Καθήκον της χαρακτήρισε την κατάθεση μήνυσης στον Άρειο Πάγο κατά παντός υπευθύνου, η γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, Όλγα Γεροβασίλη.
Μιλώντας στη δημόσια τηλεόραση για το θέμα των παρακολουθήσεων έκανε λόγο για «σκάνδαλο που τραυματίζει σήμερα τη χώρα, τους θεσμούς και το πολίτευμα» και «πολιτική δυστοπία».
«Η συστηματική έλλειψη διάθεσης της Κυβέρνησης να δώσει λύση σε όλο αυτό το σκάνδαλο που τραυματίζει σήμερα τη χώρα, τους θεσμούς και το πολίτευμα, η έλλειψη αντιδράσεων από τους αναγραφόμενους στη δημοσιευμένη λίστα παρακολουθούμενων, η πληθώρα δημοσιευμάτων που ξετυλίγουν καθημερινώς ένα δίκτυο παρακρατικό που φαίνεται να στήνεται με κέντρο το Μέγαρο Μαξίμου όλα αυτά συνθέτουν μία πολιτική δυστοπία για την οποία φέρει βαρύτατες ευθύνες η κυβέρνηση Μητσοτάκη και στην οποία έχουμε καθήκον ως πολιτικό προσωπικό της χώρας να ορθώσουμε ανάστημα με κάθε θεσμικό μέσο», είπε χαρακτηριστικά.
Η κ. Γεροβασίλη έκανε ακόμα λόγο για αγώνα συγκάλυψης του σκανδάλου αναφέροντας ότι «η κυβέρνηση και ο κ. Μητσοτάκης προσωπικά έκαναν τους ανήξερους. «Είμαι απολύτως πεπεισμένη ότι το παρακρατικό δίκτυο στήθηκε εις γνώσιν του κ. Μητσοτάκη, όπως το ίδιο πεπεισμένος είναι και ο ελληνικός λαός ως φαίνεται και στις δημοσκοπήσεις. Η κυβέρνηση και ο κ. Μητσοτάκης προσωπικά, όλο αυτό το διάστημα από τη στιγμή της δημοσιοποίησης των παράνομων παρακολουθήσεων πέρασε από την αρχική φάση του «ανήξερου» για να καταλήξει μετά από τόσους μήνες μετά να δηλώνει «θύμα», ενώ στ αλήθεια η μόνη βραχυπρόθεσμα «κερδισμένη» από τη σωρεία παρακολουθήσεων δεν ήταν άλλη παρά η ίδια η κυβέρνηση. Το ίδιο αυτό διάστημα κάθε ενέργειά της είχε στόχο την αποσιώπηση και τη συγκάλυψη», δήλωσε.
Όπως είπε επίσης, «με δύο κινήσεις ο κ. Μητσοτάκης θα μπορούσε να έχει συμβάλει στη διαλεύκανση του τεράστιου σκανδάλου των υποκλοπών που ταλανίζει τη χώρα και πλήττει τους θεσμούς».
Εξηγώντας ποιες είναι αυτές οι δύο κινήσεις, ανέφερε:
«Πρώτον, θα μπορούσε να άρει το απόρρητο και όπως ορίζει ο κανονισμός της Βουλής και το σύνταγμα ώστε να μιλήσουν οι εμπλεκόμενοι στα αρμόδια όργανα της Βουλής. Η επίκληση του απορρήτου στις θεσμοθετημένες εκ του Συντάγματος και του κανονισμού της βουλής Αρχές (π.χ. Επιτροπή Θεσμών και διαφάνειας και ΑΔΑΕ) αποκλείει την πιθανότητα ελέγχου.
Και δεύτερον θα μπορούσε να επιτρέψει στην ΑΔΑΕ να λειτουργήσει όπως συμβαίνει στις ευρωπαϊκές χώρες (πλην της επαναφέροντας το νόμο σύμφωνα με τον οποίο η ΑΔΑΕ, μπορεί να ενημερώνει κάθε πολίτη -όταν δεν έχει ενοχοποιηθεί από κάτι και εφόσον έχουν αρθεί οι λόγοι παρακολούθησής του. Αντιθέτως ο κ. Μητσοτάκης αρνείται να άρει την «νυχτερινή» τροπολογία των Τσιάρα-Πικραμμένου η οποία ψηφίστηκε όταν ο κ. Κουκάκης πήγε να ασκήσει το δικαίωμα του να ενημερωθεί εάν επαρακολουθείτο. Το ότι έφερε εκείνη τη χρονική στιγμή την συγκεκριμένη τροπολογία είναι ένδειξη ενοχής. Το ίδιο είναι και η μη άρση της».
Σχολιάζοντας το σχέδιο νόμου της κυβέρνησης για τις επισυνδέσεις, η κ. Γεροβασίλη έκανε λόγο για «μισές δουλειές». «Έρχεται σήμερα το περίφημο σχέδιο νόμου της κυβέρνησης για τις νόμιμες επισυνδέσεις και τι λέει; Επιτρέπει μεν στην ΑΔΑΕ να ενημερώσει τον πολίτη υπό τον περιορισμό ότι α. αυτό θα συμβεί τρία χρόνια μετά την άρση της παρακολούθησης και β. χωρίς αναδρομική ισχύ. Άρα, στις ερχόμενες εκλογές το 2023, εφόσον δεν έχει περάσει το διάστημα των τριών ετών ο κ. Ανδρουλάκης θα κατέβει ως αρχηγός κόμματος με τη ρετσινιά του «εθνικού κινδύνου»;
Σε ερώτηση του δημοσιογράφου περί του πότε ξεκίνησε να λειτουργεί το Predator, η Όλγα Γεροβασίλη σημείωσε τα ακόλουθα: «Το σύστημα παρακολούθησης Predator είναι παράνομο, και το βέβαιο είναι ότι δεν υπήρχε ούτε υπάρχει έλλειμμα νομικού πλαισίου. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι λειτούργησε πριν το 2019. Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ που έρχονται στη δημοσιότητα από έγκυρους ερευνητές δημοσιογράφους η λειτουργία του παράνομου λογισμικού ξεκινά από το 2019 και συνεχίζεται ως σήμερα. Οι δε αποδεδειγμένες παρακολουθήσεις Κουκάκη, Ανδρουλάκη και Σπίρτζη τοποθετούνται στο 2021».