Skip to main content

DW: Κάτι έχει αλλάξει στα ελληνοτουρκικά

Ήδη ο σχεδιασμός της διαδρομής προμήνυε πολιτικά προβλήματα. Με το ταξίδι της στην Ελλάδα και την Τουρκία, η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ εισήλθε σε διπλωματικό ναρκοπέδιο. Η γερμανική πολιτική έναντι της Άγκυρας εξακολουθεί να καθοδηγείται από τον στόχο της αποτροπής της περαιτέρω απομάκρυνσης της Τουρκίας και της Ευρώπης. Εδώ διακυβεύονται ουσιαστικά γεωστρατηγικά συμφέροντα. Ο πόλεμος στην Ουκρανία επιβεβαίωσε την εξαιρετική, από ορισμένες απόψεις μοναδική, θέση της Τουρκίας. Οι κυβερνώντες στην Άγκυρα έχουν επίγνωση της γεωστρατηγικής τους αξίας – και συμπεριφέρονται ανάλογα. Το βλέπουμε αυτό, μεταξύ άλλων, στη νέα επιθετικότητα της εξωτερικής πολιτικής της Άγκυρας. Αποδέκτες αυτής της πολιτικής είναι η Συρία, αλλά κυρίως η γειτονική Ελλάδα.

Η κ. Μπέρμποκ έχει βιώσει από πρώτο χέρι πόσο άσχημες είναι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η κοινή συνέντευξη Τύπου με τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, προσέφερε ένα μάθημα από πρώτο χέρι. Οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η συνεχιζόμενη παρενόχληση του Οσμάν Καβάλα από την τουρκική δικαιοσύνη έπαιξαν δευτερεύοντα ρόλο. Στο επίκεντρο της “ανταλλαγής χτυπημάτων” -όπως αποκάλεσαν οι δυτικοί παρατηρητές το ραντεβού με τον Τύπο- βρέθηκε το ελληνοτουρκικό ζήτημα.

Προς μεγάλη ικανοποίηση των οικοδεσποτών, η κ. Μπάερμποκ δεν άφησε καμία αμφιβολία στην Αθήνα για το ποια είναι η θέση του Βερολίνου στη διαμάχη για τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου που υποκινεί η Άγκυρα: “Τα ελληνικά νησιά είναι ελληνικό έδαφος και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να το αμφισβητήσει αυτό”, δήλωσε η υπουργός.

Μια νότα νοσταλγίας αντηχούσε, όταν ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών μίλησε με ενθουσιασμό για τα πλεονεκτήματα της τέως Καγκελαρίου της Γερμανίας. Τότε, υπό την Μέρκελ, είπε ο Τσαβούσογλου, η Γερμανία ήταν ένας “έντιμος διαμεσολαβητής” και ” αμερόληπτη”. Σήμερα, η Γερμανία και η Ευρωπαϊκή Ένωση πέφτουν στην παγίδα της ελληνικής προπαγάνδας.

Κάτι έχει αλλάξει …

Κάτι έχει αλλάξει – και όχι μόνο στον τόνο. Στο κεντρικό ζήτημα των ελληνοτουρκικών σχέσεων, δεν είναι τόσο η γερμανική στάση. Είναι η επιθετικότητα της Άγκυρας έναντι της Ελλάδας, η οποία είναι καινούργια σε αυτή τη μορφή. Όταν μέλη της τουρκικής κυβέρνησης και οι σύμμαχοί τους αμφισβητούν λίγο-πολύ ανοιχτά την εδαφική κυριαρχία ενός κράτους μέλους της ΕΕ, ένα μέλος της γερμανικής κυβέρνησης δεν έχει άλλη επιλογή από το να ταχθεί υπέρ της Ελλάδας. Από την άποψη αυτή, η κ. Μπέρμποκ επανέλαβε μόνο τα πολιτικοδιπλωματικά αυτονόητα στην Αθήνα και την Άγκυρα.

Θα ήταν λάθος να κατηγορήσουμε τη Γερμανίδα υπουργό Εξωτερικών για άκριτο φιλελληνισμό. Στην Αθήνα, η κ. Μπέρμποκ επέκρινε την ελληνική πολιτική για τους πρόσφυγες και το άσυλο. Η υπουργός απέρριψε επίσης το αίτημα της Αθήνας για επανορθώσεις για τα εγκλήματα της Γερμανικής Κατοχής κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το οποίο αποτελεί σταθερό μέρος του ρεπερτορίου των κάθε άλλο παρά αρμονικών ελληνογερμανικών σχέσεων. “Προφανώς διαφωνούμε σε αυτό”, δήλωσε η κ. Μπέρμποκ. Αυτό ισχύει και για την προμήθεια υπερσύγχρονων γερμανικών υποβρυχίων στην Τουρκία, τα οποία αποτελούν πρόβλημα για τους Έλληνες, οι οποίοι φοβούνται τη διατάραξη της στρατιωτικής ισορροπίας με τον μεγάλο γείτονά τους στα ανατολικά.

Παρά τα πολλά σημεία διαφωνίας, η Αθήνα και η Άγκυρα συμφωνούν σε ένα σημείο: ούτε η Ελλάδα ούτε η Τουρκία ενδιαφέρονται αυτή τη στιγμή για τη διαμεσολάβηση του Βερολίνου στη διμερή τους διαμάχη. Στην εποχή της Άνγκελα Μέρκελ αυτό ήταν διαφορετικό.

Ρόναλντ Μαϊνάρντους

*Ο Δρ Ρόναλντ Μαινάρντους είναι πολιτικός αναλυτής και σχολιαστής και Κύριος Ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Στα μεσα της δεκαετίας του 1990 διετέλεσε διευθυντής της Ελληνικής σύνταξης της Deutsche Welle