Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου παρέθεσε επίσημο γεύμα προς τιμήν του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου στο Προεδρικό Μέγαρο, παρουσία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, του προέδρου της Βουλής Κωνσταντίνου Τασούλα και του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμου.
Κατά την προσφώνησή της, η κυρία Σακελλαροπούλου αναφέρθηκε στη μεγάλη συνεισφορά του Παναγιωτάτου κ.κ. Βαρθολομαίου, η οποία τιμά το σεπτό μας Οικουμενικό Πατριαρχείο και τόνισε ότι αποτελεί πηγή έμπνευση για όλους μας, υπερβαίνοντας τον τόπο, τον χρόνο, ακόμα και τη δύσκολη αποστολή που επιτελεί, ενώ επισήμανε τον σεβασμό και την αγάπη που τρέφει για το πρόσωπό του ο ελληνικός λαός.
«Στο πρόσωπό σας βλέπουμε την ιστορία αιώνων, την ανεκτίμητη κληρονομιά των ηγετών της Εκκλησίας, φυσιογνωμιών που διαμόρφωσαν και χάραξαν καθοριστικά την ιστορία του Ελληνισμού, την ιστορία του πολιτισμού μας, την ιστορία του έθνους», ανέφερε και σημείωσε:
«Οι πανάρχαιοι θεσμοί μεταφέρουν στο διάβα του χρόνου κάτι από την προσφορά όλων όσων τους διακόνησαν, είναι φορτωμένοι με κληρονομιές και έργα ζωής, προσπάθειες και καταθέσεις ψυχής, κάποιες φορές και αίματος. Μέσα από τα σύμβολα του Οικουμενικού Θρόνου που διακονείτε, περνούν μπροστά μας ως αόρατη συνοδεία λαμπροί ιεράρχες, όπως ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο Μέγας Φώτιος, ο Γεννάδιος Σχολάριος, ο εθνομάρτυρας Γρηγόριος ο Ε’, ο Αθηναγόρας».
«Στο πρόσωπό σας βλέπουμε και το έργο που επιτελείτε εσείς προσωπικά όλα αυτά τα χρόνια, το οποίο τιμά το σεπτό μας Οικουμενικό Πατριαρχείο», προσέθεσε.
Υπενθύμισε, ακόμη, ότι έχει εργαστεί ακαταπόνητα για εξήντα χρόνια ως ιερωμένος, από τα οποία τα τριάντα ως Πατριάρχης, συχνά υπό αντίξοες συνθήκες, για τη Μητέρα Εκκλησία, την Ορθοδοξία και τη Χριστιανοσύνη, τον Ελληνισμό. «Πραγματοποιήσατε την πρώτη Αγία και Μεγάλη Σύνοδο των Ορθοδόξων, θεσμοθετήσατε τη σύναξη των προκαθημένων των Εκκλησιών, προωθήσατε άοκνα τον διαθρησκευτικό διάλογο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το Πατριαρχείο, αλλά και η Ορθοδοξία, βρίσκονται σήμερα σε πολύ καλύτερη κατάσταση από ό,τι όταν αναλάβατε την ιστορική ευθύνη. Αυτό είναι σε τελευταία ανάλυση το ύπατο κριτήριο της αποτίμησης του σημαντικού σας έργου» συμπλήρωσε.
Αναφερόμενη στην κοινωνική και ανθρωπιστική δράση τού Οικουμενικού Πατριάρχη, αλλά και την ενασχόλησή του με τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο σύγχρονος κόσμος, υπογράμμισε: «Αγγίξατε τα πραγματικά οικουμενικά ζητήματα προωθώντας πάντα το μήνυμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του σεβασμού και της ανεκτικότητας ενάντια στον ακραίο εθνικισμό, τον ρατσισμό και τον θρησκευτικό φανατισμό. Ανοίξατε τους ορίζοντες του θεσμού στο σήμερα, σε θέματα που απασχολούν και δοκιμάζουν την κοινωνία, πέρα από σύνορα, εθνικότητες και πεποιθήσεις, όπως η πρόσφατη επιδημία με τις καταστροφικές της συνέπειες, απομονώνοντας με τον λόγο σας τους αρνητές, ακόμα και εντός της Εκκλησίας».
Σημείωσε, επίσης, ότι πριν ακόμη οξυνθεί η κλιματική αλλαγή και μεταβληθεί σε κλιματική κρίση, η περιβαλλοντική του μέριμνα και ευαισθησία χαρακτηρίστηκε από πνεύμα συμφιλίωσης του ανθρώπου και της φύσης.
«Συλλάβατε το “κοινό μας σπίτι” ως μέρος της συνολικής κτίσης του Θεού, κάτι που επιτρέπει την άρρηκτη σύνδεση της ορθόδοξης χριστιανικής διδασκαλίας με το περιβαλλοντικό κίνημα. Το διαχρονικό ενδιαφέρον τής Ορθοδόξου Εκκλησίας για τον άνθρωπο εμπλουτίζεται μέσα από το έργο και την προσέγγισή σας με το ενδιαφέρον για το περιβάλλον, αναδεικνύοντας την πνευματική, κοινωνική και ηθική διάσταση του οικολογικού προβλήματος» προσέθεσε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Ειδική αναφορά έκανε και στις εμπνευσμένες, όπως τις χαρακτήρισε, δραστηριότητες του Παναγιωτάτου, οι οποίες όπως τόνισε «χαρακτηρίζονταν πάντα από πολλά χαρίσματα: πίστη χωρίς να λείπει η ορθοφροσύνη· όραμα χωρίς να λείπει η αίσθηση της πραγματικότητας· υπομονή χωρίς να λείπει η αποφασιστικότητα. Δεν μπορώ να μην ξεχωρίσω όμως το χάρισμα της παρρησίας, πολύτιμο, αλλά σπάνιο σε όσους έλαχε ο κλήρος να πάρουν σημαντικές αποφάσεις ανά τους αιώνες».
Τέλος, η κυρία Σακελλαροπούλου υποστήριξε ότι «κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος, είτε χριστιανός είτε αλλόδοξος, ή ακόμα και αγνωστικιστής, έρχεται μια μέρα στη ζωή του που συλλογίζεται αυτό που λέει ο ποιητής “το μερίδιο του Θεού”. Τη συνεισφορά του στο παγκόσμιο οικοδόμημα του πολιτισμού, η οποία νοηματοδοτεί τη φευγαλέα παρουσία μας στον κόσμο. Η δική σας συνεισφορά αποτελεί πηγή έμπνευσης προς την κατεύθυνση αυτή για όλους μας, υπερβαίνοντας τον τόπο, τον χρόνο, ακόμα και τη δύσκολη αποστολή που επιτελείτε».
Κλείνοντας την προσφώνησή της, αναφέρθηκε στον σεβασμό και την αγάπη που τρέφει για το πρόσωπο του Οικουμενικού Πατριάρχη ο ελληνικός λαός, και ευχήθηκε εκ μέρους όλων, «υγεία και μακροημέρευση σε σας και στους φιλοξενούμενους, καλή δύναμη στον Οικουμενικό Θρόνο, καθώς και ενδυνάμωση της πίστης σε πνευματικές αξίες για τον δοκιμαζόμενο σήμερα κόσμο».
Από την πλευρά του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, αφού εξέφρασε τις ευχαριστίες του προς την Πρόεδρο της Δημοκρατίας για την πρόσκληση, επισήμανε μεταξύ άλλων ότι η Εκκλησία είναι χώρος ελευθερίας, ως δωρεάς της χάριτος του Θεού, μιας «αληθεστάτης ελευθερίας», κατά τον Ιερόν Χρυσόστομον, η οποία εκφράζεται ως θυσιαστική αγάπη προς τον συνάνθρωπον. «Μέσα εις το εν Χριστώ και κατά Χριστόν ζην υπάρχει, με κοινοτικήν και κοινωνικήν χροιάν και με αναφοράν εις τον αιώνιον προορισμόν του ανθρώπου, το “κατ᾿ αρετήν ζην” και το “κατά λόγον ζην” των Αρχαίων. Η χριστιανική πίστις είναι, όπως γράφει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, “πλήρωσις” του λόγου, όχι κατάργησίς του» τόνισε ο Οικουμενικός Πατριάρχης.
Επισήμανε, επίσης, ότι αυτή την αλήθεια διακονεί το Οικουμενικό Πατριαρχείο σε όλες τις πρωτοβουλίες και δράσεις του, εις τους διαχριστιανικούς και διαθρησκειακούς διαλόγους, εις την συνάντηση με τον σύγχρονο κόσμο, με την πρόοδο και τα αδιέξοδά του, εις τον ζωτικό αγώνα για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος. «Πιστεύουμε ότι η παρουσία του Θεού αποκαλύπτεται εναργέστερα, όσο περισσότερος λόγος υπάρχει στη ζωή των ανθρώπων» παρατήρησε ο Παναγιώτατος.
Τόνισε, επίσης, ότι στην εποχή μας, κατά την οποία διαπιστώνεται μια υποχώρηση της κοινωνικής συνοχής και ενισχύεται ο ατομοκεντρικός ευδαιμονισμός, η συμβολή της κοινωνικής εμπειρίας και διδασκαλίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας αποκτά ιδιαίτερη επικαιρότητα.
«Το φαινόμενο της συρρίκνωσης των κοινωνικών κατακτήσεων είναι ιδιαιτέρως ανησυχητικό. Πιστεύουμε ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία, η οποία είναι η κατ᾿ εξοχήν κοινωνική και κοινοτική μορφή του Χριστιανισμού, δύναται να συμβάλει καθοριστικώς στην προώθηση του «πολιτισμού της αλληλεγγύης. Φρονούμε ότι με την εγκαθίδρυση και ανάπτυξη της αλληλεγγύης συνδέεται το μέλλον της ανθρωπότητας» υποστήριξε ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος.