Για «εργαλειοποίηση» του ζητήματος των παρακολουθήσεων με τα κακόβουλα λογισμικά ως «πολιορκητικού κριού» απέναντι στην κυβέρνηση έκανε λόγο ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών. Ο κ. Οικονόμου επανέλαβε πως η εφημερίδα «Documento» παρουσίασε ισχυρισμούς περί παρακολούθησης σειράς πολιτικών και μη πολιτικών προσώπων, «χωρίς την απαιτούμενη, μέχρις ώρας, τεκμηρίωση». Τόνισε ακόμη πως «όσα αναφέρονται, παρότι πλεονάζουν οι αφηγήσεις και απουσιάζουν τα στοιχεία, οφείλουν και θα διερευνηθούν διεξοδικά από τις αρμόδιες αρχές και από την ελληνική Δικαιοσύνη. Και έτσι πρέπει να γίνει ώστε να μην μείνει καμιά απολύτως υποψία, ώστε καμιά σκιά να μην αιωρείται στο δημόσιο στίβο«
«Αν όσα αναφέρονται αποδειχθούν, τότε θα πρέπει να αποδοθούν οι δέουσες ευθύνες, σε κάθε επίπεδο. Και να διωχθούν απηνώς όσοι παρανόμησαν και όσοι στράφηκαν εναντίον του δημοσίου συμφέροντος. Το ίδιο θα συμβεί και αν δεν ευσταθούν οι ισχυρισμοί αυτοί, προς εκείνους που σπέρνουν αυτές τις διαβολές» πρόσθεσε.
Ερωτηθείς γιατί έχει επιφυλάξεις αν όλα αυτά ευσταθούν και δεν είναι βέβαιος από τη στιγμή που καμία αρχή δεν αγόρασε κακόβουλα λογισμικά απάντησε «γιατί μπορεί να έγιναν από κάποιον άλλο».
Ο κ. Οικονόμου παρατήρησε πως «η πρακτική χρησιμοποίησης κακόβουλων λογισμικών, που δυστυχώς συμβαίνει σε πολλά μέρη του κόσμου, φαίνεται να έχει χρησιμοποιηθεί και στην Ελλάδα». Όπως είπε, «γνωστοί κύκλοι που λειτουργούν και τώρα, όπως είχαν λειτουργήσει και στο παρελθόν, σε ένα άλλο θέμα με επίσης παγκόσμια διάσταση, λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία, αποδίδουν τη χρήση αυτή στην κυβέρνηση και μάλιστα χωρίς κανένα στοιχείο στον ίδιο τον πρωθυπουργό. Δεν υπάρχει το οποιοδήποτε τεκμήριο. Επικαλούνται πηγές, οι οποίες υποτίθεται έκαναν τις παράνομες παρακολουθήσεις και μετά αποφάσισαν να διαθέσουν τα στοιχεία των παρακολουθήσεων αυτών σε εκείνους που σήμερα τα παρουσιάζουν. Επίσης, κάτι θυμίζει αυτό με διαφόρους που φόραγαν κουκούλες. Και ταυτόχρονα αφήνονται και υπονοούμενα για την κατοχή συνομιλιών και μηνυμάτων. Αυτή είναι η μια εκδοχή. Γιατί υπάρχει και η χειρότερη εκδοχή όλα αυτά ή μεγάλο μέρος αυτών να είναι κατασκευασμένα».
Ανέφερε στη συνέχεια πως η κυβέρνηση «θα αντιμετωπίσει όλα τα παραπάνω, όχι επηρεαζόμενη από απειλές, ούτε υποκύπτοντας σε άμεσα ή έμμεσα εκβιαστικά υπονοούμενα, αλλά με την αυτοπεποίθηση και την αποστομωτική απάντηση που δίνουν η πραγματικότητα και η αλήθεια».
Ο κ. Οικονόμου επανέλαβε πως τα λογισμικά αυτά δεν τα αγόρασε και δεν τα χρησιμοποιεί καμία δημόσια αρχή στη χώρα μας και πως η κυβέρνηση έχει επιδιώξει από την πρώτη στιγμή την πλήρη διερεύνηση της υπόθεσης, για αυτό άλλωστε βρίσκεται σε εξέλιξη ανοιχτή δικαστική έρευνα. Τόνισε επιπλέον πως φαινόμενο αυτό «δημιουργεί εθνικούς κινδύνους και χρησιμοποιείται από όσους επιδιώκουν την ανωμαλία και την εσωτερική αναταραχή, σε μια κρίσιμη μάλιστα συγκυρία, σε κάθε επίπεδο».
Παρατήρησε επίσης πως η ιστορία αυτή και ο τρόπος που εξελίσσεται αφήνει όμως ανοικτά και μια σειρά από άλλα ζητήματα πολιτικού ενδιαφέροντος. «Καταρχάς, αυτοί που συγκέντρωσαν το όποιο υλικό από τυχόν παρακολουθήσεις, φαίνεται ότι το διακινούν με συγκεκριμένο τρόπο σε συγκεκριμένες κατευθύνσεις. Προφανώς η ιστορία αυτή εργαλειοποιείται ως πολιορκητικός κριός. Συμφέροντα και κέντρα που εμπλέκονται με το χώρο των υποκλοπών ή κατασκευάζουν τέτοια σενάρια. Και στα δύο ενδεχόμενα, η στόχευση είναι σαφής: H στόχευση είναι η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός.».
Εκτίμησε δε πως «η διερεύνηση από τις αρχές και η απώλεια ψυχραιμίας των κέντρων αυτών θα ξετυλίξει το νήμα πολύ πιο γρήγορα από ό,τι φαντάζεται ακόμα και ο πλέον αισιόδοξος».
Σχολιάζοντας την στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης είπε πως έχει φτάσει στο έσχατο σημείο ευτέλειας. «Ο ΣΥΡΙΖΑ, δια του Αρχηγού του, υιοθέτησε τους ισχυρισμούς ασμένως, χωρίς να περιμένει την παρουσίαση των στοιχείων, χωρίς να περιμένει την αξιολόγησή τους από καμιά δημόσια αρχή. Αυτό είναι ένα τραγικό θεσμικό ατόπημα για θεσμικό κόμμα. Δεν έμεινε όμως μόνο εκεί. Έχοντας στην ουσία προαναγγείλει το περιεχόμενο του ‘Documento’ της Κυριακής -το οποίο είναι εύλογο να υποθέσουμε ότι γνώριζε από καιρό- ο κ. Τσίπρας έθεσε, για πρώτη φορά στην μεταπολιτευτική ιστορία μας, θέμα αξιοπιστίας των εκλογών» δήλωσε.
Κατηγόρησε παράλληλα τον ΣΥΡΙΖΑ ότι «με το να υιοθετεί δημοσιεύματα χωρίς την απαραίτητη τεκμηρίωση, τα οποία δεν έχουν διερευνηθεί από καμία δημόσια αρχή, και να προβαίνει σε πολιτικές κρίσεις βασισμένος σε αφηγήσεις, αποδεικνύει ότι τρέφεται από συνθήκες πολιτικής ανωμαλίας και αποσταθεροποίησης»,.
Όπως σημείωσε, «για να βρει αφήγημα δικαιολόγησης της διαφαινόμενης εκλογικής του ήττας, στις εκλογές, δεν διστάζει να ρίξει νερό στο μύλο όσων αμφισβητούν τη δημοκρατική λειτουργία και βάζουν εντός αγκυλών, εντός αμφισβήτησης το σκληρό πυρήνα της Δημοκρατίας μας, τα ιερά και τα όσια του Πολιτεύματός μας: τη λαϊκή ετυμηγορία.
Τόνισε επίσης ως η τακτική της αξιωματικής αντιπολίτευσης «είναι προβλέψιμη, παρωχημένη και αναποτελεσματική. Όπως και στην ιστορία με την Novartis και άλλες παρόμοιες, προκαλεί θόρυβο μέσω δημοσιογραφικών ομίλων, σηκώνει σκόνη με τα στελέχη του να δημιουργούν καταιγίδα, κυρίως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης… Στόχος και πάλι είναι η κατασυκοφάντηση των αντιπάλων του και η πρόκληση αναταραχής, ώστε να κερδίσει πρόσκαιρα κομματικά οφέλη».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος υπογράμμισε τέλος πως «όπως και παλιά, έτσι και τώρα η Δικαιοσύνη θα απαντήσει με ψυχραιμία και στοιχεία, διαλύοντας το αφήγημα της ανωμαλίας του ΣΥΡΙΖΑ». Κάλεσε μάλιστα «την κοινωνία των υπεύθυνων και σκεπτόμενων πολιτών να αποδοκιμάσει, όπως έκανε μέχρι τώρα, τις μεθοδεύσεις αυτές» σημειώνοντας πως «η Ελλάδα, ιστορικά, εθνικά και κοινωνικά, δεν έχει την πολυτέλεια διχασμών και την πολυτέλεια ανωμαλίας, ειδικά σε μια τέτοια συγκυρία».
naftemporiki.gr