Τριτοκοσμική χαρακτηρίζει την κατάσταση στα νοσοκομεία, δύο χρόνια μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Αλέξης Τσίπρας, ενώ ανέφερε σε on camera δηλώσεις του ότι «Αν δεν μπορεί να διαχειριστεί την πανδημία ο κ. Μητσοτάκης να αποχωρήσει για να σώσουμε όσους μπορούμε».
Μετά από επίσκεψη που πραγματοποίησε στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, δήλωσε ότι «Βρισκόμαστε στις πιο σκοτεινές μέρες της πανδημίας με την κυβέρνηση να έχει παραιτηθεί».
Τόνισε ακόμη ότι «η επικίνδυνη αντίληψη ότι ζούμε πανδημία ανεμβολίαστων, δημιουργεί αίσθηση χαλαρότητας», ενώ επικριτικός φάνηκε απέναντι στις δηλώσεις της αναπληρώτριας υπουργού Υγείας, Μίνας Γκάγκα. «Ομολογία απόλυτης κυβερνητικής αποτυχίας οι δηλώσεις Γκάγκα για διαλογή ασθενών στις ΜΕΘ», είπε ο κ. Τσίπρας.
Αναλυτικά οι δηλώσεις του κ. Τσίπρα
«Δυστυχώς μετά από δύο χρόνια και ενώ είχε δημιουργηθεί η αίσθηση ότι βγαίνουμε από τις πιο σκοτεινές μέρες, βρισκόμαστε τώρα στις πιο σκοτεινές μέρες της πανδημίας. Και, δυστυχώς, βρισκόμαστε σε αυτές τις πιο σκοτεινές μέρες με την κυβέρνηση να έχει παραιτηθεί.
Ο κ. Μητσοτάκης έχει κηρύξει από τον περασμένο Φλεβάρη δυο τρεις φορές τη λήξη της πανδημίας και βρισκόμαστε τώρα, δυστυχώς, όχι στο τελευταίο μίλι αλλά σε έναν Γολγοθά ο οποίος φαίνεται ότι είναι ατελείωτος.
Επισκέφθηκα σήμερα το Ιπποκράτειο νοσοκομείο στη Θεσσαλονίκη για να δω ο ίδιος την κατάσταση την οποία βιώνουν νοσηλευτές, γιατροί και υγειονομικό προσωπικό. Τη Θεσσαλονίκη, που όπως όλη η βόρεια Ελλάδα, είναι για μια ακόμη φορά το επίκεντρο της πανδημίας, δυστυχώς όμως πολύ νωρίτερα από ό,τι πέρυσι.
Στη χρονική αντιστοίχηση, φέτος αρχές του Νοέμβρη είμαστε με μία επιβάρυνση, σχεδόν διπλάσια από την αντίστοιχη επιβάρυνση που είχαμε πέρυσι τέτοιον καιρό. Τα κρούσματα ανεβαίνουν, άρα έχουμε μπροστά μας μία πολύ δύσκολη χειμωνιάτικη περίοδο.
Και αναρωτιέμαι, πότε θα αναλάβει την πολιτική ευθύνη η κυβέρνηση να πάρει δύσκολες αποφάσεις. Κυρίως, όμως, να σταματήσει μία επικίνδυνη κατά την άποψή μου αντίληψη την οποία διαχέει στην ελληνική κοινωνία, ότι αυτό που ζούμε είναι η πανδημία των ανεμβολίαστων.
Αυτό, πέρα από ότι είναι, θα έλεγε κανείς, ρατσιστικό απέναντι στο 40% των συμπολιτών μας, που έχουν βεβαίως ευθύνη που δεν έχουν εμβολιαστεί αλλά έχει ευθύνη και η κυβέρνηση που δεν τους έχει πείσει, είναι και επικίνδυνο γιατί δημιουργεί μία αίσθηση χαλαρότητας στο υπόλοιπο 60% που έχουν εμβολιαστεί.
Ρώτησα και πήρα τις πληροφορίες σε σχέση με ένα 20% στις κλινικές Covid που είναι εμβολιασμένοι και για ένα ποσοστό και στις ΜΕΘ που είναι εμβολιασμένοι και νοσούν. Αυτό συμβαίνει γιατί η μετάλλαξη «Δ» έχει μειώσει κάπως την αποτελεσματικότητα και διότι έχουμε ήδη τη γνώση ότι τα αντισώματα διαρκούν περίπου έξι μήνες.
Πράγμα που σημαίνει ότι οφείλουμε όλοι να προσέχουμε περισσότερο, να φοράμε τις μάσκες μας, να μην συμπεριφερόμαστε σα να έχει τελειώσει η πανδημία με το που εμβολιαστήκαμε, παρότι η κυβέρνηση μέσα στην επιπολαιότητά της μας είπε ότι είναι επιχείρηση «Ελευθερία», εμβολιάστηκες και τελείωσες. Και κυρίως, να σπεύσουμε όλοι για την τρίτη δόση, για να μειώσουμε αυτή τη μεγάλη επιβάρυνση που έχει σήμερα το σύστημα Υγείας και κυρίως να μειώσουμε τους θανάτους.
Δεύτερο και κρίσιμο, επισκέφθηκα ένα νοσοκομείο που έχει 4 συμπολίτες μας διασωληνωμένους εκτός Μονάδων Εντατικής Θεραπείας. Και επισκέπτομαι μία πόλη όπου έχει γίνει δωρεά 18 κλινών ΜΕΘ από την Επιτροπή 2021 και αυτές οι κλίνες δεν μπορούν να λειτουργήσουν γιατί δεν υπάρχει προσωπικό.
Και αναρωτιέμαι, έχουν περάσει δύο χρόνια. Δεν μπορούσε η κυβέρνηση να συνειδητοποιήσει την ανάγκη να προχωρήσει σε προσλήψεις γιατρών συγκεκριμένων ειδικοτήτων και υγειονομικού προσωπικού; Είναι δυνατόν να ακούμε δηλώσεις σαν αυτές της αναπληρώτριας Υπουργού, η οποία δεν είναι πολιτικός και λέει ίσως και κάποιες αλήθειες, ότι δεν υπάρχουν γιατροί για να στελεχώσουν τις ΜΕΘ και τις κλίνες τους, δύο χρόνια μετά; Και να λέει επίσης ότι θα φθάσουμε πολύ σύντομα ξανά στο σημείο να διαλέγουν οι γιατροί ποιους ανθρώπους θα σώσουν και θα βάλουν στις ΜΕΘ και ποιους θα αφήσουν απ΄ έξω;
Αυτές οι δηλώσεις που αποτυπώνουν επαναλαμβάνω την πραγματικότητα γιατί είναι ειλικρινείς, είναι ταυτόχρονα παραδοχή της απόλυτης αποτυχίας της κυβέρνησης να διαχειριστεί την πανδημία.
Κάθε εβδομάδα χάνουμε ένα μικρό χωριό. Ο Οκτώβρης έφυγε με 1.200 συμπολίτες μας που χάθηκαν από την πανδημία. Άρα λοιπόν, το κρίσιμο ζήτημα για εμένα – και θέλω να κλείσω με αυτό- είναι ότι η κυβέρνηση οφείλει να παραδεχθεί ότι τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα. Ο Πρωθυπουργός να μην είναι αρνητής της πραγματικότητας, να παραδεχθεί τη δυσκολία, οφείλει να πάρει κρίσιμες και δύσκολες αποφάσεις.
Εάν δεν μπορεί να πάρει δύσκολες αποφάσεις, εάν δεν μπορεί να πείσει τους πολίτες να προχωρήσουν στον εμβολιασμό, αν δεν μπορεί να διαχειριστεί την πανδημία με όρους προστασίας απέναντι στη δημόσια Υγεία και τους πολίτες, τότε καλύτερα να αποχωρήσει για να σώσουμε όσους περισσότερους συνανθρώπους μας μπορούμε να σώσουμε. Αυτή η τριτοκοσμική κατάσταση όμως που επικρατεί στα νοσοκομεία μας δύο χρόνια μετά και με ένα προσωπικό το οποίο έχει υποστεί τεράστια κόπωση και πια δυστυχώς ούτε καν χειροκροτείται αλλά καμιά φορά ξυλοκοπείται κιόλας όταν διαμαρτύρεται, δεν μπορεί άλλο να συνεχιστεί».