Skip to main content

Ν. Παναγιωτόπουλος: Ώρα να αρθρώσουμε ένα δυνατό «όχι» σε κάθε αναθεωρητισμό

Πηγή φωτ. ΥΠΕΘΑ

«Βασική προϋπόθεση» για να υπάρξει συνεννόηση με την Τουρκία «είναι να εκλείψουν οι επιθετικές ρητορικές και οι υπερπτήσεις» τόνισε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας

Την ανάγκη συνεννόησης με την Τουρκία ώστε να μειωθούν οι εντάσεις υπογράμμισε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος στη συνεδρίαση της ειδικής ομάδας για τη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή της κοινοβουλευτικής συνέλευσης του ΝΑΤΟ, που πραγματοποιήθηκε στη Βουλή των Ελλήνων, καλώντας την Άγκυρα να εγκαταλείψει τις προκλήσεις.

«Επιθυμία δική μας είναι να δουλεύουμε σε επίπεδο κατανόησης και να μειωθούν οι εντάσεις. Οι εντάσεις είναι κακό πράγμα και για τις δυο χώρες αλλά και για τη συνοχή του ΝΑΤΟ ιδίως στη νοτιοανατολική πτέρυγα ιδίως σε αυτή τη συγκεκριμένη γεωπολιτική συγκυρία» ανέφερε. «Βασική προϋπόθεση» όπως υπογράμμισε, «είναι να εκλείψουν οι επιθετικές ρητορικές, η εχθρική γλώσσα έναντι φίλου και συμμάχου στο ΝΑΤΟ και κάποιες ευθείες, ευθύτατες παραβιάσεις της εδαφικής μας κυριαρχίας» με «σοβαρότερη εξ αυτών τις υπερπτήσεις τουρκικών αεροσκαφών πάνω από ελληνικό έδαφος».

«Έχω», προσέθεσε, «ένα ανοικτό κανάλι επικοινωνίας, μια καλή σχέση προσωπική με τον ομόλογό μου, τον Τούρκο υπουργό Άμυνας, τον Χουλουσί Ακάρ». «Πρέπει να συνεννοηθούμε, αλλά με συγκεκριμένες προϋποθέσεις κι αυτό είναι καλό όχι μόνο για τις δύο χώρες, είναι και η επιθυμία των δύο λαών» επισήμανε.

Αναφερομένος και στις εξελίξεις στην Ουκρανία τόνισε πως «είναι ώρα να αρθρώσουμε ένα δυνατό “όχι”, σε κάθε αναθεωρητισμό, κάθε επεκτατισμό, κάθε προσπάθεια ή φιλοδοξία βίαιης αλλαγής των συνόρων στην Ευρώπη, αλλά και οπουδήποτε».

Σημείωσε, ακόμη, ότι «η διατήρηση της ενότητας της Δύσης και η ανεπιφύλακτη στήριξη της Ουκρανίας απέναντι στον ρωσικό εκβιασμό για ενεργειακό στραγγαλισμό της Ευρώπης, καθώς και στις έμμεσες απειλές για χρήση πυρηνικών όπλων, αποτελούν μια απολύτως κρίσιμη παράμετρο για μία αίσια έκβαση στο ουκρανικό δράμα, καθώς πρέπει η Συμμαχία να αποδείξει στη Μόσχα ότι οι μακροχρόνιες αντοχές μας είναι μεγαλύτερες από τις δικές της».

Τόνισε ότι η Ελλάδα καταδίκασε «απερίφραστα την άδικη και ανεπίτρεπτη εισβολή, συμμετείχαμε σε όλα τα πακέτα κυρώσεων κατά της Ρωσίας παρά το σημαντικό αντίκτυπο που υπέστη η εθνική μας οικονομία, κλυδωνισμοί από αυτά από τα πακέτα κυρώσεων».

Η χώρα, προσέθεσε μεταξύ άλλων, ο υπουργός, «παρείχε και συνεχίζει να παρέχει ανθρωπιστική βοήθεια προς τον ουκρανικό λαό αλλά και ουσιαστική στρατιωτική βοήθεια στις ουκρανικές Ένοπλες Δυνάμεις».

Υπογράμμισε ακόμη πως η Ελλάδα «μέσα σε ένα τόσο ρευστό περιβάλλον ασφαλείας καταβάλει κάθε προσπάθεια να προστατεύσει την κυριαρχία και τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Αλλά και να καταστεί ένας πάροχος ασφαλείας για την ευρύτερη περιοχή».

«Σε αυτή την κατεύθυνση και ιδιαίτερα τα τελευταία τρία χρόνια έχουν αναληφθεί από την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη τεράστιες προσπάθειες που βασίζονται σε δυο πυλώνες: Ο πρώτος πυλώνας είναι η ενίσχυση των Ενόπλων μας Δυνάμεων. Ο δεύτερος είναι η επέκταση του πλέγματος των διεθνών συμμαχιών με την εντατική προώθηση της αμυντικής διπλωματίας» συνέχισε ο Ν. Παναγιωτόπουλος για να εξηγήσει: «Όσον αφορά στον πρώτο πυλώνα, η Ελλάδα αποσκοπεί στη δημιουργία ισχυρών, αποτελεσματικών και πλήρως εξοπλισμένων Ενόπλων Δυνάμεων τόσο για την αποτροπή υφισταμένων και αναφυόμενων απειλών καθώς και αναθεωρητικών τάσεων όσο και για την ενεργό συμμετοχή της χώρας στις δομές και στους μηχανισμούς ασφαλείας του ΝΑΤΟ».

Και «όσον αφορά στον δεύτερο πυλώνα, η χώρα μας πρωτοστατεί στην προώθηση της Αμυντικής Διπλωματίας με την υπογραφή στρατιωτικών συμφωνιών με χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, η Γαλλία, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα».

Υπενθύμισε ότι η Ελλάδα «συμβάλει καθοριστικά στη διατήρηση του ιδιαίτερα αυξημένου επιπέδου φιλοδοξίας, του “level of ambition”, της συμμαχίας διαθέτοντας 3,7% του ΑΕΠ για αμυντικές δαπάνες κατά το έτος που μας πέρασε, καθώς και με τη διοχέτευση του 37% από αυτές τις αμυντικές δαπάνες σε έρευνα, ανάπτυξη και προμήθειες νέων οπλικών συστημάτων».

Για το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης διευκρίνισε ότι, μεταξύ άλλων, «εντείνει το συμμαχικό αποτύπωμα στην ευρύτερη περιοχή διασφαλίζοντας την ειρήνη και τη σταθερότητα, αλλά και την αποτροπή». Όπως προσέθεσε, το λιμάνι «αποκτά ένα ιδιαίτερο στρατηγικό ενδιαφέρον για τη Συμμαχία, αφού από εκεί καθίσταται πιο ευχερής η μεταφορά στρατευμάτων προς τη δύσκολη περιοχή, δηλαδή τα σύνορα με την Ουκρανία».

«Η επέκταση του αγωγού καυσίμων έως την Αλεξανδρούπολη σε πρώτη φάση και ίσως ακολούθως προς την Ουκρανία και τη Ρουμανία, θα υποστηρίξει με καύσιμα ενδεχόμενες συμμαχικές επιχειρήσεις» επεσήμανε.