναγκαστικό δάνειο» εσωτερικού τύπου για να γλιτώσουν τη χώρα από την καταστροφική δανειακή οµηρία.
Παρά τον απίθανο δηµοσιονοµικό αυτοσχεδιασµό, που έφερε στα κρατικά ταµεία ένα τεράστιο ποσό, η τύχη της Σµύρνης και των άλλων ιστορικών κοιτίδων του ελληνισµού στην άλλη πλευρά του Αιγαίου είχε κριθεί. Η συντριβή της ελληνικής στρατιάς και η εκκένωση της Μικράς Ασίας τον µαύρο Σεπτέµβριο του 1922 διέλυσε κάθε ελπίδα ανάταξης, φέρνοντας την Ελλάδα αντιµέτωπη µε ένα τεράστιο προσφυγικό κύµα.
Από τη µαθηµατικά προδιαγεγραµµένη χρεοκοπία έσωσε την Ελλάδα ένας άλλος από µηχανής θεός. Ο πατέρας Μόργκενταου, που για καλή τύχη της Ελλάδας, όπως είδαµε, διορίστηκε πρόεδρος της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων από την Κοινωνία των Εθνών. Χάρις στις δικές του άοκνες προσπάθειες, εξασφαλίστηκε ένα γενναίο δάνειο, που αυτή τη φορά κατέληξε σε καλό σκοπό. Διέσωσε τη χώρα από τη χρεοκοπία και τάισε τα στόµατα εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων.
Η χρεοκοπία που αποσοβήθηκε µε ακροβατικούς χειρισµούς από τον Πρωτοπαπαδάκη και τον Μόργκενταου ήρθε πάντως µια δεκαετία αργότερα, κάπως πιο ανύποπτα είναι η αλήθεια, µε την υπογραφή του Ελευθέριου Βενιζέλου. Και ήταν η τέταρτη στην ιστορία του νεότερου ελληνικού κράτους. Πολύ λίγοι γνωρίζουν ότι ήταν κι αυτή αποτέλεσµα µιας καραµπόλας αθέτησης χρέους, µε πρωταγωνίστρια όχι την Ελλάδα αλλά τη Γερµανία!
Είχε προηγηθεί το µεγάλο Κραχ του 1929 στη Νέα Υόρκη, που πυροδότησε αλυσιδωτές αντιδράσεις στις ευρωπαϊκές οικονοµίες, µε πρώτη και καλύτερη τη γερµανική, αφού η τελευταία εξυπηρετούσε τις διεθνείς της υποχρεώσεις µε αµερικανικά δανεικά.
Στην Ελλάδα, η «Μαύρη Πέµπτη» της 24ης Οκτωβρίου 1929 πέρασε σχεδόν απαρατήρητη. Τα πρώτα τηλεγραφήµατα του ξένου τύπου περί χρηµατιστηριακού πανικού δηµοσιεύτηκαν στις ελληνικές εφηµερίδες αρκετές µέρες αργότερα, σχεδόν µια εβδοµάδα µετά τη θυελλώδη έναρξη του κραχ. Τα προβλήµατα που δηµιουργήθηκαν όµως στην ελληνική οικονοµία ήταν τεράστια. Και οφείλονταν κατά µεγάλο µέρος στις δοµικές αδυναµίες της παραγωγικής της διάρθρωσης.
Οι βασικές ελληνικές εξαγωγές περιορίζονταν σε «προϊόντα πολυτελείας», ευαίσθητα στις οικονοµικές συγκυρίες, όπως ο καπνός, η σταφίδα και το ελαιόλαδο. Υπό το βάρος πάντα και του προσφυγικού προβλήµατος, η αξία των ελληνικών εξαγωγών κατέρρευσε. Μέσα από τη διεθνή οικονοµική κρίση προέκυψε και µια µεγάλη µείωση των µεταναστευτικών εµβασµάτων και των εσόδων από τη ναυτιλία, που κάλυπταν σε µεγάλο βαθµό µέχρι τότε το έλλειµµα στο ισοζύγιο πληρωµών.
Η Ελλάδα είχε ήδη µεγάλα εξωτερικά χρέη από τον συνεχή δανεισµό, αλλά ο Βενιζέλος επέµενε να κρατάει τη δραχµή στον κανόνα του χρυσού, έχοντας συνδέσει την ισοτιµία του ελληνικού νοµίσµατος µε τη στερλίνα.
Η πολιτική µιας ισχυρής δραχµής έβλαψε σοβαρά τις εξαγωγές και δε φαινόταν πειστική για τους εγχώριους αποταµιευτές, που ζητούσαν επιµόνως συνάλλαγµα. Η Τράπεζα της Ελλάδος, που είχε ιδρυθεί µόλις πριν λίγα χρόνια µε τις ευλογίες της Κοινωνίας των Εθνών, αναγκαζόταν να ξοδεύει τα αποθέµατά της σε χρυσό και ξένο συνάλλαγµα προκειµένου να στηρίζει τη δραχµή στην κλειδωµένη ισοτιµία µε τη λίρα. Η ξαφνική όµως εγκατάλειψη από τη Βρετανία του «χρυσού κανόνα» και η συνακόλουθη υποτίµηση της λίρας δηµιούργησαν κύµα πανικού στην Ελλάδα.
Ο Βενιζέλος προσπαθούσε να καθησυχάσει τους πολίτες µε διαγγέλµατα, δίνοντας εγγυήσεις για τη σταθερότητα του νοµίσµατος, αλλά η ζηµιά είχε γίνει. Μέσα σε ελάχιστες µέρες, τον Σεπτέµβριο του 1931, αποσύρθηκαν συναλλαγµατικά αποθέµατα 3,4 εκατοµµυρίων χρυσών δολαρίων από τη νεοσύστατη κεντρική τράπεζα, καθώς οι περισσότεροι εύποροι Έλληνες, και µεταξύ αυτών οι τραπεζίτες της εποχής, έσπευσαν να ανταλλάξουν τις δραχµές µε σκληρό νόµισµα.
Κάποιοι µετέφεραν τις καταθέσεις τους στο εξωτερικό και κάποιοι άλλοι κράτησαν τα χρυσά νοµίσµατα κάτω από το µαξιλάρι τους. Η εφιαλτική αυτή εκροή συναλλάγµατος θυµίζει πολύ την απώλεια 120 δις ευρώ, που έκαναν φτερά µέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστηµα από τις σύγχρονες ελληνικές τράπεζες την περίοδο της κρίσης. Ιδιαίτερα αν σκεφτούµε ότι, µετά το πρώτο σοκ, και ο Ελευθέριος Βενιζέλος αναγκάστηκε, µε τον «Νόµο περί προστασίας του εθνικού νοµίσµατος», να επιβάλει µέτρα που παραπέµπουν ευθέως στα capital controls του… 2015.
Αυτό που δυστυχώς παραβλέπουν οι περισσότεροι ερευνητές εκείνης της προπολεµικής χρεοκοπίας είναι να αναδείξουν ότι το ελληνικό πρόβληµα δεν προήλθε µόνο από το Κραχ του 1929, αλλά και από την παύση πληρωµών της Γερµανίας το 1931, σε συνδυασµό µε την οριστική διαγραφή των πολεµικών της χρεών από τον ανεκδιήγητο Αµερικανό πρόεδρο Χέρµπερτ Χούβερ, τη δράση του οποίου συναντήσαµε σε προηγούµενα κεφάλαια.
Ο Βενιζέλος δανειζόταν γιατί περίµενε να φανεί η Γερµανία συνεπής στις υποχρεώσεις της. Να καταβάλει δηλαδή τις αποζηµιώσεις που αναλογούσαν και είχαν επιδικαστεί υπέρ της Ελλάδας τα αµέσως προηγούµενα χρόνια στις δύο διασκέψεις της Χάγης. Πού τέτοια τύχη όµως…
Πληροφορίες για το βιβλίο του Γιώργου Χαρβαλιά εδώ