Η πολύ επιθετική, πολύ φιλοπολεμική ρητορική ενοχλεί και ανησυχεί. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η αποτρεπτική δύναμη των ενόπλων δυνάμεων Κύπρου και Ελλάδας είναι η εγγύηση ότι όποιος σχεδιάζει πράγματα, επιβουλεύεται εδάφη, αναπτύσσει στην πράξη τον αναθεωρητισμό ή ακόμη και τον επεκτατισμό της εποχής, θα βρει απέναντί του ισχυρό τείχος ανάσχεσης. Και το ισχυρό τείχος ανάσχεσης δεν είναι τίποτε άλλο από τις ένοπλες δυνάμεις μας και τις δυνατότητές τους, ανέφερε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας της Ελλάδας Ν. Παναγιωτόπουλος.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ΡΙΚ και την εκπομπή “Αμύνεσθαι Περί Πάτρης”, ο κ. Παναγιωτόπουλος αναφέρθηκε στην πρόσφατη απόφαση των ΗΠΑ για άρση του εμπάργκο όπλων προς την Κύπρο, την στρατηγική σημασία του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης, καθώς και την απάντηση της Ελλάδας στις τουρκικές απειλές, τονίζοντας ότι επιλογή της είναι να μην ακολουθεί την ίδια οξύτατη, πολεμική και τελικά προσβλητική ρητορική, που φανατίζει τους λαούς.
Όπως εξήγησε, η Ελλάδα κινείται σε δύο άξονες, με τον ένα να σχετίζεται με την αμυντική διπλωματία και την σύναψη και ανάπτυξη συμμαχιών και στρατηγικών συνεργασιών με χώρες που συμμερίζονται με την Ελλάδα τις ίδιες αντιλήψεις για την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή μας. Ο δεύτερος άξονας σχετίζεται με την απόκτηση νέων οπλικών συστημάτων και την κάλυψη κενών που παρουσιάστηκαν ή μεγάλωσαν λόγω της οικονομικής δυσπραγίας των τελευταίων ετών.
”Όπως έχω πει και στον Τούρκο ομόλογό μου, δεν θεωρώ ότι είναι επιθετική στάση ή δυνητικά απειλητική της Ελλάδας απέναντι στην Τουρκία το ότι αποφασίζει σιγά σιγά να αντικαταστήσει φρεγάτες , πολεμικά πλοία, τα οποία έχουν ηλικία σαράντα ή πενήντα χρονών. Είναι το φυσικό και το επιβαλλόμενο, αν θέλετε, υπό τις περιστάσεις, να πάμε σε μια σταδιακή αντικατάσταση αυτών των πλοίων τα οποία έχουν υποστεί μεγάλες φθορές από το χρόνο, όπως άλλωστε είναι φυσιολογικό”.
Η απόκτηση των τριών φρεγατών Μπελαρά από τη Γαλλία, τόνισε, δεν είναι μια δυνητική απειλή ή επιθετική στάση της Ελλάδας απέναντι στην Τουρκία, στόχο έχει την αντικατάσταση του παλαιού στόλου της.
Αναφερόμενος στη στρατηγική σημασία του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης , ο κ. Παναγιωτόπουλος είπε ότι για πρώτη φορά γίνεται παράκαμψη των Στενών, κάτι που ενοχλεί την Τουρκία, ενώ η επένδυση επιφέρει και σημαντικά οικονομικά οφέλη για την περιοχή.
Ερωτηθείς αν θεωρεί πως το επόμενο διάστημα οι προκλήσεις και οι απειλές της Τουρκίας θα ενταθούν, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας απάντησε:
”Εμείς διατηρούμε την εγρήγορση στην οποία βρισκόμαστε εδώ και 2,3 χρόνια, ήδη, επομένως δεν αλλάζουμε κατά πολύ αυτά που κάναμε, τους σχεδιασμούς που πάντα υπάρχουν και φυσικά προχωράμε με όσο ταχείς ρυθμούς γίνεται στην προσπάθειά μας να αναβαθμίσουμε εξοπλιστικά τις ένοπλες δυνάμεις μας. Ενδεχομένως να έχουμε μια ένταση σε επίπεδο ρητορικής. Θέλω να πιστεύω, θέλω να ελπίζω επειδή είμαι και φύσει αισιόδοξος τύπος ότι θα βρεθούν ή θα αποκατασταθούν τα κανάλια επικοινωνίας μεταξύ των ηγεσιών, είτε σε επίπεδο ηγετών, είτε σε επίπεδο π χ. υπουργών Εξωτερικών, ή επίπεδο υπουργών Εθνικής Άμυνας, ακόμη και στρατιωτικής ηγεσίας.
Θεωρώ ότι είναι βασικό να αποκατασταθούν και εκτιμώ ότι τελικά θα αποκατασταθούν αυτά τα κανάλια επικοινωνίας, ο πρωθυπουργός μας Κυριάκος Μητσοτάκης έχει απευθύνει πρόσκληση για συνέχιση του διαλόγου στις πολλές διαφορές που αναμφισβήτητα έχουμε κι από εκεί και πέρα νομίζω ότι αυτή η πρόσκληση θα τύχει μιας κάποιας ανταπόκρισης. Από την άλλη μεριά – για να είμαστε και ρεαλιστές – δεν περιμένω να σταματήσουν αυτές οι φραστικές ακρότητες, η φιλοπόλεμη επιθετική ρητορική, ιδίως από πλευράς του τούρκου προέδρου”.
Ο κ. Παναγιωτόπουλος χαρακτήρισε εξωφρενικό και αστείο το αφήγημα της αποστρατιωτικοποίησης επειδή δήθεν η Ελλάδα ή τα ελληνικά νησιά απειλούν στρατιωτικά την Τουρκία, σημειώνοντας ότι έπειτα από τις πρωτοβουλίες ενημέρωσης της Ελλάδας σε διεθνές επίπεδο (ΝΑΤΟ, ΕΕ, ΗΠΑ και άλλες χώρες), ”όλοι οι ισχυροί παίκτες, διεθνώς, ασκούν πίεση στον τούρκο πρόεδρο να αλλάξει τρόπους, να αλλάξει συμπεριφορές και να κάνει αυτό που εμείς θεωρούμε ως φυσιολογικό και επόμενο στις διεθνείς σχέσεις: Να υιοθετήσει μια διεθνή τάξη που να βασίζεται σε συγκεκριμένους κανόνες και όχι στο Δίκαιο του ισχυρού ή στο Δίκαιο αυτού που έχει την ισχύ των όπλων με το μέρος.
Δια πάν ενδεχόμενο, όμως, καλού κακού, ετοιμαζόμαστε και εμείς όσον αφορά την αναβάθμιση των εξοπλιστικών δυνατοτήτων της χώρας. Είναι καλό να έχεις το Διεθνές Δίκαιο με το μέρος σου, όμως ακόμη καλύτερο είναι να έχεις και σύγχρονα οπλικά συστήματα και μεγάλη αποτρεπτική ισχύ δια των ενόπλων σου δυνάμεων. Κι αυτό το μονοπάτι επιλέγω”.
Δήλωσε ότι η άρση του εμπάργκο όπλων από την ΗΠΑ προς την Κύπρο, εκτός από καίριας σημασίας μπορεί να ανοίξει το δρόμο, όχι μόνο για αγορά οπλικών συστημάτων, αλλά για δημιουργία υποδομών, όπως για παράδειγμα μια ναυτικής βάσης.
”Πάντα το αμυντικό δόγμα προέβλεπε και κάλυψη των αμυντικών αναγκών της Κύπρου. Δεν το έχουμε αλλάξει αυτό. Η Ελλάδα ασφαλώς διαθέτει τις αμυντικές της δυνατότητες ή αν θέλετε και τα οπλικά της συστήματα και για την άμυνα της Κύπρου και αυτό θα έλεγα είναι δεδομένο. Δεν είναι δική μου υπόθεση ή δική μου δουλειά, ήταν πάντα το δόγμα. Η Ελλάδα είναι δίπλα στην Κύπρο, η Κύπρος είναι δίπλα στην Ελλάδα, είμαστε αδέρφια και μαζί παλεύουμε για να σταθούμε σε μια νέα, πολύ σύνθετη γεωπολιτικά εποχή”, κατέληξε, τονίζοντας και με την Εθνική Φρουρά και με το υπουργείο Άμυνας της Κύπρου, οι Κύπριοι μπορούν να αισθάνονται ασφαλείς.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ