Στην σκιά του σκανδάλου διαφθοράς στο Ευρωκοινοβούλιο πραγματοποιείται σήμερα η ευρωπαϊκή Σύνοδος Κορυφής στις Βρυξέλλες. Προσερχόμενη η πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Ρομπέρτα Μέτσολα προσπάθησε να ερμηνεύσει τι ήταν αυτό που προκάλεσε το σκάνδαλο Qatargate.
«Υπάρχουν πάρα πολλοί τρόποι με τους οποίους λαμβάνονται αποφάσεις και οι οποίοι θα μπορούσαν να βελτιωθούν, πάρα πολλές ανεπίσημες ομάδες που θα μπορούσαν δυνητικά να επηρεαστούν, πάρα πολλοί οργανισμοί των οποίων η διαφάνεια της χρηματοδότησης δεν είναι ξεκάθαρη», είπε διαβεβαιώνοντας ότι δεν θα υπάρξει ατιμωρησία.
Όπως είπε, θα ελεγχθούν όλα. Παράλληλα τόνισε ότι το Κοινοβούλιο δεν είναι προς πώληση. Σημείωσε ωστόσο ότι δεν μπορεί να πει με σιγουριά ότι αυτό δεν θα ξανασυμβεί ποτέ, καθώς πρόκειται για εγκληματική διαφθορά.
«Θα μιλήσω για τις εγκληματικές κατηγορίες που εμπλέκουν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κάτι το οποίο αποτελεί χτύπημα στην δημοκρατία και ένα χτύπημα σε όλα αυτά πάνω στα οποία έχουμε εργαστεί για πολλά χρόνια. Χρειάζονται χρόνια να οικοδομηθεί η εμπιστοσύνη, αλλά μόνο μία στιγμή για να την γκρεμίσεις», είπε.
«Το μήνυμά μου θα είναι ότι δε θα υπάρξει ατιμωρησία, δεν θα μπει τίποτα κάτω από το χαλί, δεν θα είναι δουλειά όπως συνήθως. Θα κάνω ό,τι μπορώ μαζί με τους συνάδελφους μου για να αποκαταστήσουμε τη θέση (του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου) ως οίκου της δημοκρατίας. Ως συννομοθέτη, ως θεσμού που είναι διαφανής, που είναι καθαρός και δεν είναι προς πώληση σε ξένους παράγοντες που φαίνεται να μας υπονομεύουν», δήλωσε επίσης.
Αναφερόμενη στο πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου, για το οποίο υπάρχουν συζητήσεις αρκετό καιρό χωρίς όμως οι Ευρωπαίοι ηγέτες να έχουν καταλήξει σε συμφωνία σημείωσε ότι θα συνεχίσει να υπάρχει πίεση «για μία απόφαση. Στο ζήτημα ανφέρθηκε επίσης ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, εκφράζοντας την αισιοδοξία του ότι «μετά από πολλούς μήνες διαβουλεύσεων, θα μπορέσουμε είτε σήμερα είτε το αργότερο την επόμενη Δευτέρα- στο συμβούλιο υπουργών-να οριστικοποιήσουμε τις αποφάσεις μας. Είμαστε κοντά στο να μπορέσουμε να επιβάλουμε ένα ανώτατο πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου».