Skip to main content

ΝΥΤ για παρακολουθήσεις στην Ελλάδα: Η σήψη είναι πια ορατή

Shutterstock

Με ακόμη ένα σκληρό άρθρο (το δεύτερο σε λίγες εβδομάδες) επανέρχονται στο ελληνικό σκάνδαλο των υποκλοπών οι New York Times. Άκρως καυστικός ο τίτλος «Η σήψη στην καρδιά της Ελλάδας είναι πλέον ξεκάθαρη σε όλους», με τον αρθογράφο Alexander Clapp (δημοσιογράφο με βάση την Αθήνα, που γράφει για την Ελλάδα και την περιοχή της Μεσογείου) να θυμίζει τις προ τριετίας υποσχέσεις του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, να δώσει τέλος στον νεποτισμό και τη διαφθορά, και να ασκεί ουσιαστικά δριμεία κριτική στην κυβέρνηση για τη «σκοτεινή πραγματικότητα» στη χώρα μας. 

Όπως αναφέρεται στο άρθρο πολλοί στο εξωτερικό πείστηκαν για την βούληση του Κυριάκου Μητσοτάκη να αλλάξει τα πράγματα. «Microsoft, Pfizer και JPMorgan Chase άνοιξαν γραφεία στη χώρα, ένα πρόγραμμα βίζας έδωσε κίνητρα σε χιλιάδες ψηφιακούς νομάδες να εγκατασταθούν στην Αθήνα και μία δυναμική εκστρατεία προώθησης του τουρισμού («Θα θέλεις να μείνει εδώ για πάντα!» είναι το σύνθημα) προσέλκυσε ρεκόρ Αμερικανών τουριστών αυτό το καλοκαίρι». Ακόμη και το καθεστώς της ενισχυμένης εποπτείας για την ελληνική οικονομία έφτασε στο τέλος του, επισημαίνεται.

«Ύστερα από μία δεκαετία δυσκολιών η χώρα φαινομενικά έχει βιώσει μία εντυπωσιακή μεταμόρφωση», σχολιάζει ο Alexander Clapp για να συμπληρώσει. «Mέσα στην Ελλάδα όμως μία πιο σκοτεινή πραγματικότητα αναδύεται. Η διαφορά και η σύγκρουση συμφερόντων που ο κ. Μητσοτάκης δεσμεύτηκε να ξεριζώε όχι μόνο εξακολουθεί να υπάρχει, αλλά από πολλές απόψεις φαίνεται να έχει συγκεντρωθεί και να έχει βαθύνει». 

«Το ελληνικό κράτος όχι μόνο δεν έχει αναδιαμορφωθεί, αλλά έχει λάβει μόνο έναν επιφανειακό καλλωπισμό, ένα διοικητικό στόλισμα βιτρίνας» γράφει ο Alexander Clapp και θυμίζει τα όσα έχουν έρθει στο φως για το ελληνικό Watergate. «Το Ελλάδα 2.0 που υποσχέθηκε ο κ. Μητσοτάκης, όπως αποδεικνύεται, είναι ακριβώς το ίδιο» σχολιάζει. 

Όπως επισημαίνει «για δεκαετίες τώρα, οι υποκλοπές τηλεφώνων είναι χαρακτηριστικό του ελληνικού κράτους. Όμως, επί κ. Μητσοτάκη, η εθνική παρακολούθηση έχει επεκταθεί σε μια, εν πολλοίς, ανεξέλεγκτη γραφειοκρατία». Θυμίζει δε ότι μία από τις πρώτες ενέργειες του κ. Μητσοτάκη ως πρωθυπουργού ήταν να θέσει τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες υπό τον άμεσο έλεγχο του γραφείου του και στη συνέχεια «να τοποθετήσει —μέσω τροπολογίας – ένα πρώην στέλεχος πολυεθνικής εταιρείας ασφαλείας ως διευθυντή της».

Ο αρθογράφος θέτει μία σειρά από ερωτήματα. 

«Θα μπορούσαν οι ελληνικές υπηρεσίες πληροφοριών, που ήδη διεξάγουν τεράστια εκστρατεία παρακολούθησης, να έχουν αναθέσει ακόμη πιο παρεμβατικές υποκλοπές σε μια σκιώδη ιδιωτική εταιρεία; Θα μπορούσε η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη να βρίσκεται πίσω από το χακάρισμα;».

«Δεν ξέρουμε, αλλά μια ένδειξη έρχεται από το γραφείο του πρωθυπουργού» απαντά ο ίδιος και αναφέρεται στον διορισμό Γρηγόρη Δημητριάδη «πρώην διευθυντή της προεκλογικής του εκστρατείας και ανιψιό του και τις αποκαλύψεις από Έλληνες δημοσιογράφους σχετικά με τον ίδιο, με κυριότερο ότι κατά τη διάρκεια της θητείας του είχε οικονομικές συναλλαγές με κύκλο επιχειρηματιών που είχε συναλλαγές και με τον ιδιοκτήτη της Intellexa». 

Ο Alexander Clapp σημειώνει πως «παραμένει αναπόδεικτο κατά πόσο γνώριζε ο κ. Μητσοτάκης για την ανάπτυξη του Predator στην Ελλάδα», ενώ κάνει ειδική αναφορά στην ατάκα του πρωθυπουργού περί “σκοτεινών δυνάμεων”, λέγοντας παράλληλα πως «παραμένει ένα ανοιχτό ερώτημα αν η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη αγόρασε δεδομένα που συγκεντρώθηκαν μέσω τέτοιας παρακολούθησης».

Ο αρθογράφος, αναγνωρίζει πως «το πρόβλημα εν προκειμένω δεν είναι ότι η διαφθορά υπό τον κ. Μητσοτάκη είναι αναγκαστικά πιο ενδημική από ό,τι σε προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις, ή σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες», Όπως λέει, «είναι μάλλον η μη βιώσιμη αντίφαση μεταξύ της χώρας που ο κ. Μητσοτάκης επιμένει να παρουσιάζει – ένα αδιαμφισβήτητα δημοκρατικό κράτος του οποίου ο σεβασμός στο κράτος δικαίου θα πρέπει να ανταμείβεται με εταιρικές επενδύσεις και τουριστικά δολάρια- και εκείνης που πραγματικά προεδρεύει».

Με αφορμή και την πρόσφατη ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Κογκρέσο, σημειώνει:

«Τον Μάιο, καθώς οι βίδες του κατασκοπευτικού σκανδάλου είχαν αρχίσει να γυρίζουν, ο κ. Μητσοτάκης βρέθηκε στην Ουάσιγκτον για να εκφωνήσει μια ομιλία στο Κογκρέσο σχετικά με τη σημασία της διατήρησης των δημοκρατικών αξιών και της καταπολέμησης της αυταρχικής υπερβολής. Για 40 λεπτά τόνισε την αναγκαιότητα της κοινωνικής εμπιστοσύνης και των ισχυρών θεσμών. Οι αρχαίοι Έλληνες, είπε ανάμεσα σε χειροκροτήματα, θεωρούσαν την αλαζονεία, τον εξτρεμισμό και την υπερβολή τις χειρότερες απειλές για τη δημοκρατία». 

«Το ερώτημα για τον κ. Μητσοτάκη είναι: Γιατί δεν αισθένεται το ίδιο;» καταλήγει.