Το ζήτημα της τουρκικής προκλητικότητας ανέδειξε ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης ενώπιον των μελών της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του ΝΑΤΟ, τονίζοντας ότι «τα σύνορα θα πρέπει να παραμένουν απαραβίαστα» και πως «δεν μπορεί να γίνει δεκτός οποιοσδήποτε παρελθοντολογικός αναθεωρητισμός».
Κατά την ομιλία του ειδικότερα το μεσημέρι της Τετάρτης στη Βουλή στο πλαίσιο των εργασιών της Ειδικής Ομάδας για τη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή, ο κ. Βαρβιτιώτης υπογράμμισε πως «δεν είναι μία περίοδος αναγέννησης παλαιών και πεθαμένων από το χρόνο αυτοκρατοριών» αλλά «μία περίοδος που ο σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου θα πρέπει να κυριαρχεί στις διεθνείς σχέσεις».
Τόνισε ακόμη πως οι αμφισβητήσεις της εθνικής μας κυριαρχίας, οι υπερπτήσεις, οι παραβιάσεις των θαλάσσιων και εναέριων συνόρων, οι παράνομες σεισμικές έρευνες, η σύναψη άκυρων συμφωνιών με τρίτα κράτη όπως το τουρκολιβυκό μνημόνιο και μια επιθετική ρητορική που καταλήγει σχεδόν καθημερινά στη φράση «θα έρθουμε ξαφνικά ένα βράδυ» δεν αποτελούν ένα πλαίσιο εποικοδομητικής συνεργασίας μέσα σε έναν κοινό οργανισμό που θέλει να εγγυάται την ασφάλεια.
«Εμείς παραμένουμε προσηλωμένοι σε όσα προβλέπει το Διεθνές Δίκαιο και δεν θέλουμε να μπούμε σε έναν διάλογο-“κοκορομαχία” με την Τουρκία που στόχο έχει τα εσωτερικά πολιτικά ακροατήρια. Αντιθέτως, η μία και μοναδική μας διαφορά, δηλαδή η χάραξη υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, είναι μια εκκρεμότητα που έρχεται από το παρελθόν και πρέπει να λυθεί άμεσα στο παρόν προς όφελος του συνολικού πλαισίου ασφαλείας που πρέπει να εγγυηθούμε για τους πολίτες μας», ανέφερε o κ. Βαρβιτσιώτης και συνέχισε λέγοντας: «Θέλουμε να παραπέμψουμε αυτή τη μία και μοναδική μας διαφορά, στο αρμόδιο διεθνές δικαστήριο βάσει του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, που η Τουρκία δεν έχει υπογράψει αλλά αποτελεί παγκόσμιο κτήμα».
Στο ίδιο πνεύμα, ο κ. Βαρβιτσιώτης αφού κατέστησε σαφές ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να βρίσκεται στο πλευρό της Ουκρανίας, επισήμανε την ευθύνη της Τουρκίας για τη μη ολοκλήρωση της ένταξης της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ. Χαρακτήρισε τη στάση της Τουρκίας εξαιρετικά αντιπαραγωγική, σε αντιδιαστολή προς αυτή της Ελλάδας που υπέγραψε και επικύρωσε από πολύ νωρίς την ένταξη των δύο χωρών. «Η ένταξη των δύο χωρών είναι ένα πολύ ισχυρό μήνυμα για την ουσία της νατοϊκής συμμαχίας, δηλαδή την αλληλεγγύη και την κοινή άμυνα απέναντι στις κοινές απειλές», ανέφερε και πρόσθεσε ότι «χρέος μας είναι να διαφυλάξουμε τις αρχές της φιλελεύθερης συνεργασίας, που βάλλονται από φωνές λαϊκισμού και εθνικισμού σε όλο τον πλανήτη».
Εξίσου προβληματική χαρακτήρισε επίσης τη μη εναρμόνιση της Τουρκίας με το ευρωπαϊκό κεκτημένο και τη μη συμμόρφωσή της με το πλαίσιο κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας, σημειώνοντας ότι «δημιουργεί παράθυρα για τη Ρωσική ομοσπονδία» και ότι αποκομίζει «ιδιαίτερο οικονομικό όφελος» παρακάμπτοντάς τες, σε αντίθεση με το τίμημα που πληρώνει η Ελλάδα και όλες οι υπόλοιπες χώρες ιδίως σε σχέση με την ενέργεια, τον τουρισμό, τις εξαγωγές. «Την εποχή που εδώ υποφέρουν, κάποιοι βγάζουν χρήματα. Η Τουρκία έχει διπλασιάσει τις θέσεις στα αεροπλάνα της, για να χωράνε οι Ρώσοι επιβάτες και οι Ρώσοι ολιγάρχες που κρατούσαν τα σκάφη τους σε άλλα λιμάνια έχουν μετακινηθεί στα τουρκικά λιμάνια», συμπλήρωσε απαντώντας σε τοποθέτηση του Τούρκου βουλευτή Ahmet Yildiz.
Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών δεν παρέλειψε να αναφερθεί στη θετική συνεισφορά της Ελλάδας στο συνολικό πλαίσιο ασφάλειας του ΝΑΤΟ, επισημαίνοντας το υψηλότατο ποσοστό αμυντικών δαπανών, τη συμμετοχή της σε όλες τις ασκήσεις αμυντικής συνεργασίας, αλλά και τον ρόλο της ως «γέφυρα ενεργειακής ασφάλειας». Υπογράμμισε ιδίως την ενεργειακή διασύνδεση της Ελλάδας με τη Βουλγαρία αλλά και τη μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας μέσω υποθαλάσσιων καλωδίων και αγωγών που θα μας συνδέσουν με την ευρύτερη περιφέρεια της Μέσης Ανατολής. Αναφερόμενος στον κομβικό ρόλο του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης, δήλωσε ότι έχει καταστεί «στρατηγικός κόμβος για την ενίσχυση των νατοϊκών δυνάμεων και την ενεργειακή απεξάρτηση της Νοτιοανατολικής Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο».
Εστιάζοντας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, ο κ. Βαρβιτσιώτης τόνισε ότι η ασφάλεια, η σταθερότητα και η ειρήνη στην περιοχή αποτελούν πυλώνα, όχι μόνο της εθνικής αλλά και της ευρωπαϊκής μας πολιτικής, καθώς επηρεάζουν άμεσα την ευρωπαϊκή και παγκόσμια ασφάλεια. «Φιλοδοξούμε να κάνουμε τη Μεσόγειο θάλασσα ειρήνης και εποικοδομητικής συνεργασίας και όχι πεδίο άγονων αντιπαραθέσεων. Γι’ αυτό και απαιτείται πάνω από όλα διάλογος και πνεύμα συνεργασίας», σημείωσε. Στο πλαίσιο αυτό, αναφέρθηκε στην πρόσφατη οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών Ισραήλ – Λιβάνου, κάνοντας λόγο για μια ιστορική συμφωνία, πρότυπο ειρηνικής επίλυσης διαφορών και ορόσημο περιφερειακής συνεργασίας, που αποτελεί παράδειγμα για το πώς το Διεθνές Δίκαιο μπορεί να επιλύσει προβλήματα και να επιτρέψει την εκμετάλλευση του ενεργειακού πλούτου της περιοχής σε μια εποχή εργαλειοποίησης της ενέργειας από τη Ρωσία.