Ανάλυση
Tου Γιάννη Καμπουράκη
[email protected]
Χωρίς απαντήσεις και μέσα σε κλίμα ακραίας πόλωσης και πολιτικών καβγάδων διεξήχθη η χθεσινή αντιπαράθεση κυβέρνησης – αντιπολίτευσης στη Βουλή για την πώληση στρατιωτικού υλικού στη Σαουδική Αραβία.
Με γνώμονα τη μάχη των εντυπώσεων και πολύ πριν τελειώσει η χθεσινή συζήτηση, το Μαξίμου μοίραζε non paper που κατέληγε στο συμπέρασμα ότι «η σκευωρία Μητσοτάκη κατέρρευσε», ενώ λίγο αργότερα η Πειραιώς διέρρεε ότι «Τσίπρας και Καμμένος δεν απάντησαν σε κανένα ερώτημα». Όμως ηττημένη είναι μάλλον η ελληνική κοινή γνώμη που δεν έγινε σοφότερη, την ώρα που στη Βουλή χθες βράδυ έφτανε και δεύτερη υπόθεση πώλησης όπλων της εταιρείας του μεσάζοντα ή επίσημου εκπροσώπου της Σαουδικής Αραβίας, κ. Παπαδόπουλου, από τον αναπληρωτή υπουργό Άμυνας κ. Βίτσα.
Στο πολιτικό πεδίο, μετά και από την πλήρη κάλυψη του Πρωθυπουργού στον υπουργό Άμυνας, είναι πλέον ορατή η ταύτιση Τσίπρα – Καμμένου και οδηγεί στο συμπέρασμα ότι όχι μόνο δεν υπάρχει καμία σκιά στις σχέσεις τους, αλλά υπάρχει επιλογή να πάνε μαζί, ως δίδυμο στις επόμενες εκλογές, για τις οποίες ο πρωθυπουργός επανέλαβε χθες ότι θα γίνουν τον Σεπτέμβριο του 2019.
Ήταν χαρακτηριστική η εικόνα στα έδρανα του ΣΥΡΙΖΑ με τους μισούς βουλευτές να χειροκροτούν φανατικά και σε κάθε παύση της ομιλίας του τον υπουργό Εθνικής Άμυνας Πάνο Καμμένο και τους άλλους μισούς να παρακολουθούν «παγωμένοι».
Οι πληροφορίες για τη στάση που θα τηρούσε ο Πρωθυπουργός επιβεβαιώθηκαν πλήρως. Δεν είχε σκοπό να σταθεί στην ουσία της υπόθεσης και ήθελε από την αρχή να στείλει το πολιτικό μήνυμα ότι στηρίζει απόλυτα τον υπουργό Άμυνας. Μάλιστα, για πρώτη φορά ο κ. Τσίπρας μπήκε τόσο βαθιά στα παπούτσια του κ. Καμμένου, υιοθετώντας μία προς μία τις θέσεις του υπουργού Άμυνας. Από την τοποθέτηση ότι ο πατέρας του πρωταγωνιστή της υπόθεσης Παπαδόπουλου, Ηλίας, μετείχε σε αποστολή το 1991 με πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, άρα «τον γιο τον γνώριζε η Ν.Δ.», μέχρι ότι η κ. Γεννηματά έκανε δουλειές με τον κ. Παπαδόπουλο όταν ήταν αναπληρώτρια υπουργός Άμυνας (η ίδια το διαψεύδει λέγοντας πως όταν βρισκόταν στο υπουργείο δεν είχε αρμοδιότητες στο εξοπλιστικό) και ότι ο Τζον Σφακιανάκης ήταν συνεργάτης του πρώην υπουργού Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου (σύμφωνα με τον ίδιο τον πρώην υπουργό, ποτέ δεν ήταν). Στο τέλος, ο κ. Τσίπρας προανήγγειλε και προ ημερησίας συζήτησης στη Βουλή για τη φοροδιαφυγή, προσπαθώντας στο πεδίο των εντυπώσεων να αναπληρώσει ό,τι έχασε χθες.
Από την πλευρά του κ. Μητσοτάκη, ήταν φανερή η επιλογή να μην ακολουθήσει τον κ. Τσίπρα στο ύφος και το στυλ. Απέδειξε με την επιστολή Παπαδόπουλου ότι ο κ. Καμμένος γνώριζε τον κ. Παπαδόπουλο, όταν μέχρι χθες έλεγε το αντίθετο, επέμεινε στη γραμμή των αναπάντητων ερωτημάτων και προανήγγειλε εξεταστική επιτροπή από την επόμενη Βουλή, υποστηρίζοντας ότι η κοινοβουλευτική πλειοψηφία επιδιώκει τη συγκάλυψη της υπόθεσης.
Η κ. Γεννηματά έκανε έντονα αισθητή την παρουσία της, επιτιθέμενη σφόδρα εναντίον του κ. Καμμένου μετά τα όσα είπε εναντίον της από το βήμα της Βουλής. Παράλληλα, πρωτοστάτησε ενάντια στην πρόθεση της πλειοψηφίας να κατατεθούν έγγραφα για την υπόθεση στα πρακτικά, ανακοινώνοντας ότι οι δύο κοινοβουλευτικές ομάδες της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και του Ποταμιού αποφάσισαν να δώσουν κρίσιμα έγγραφα στη δημοσιότητα.
Από χθες το απόγευμα, μετά τη συζήτηση, ο κ. Μητσοτάκης, η κ. Γεννηματά και ο κ. Θεοδωράκης – που άφησε σαφείς αιχμές για μίζες στην υπόθεση πώλησης όπλων στη Σαουδική Αραβία και κατηγόρησε την κυβέρνηση για προσπάθεια συγκάλυψης – κατηγορούνται από την κυβέρνηση για πολιτική συμπόρευση. Κάπως έτσι, η πολιτική ζωή συνεχίζει σε ακόμη πιο υψηλούς αν όχι ακραίους τόνους και οι κ. Τσίπρας και Καμμένος προχωρούν μαζί, αλλά πολιτικά απομονωμένοι, με το εσωτερικό των ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ να τους ακολουθεί, τουλάχιστον ως τις επόμενες εκλογές.