Skip to main content

Οι κερδισμένοι του 2024 στην ελληνική πολιτική, το 81,2% που θα κρίνει τις επόμενες κάλπες και τα 49 δισ.

(ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ/EUROKINISSI)

Οι πρωταγωνιστές πρώην, οι ενοχλημένοι νυν και οι μαχητικοί επόμενοι - Ό,τι είδαμε το 2024

Αν το 2023 ήταν αναμφίβολα η χρονιά του Κυριάκου Μητσοτάκη και δευτερευόντως του πρωοτοεμφανιζόμενου Στέφανου Κασσελάκη, το 2024 το τοπίο στην ελληνική πολιτική σκηνή ήταν αρκετά πιο περίπλοκο και ολίγον τι θολό.

Το ράπισμα των Ευρωεκλογών τόσο στην κυβέρνηση όσο και στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η αδυναμία του ΠΑΣΟΚ να αξιοποιήσει την πτώση και των δύο αντιπάλων του, πυροδότησαν ραγδαίες εξελίξεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ πέρασε μία μακρά περίοδο τοξικότητας, πρωτοφανούς αλληλοφαγώματος και γελοιοποίησης για να οδηγηθεί αρκετές φορές στα πρόθυρα της πλήρους διάλυσης και τελικά να σταθεί όρθιος, αλλά..συρρικνωμένος. Ο Σωκράτης Φάμελλος, σοβαρός και μετρημένος, έχει εξαιρετικά δύσκολο έργο μπροστά του.

Το ΠΑΣΟΚ πέτυχε να πορευθεί σε μία πολιτισμένη και συγκροτημένη εσωκομματική μάχη, στην οποία μεγάλος νικητής ήταν ο Νίκος Ανδρουλάκης, αλλά και συνολικά το κόμμα – που κατάφερε να ανέβει δημοσκοπικά και να αναθερμάνει ευρύτερα το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης. Για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια άρχισε να θυμίζει κόμμα, που θα μπορούσε να διεκδικήσει την εξουσία. Κέρδίσε άλλωστε τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης – ως δώρο από τον Κασσελάκη που εγκατέλειψε τον ΣΥΡΙΖΑ παίρνοντας μαζί του και βουλευτές και ελπίζει. μέσα στο 2025 να κάνει τη δική του κοινοβουλευτική ομάδα.

Οι πρώην και οι επόμενοι

Στη Νέα Δημοκρατία το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών άνοιξε έναν κύκλο εσωκομματικής γκρίνιας, αμφισβήτησης του ανοίγματος στο κέντρο και της στροφής στην περιβόητη (ή διαβόητη) woke ατζέντα και αιτημάτων για επιστροφή στις ρίζες. Είδαμε μία σειρά από γαλάζιους βουλευτές να κάνουν αντάρτικο και να αναλαμβάνουν τον ρόλο αντιπολίτευσης με βέλη και ερωτήσεις σε υπουργούς για κρίσιμα ζητήματα της καθημερινότητας. Και ακούσαμε – επανειλημμένα – δύο πρώην πρόεδρους, τον Κώστα Καραμανλή και τον Αντώνη Σαμαρά, να χτυπούν καμπανάκια για τα εθνικά θέματα και να ασκούν δριμεία κριτική για την εξωτερική πολιτική. Ο δεύτερος σε πολύ οξύτερους τόνους και με προσωπικές επιθέσεις κατά πρωθυπουργού και υπουργού Εξωτερικών. Και κάπως έτσι σε ένα deja vu της ιστορίας είχαμε την πλρήρη ρήξη Μητσοτάκη – Σαμαρά και τη διαγραφή του δεύτερου από τη ΝΔ.

Οι πρώην πρωταγωνίστησαν σίγουρα μέσα στη χρονιά. Γιατί πέραν των Καραμανλή – Σαμαρά, είχαμε και τον Αλέξη Τσίπρα να δηλώνει επανειλημμένα «παρών», να παρεμβαίνει και να δείχνει με κάθε τρόπο ότι ακόμη και εάν δεν έχει οριστικοποιήσει τα επόμενα βήματά του, θα επιδιώξει σίγουρα να διαδραματίσει ρόλο στις εξελίξεις της κεντροαριστεράς.

Για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, πάντως, που είναι πολύ κοντά στο να αποφασίσει εάν θα προτείνει για Πρόεδρο της Δημοκρατίας κάποιον λιγότερο ή περισσότερο… ΠΑΣΟΚ, η μεγάλη πίεση δεν έρχεται από το κέντρο και την αριστερά, αλλά από τα δεξιά. Σαφώς ενισχυμένοι μέσα στο 2024 τόσο η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου όσο και η Φωνή Λογικής της Αφροδίτης Λατινοπούλου, την οποία οι δημοσκοπήσεις θέλουν να παίρνει άνετα το εισιτήριο για τη Βουλή.

Το 81,2%

Αν το σκηνικό παραμείνει ως έχει έως τις κάλπες των βουλευτικών εκλογών (που κανονικά είναι προγραμματισμένες για το 2027, αλλά ποτέ δεν ξέρεις…), τότε η  επόμενη Βουλή θα μπορούσε να είναι 9κομματική ή και 10κομματική. Αυτό μας λένε οι δημοσκοπήσεις, οι οποίες μας φωνάζουν και κάτι άλλο. Πως για τους Έλληνες ψηφοφόρους δεν είναι ούτε τα εθνικά θέματα, ούτε το μεταναστευτικό, ούτε οι woke ατζέντες και οι culture wars, αλλά ούτε και τα φιλόδοξα Ιέως ουτοπικά) και άκρως δαπανηρά σχέδια της πράσινης μετάβασης, εκείνα που τους καίνε. Μας το έχε πει δεκαετίες πριν ο Κλίντον. «Είναι η οικονομία, ανόητε». Για να έχει κάποιος την πολυτέλεια να ασχοληθεί με τα άλλα, τα μεγάλα, πρέπει να έχει λύσει πρώτα τα «μικρά» της τσέπης του. Το επίμονο κύμα ακρίβειας, οι καθηλωμένοι μισθοί και η αγοραστική δύναμη που είναι πιο χαμηλή και από εκείνη Ανατολικοευρωπαίων που κάποτε θεωρούσαμε «φτωχούς συγγενείς», γεννούν μία δυσφορία που αθόρυβα, αλλά σταθερά φουσκώνει και δυναμώνει. Και ας μην πέσουν κάποιοι από τα σύννεφα αν σκάσει στην κάλπη με ένα μεγάλο «μπαμ».

Το 54% των Ελλήνων μισθωτών λαμβάνει μεικτό μισθό κάτω των 1.000 ευρώ (!). Το 70% κάτω των 1.200 ευρώ. Και το λαμβάνουν μισθό κάτω των 1.500 ευρώ – μεικτά, όχι καθαρά. Ας μας πουν οι υπουργού που προσπαθούν να μας πείσουν ότι οι Έλληνες δεν είναι φτωχοί, απλά αισθάνονται φτωχοί, γιατί είναι μίζεροι, αν οι δικές τους οικογένειες με 1.500 μεικτά θα έβγαζαν τον μήνα. Αυτό το 81,2% θα κρίνει τις κάλπες του 2027 – αν δεν πυροδοτήσει νωρίτερα εξελίξεις.

Το ράλι των 49 δισ.

Και μιας και μιλάμε για χρήμα, δεν μπορούμε να μην πάμε και μέχρι το Χρηματιστήριο, που σε αντίθεση με την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, τραβάει την ανηφόρα.

Ένα ράλι άνω του 80% συμπληρώνει στην τελευταία 4ετία το Χρηματιστήριο Αθηνών, με τον Γενικό Δείκτη να ξεκινά από τις 808 μονάδες το 2021 και να αποχαιρετά το 2024 από την περιοχή των 1.450 – 1460 μονάδων. Πρόκειται για μια μεταβολή κατά +80,3% μέσα σε 48 μήνες (Ιανουάριος 2021 – Δεκέμβριος 2024). Άξια αναφοράς είναι και η αισθητή αναβάθμιση του μεγέθους της ελληνικής αγοράς, η οποία αφήνει το 2024 από την περιοχή των 102 δισ. ευρώ σε όρους κεφαλαιοποίησης, καταγράφοντας άνοδο κατά 15 δισ. ευρώ μέσα στο τελευταίο 12μηνο αλλά και κατά 49 δισ. ευρώ μέσα στην επίμαχη τετραετία. Εξίσου μεγάλη βελτίωση παρατηρείται, επίσης, στο «μέτωπο» του ημερήσιου συναλλακτικού τζίρου, καθώς από τα 65 εκατ. ευρώ του 2020 και τα 71 εκατ. ευρώ του 2021 πλέον βρισκόμαστε στα 139 εκατ. ευρώ (μέσος όρος για το 2024).