Από την έντυπη έκδοση
Του Μωυσή Λίτση
[email protected]
Για χρόνια η Τουρκία προβαλλόταν από τη Δύση ως πρότυπο μουσουλμανικού κοσμικού κράτους, το οποίο θα μπορούσε να λειτουργήσει ως υπόδειγμα για την καταπολέμηση του αναδυόμενου ισλαμικού φονταμενταλισμού τη δεκαετία του ‘90 στη Μέση Ανατολή.
Η ελλιπής τουρκική δημοκρατία, για την οποία οι δυτικές κυβερνήσεις έκλειναν τα μάτια μπροστά στις συνεχείς παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών, προβαλλόταν ως όαση σταθερότητας απέναντι στα δεσποτικά αραβικά καθεστώτα.
Η ισραηλινοτουρκική προσέγγιση τη δεκαετία του 2000 είχε να κάνει και με την πτυχή αυτή, καθώς το Ισραήλ αναζητούσε συμμάχους στον μουσουλμανικό κόσμο και «πετυχημένα» κοσμικά μουσουλμανικά κράτη, ως αντιστάθμισμα για την αυξανόμενη επιρροή του Ιράν και την άνθηση του ισλαμικού φονταμενταλισμού στα παλαιστινιακά εδάφη.
Το φλερτ Τουρκίας – Ισραήλ χάλασε όταν ο Ερντογάν συγκρούστηκε φραστικά το 2009 στο φόρουμ του Νταβός με τον Ισραηλινό τότε πρόεδρο Σιμόν Πέρες, με αφορμή την ισραηλινή εισβολή στη Γάζα, ξεχνώντας βέβαια τις δικές του αναρίθμητες εισβολές στις περιοχές των Κούρδων. Η Τουρκία βέβαια ουδέποτε ήταν η όαση σταθερότητας που αναζητούσαν οι Δυτικοί.
Ατέρμονες πολιτικές και οικονομικές κρίσεις -οι τελευταίες αντιμετωπίζονταν πάντα με σχετική επιείκεια από το ΔΝΤ λόγω ανωτέρας βίας, του γεωστρατηγικού ρόλου της Τουρκίας μεταξύ «βάρβαρης» Ανατολής και «πολιτισμένης» Δύσης-, καταστολή και ανοικτό το κουρδικό ζήτημα χαρακτηρίζουν την Τουρκία τα τελευταία 20 με 30 χρόνια.
Η εκλογή Ερντογάν στις αρχές του 2000 συνέβαλε στην ανάκαμψη της Τουρκίας μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2001. Με τον αέρα του… αναμορφωτή, ο Ερντογάν άρχισε να εξελίσσεται σε… Σουλεϊμάν, αναζητώντας περασμένα μεγαλεία.
Η φωτογραφία της υποδοχής του Παλαιστίνιου ηγέτη Μαχμούντ Αμπάς στο καινούργιο «σεράι», στο υπερπολυτελές παλάτι, το νέο προεδρικό μέγαρο κόστους 270 εκατ. ευρώ, σε μια χώρα που η φτώχεια είναι ορατή διά γυμνού οφθαλμού, αποτυπώνει ίσως με τον καλύτερο τρόπο τις νεο-οθωμανικές φιλοδοξίες του Τούρκου προέδρου.
Από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε ο εμφύλιος στη Συρία, η Τουρκία δεν έκρυψε τις προθέσεις της να ανατραπεί ο Ασαντ, ενισχύοντας παράλληλα το Ισλαμικό Κράτος, φοβούμενη την ισχυροποίηση των Κούρδων.
«Ηταν λάθος να δει το χάος ως ευκαιρία για να αναμιχθεί στην πολιτική της Συρίας. Ηταν λάθος να θεωρήσει ότι οι εχθροί του προέδρου Μπασάρ αλ-Ασαντ θα μπορούσαν να είναι φίλοι της Τουρκίας…» έγραφε σε άρθρο γνώμης η «Ντόιτσε Βέλε», με αφορμή την τραγική αιματηρή διπλή βομβιστική επίθεση στην Αγκυρα, την ώρα που Κούρδοι, συνδικάτα και αριστερές οργανώσεις διαδήλωναν υπέρ της ειρήνης.
Η τραγική αυτή επίθεση από τον «Φρανκενστάιν», που ενίσχυσαν οι τουρκικές μυστικές υπηρεσίες -και όχι μόνο- έχει καταστήσει την Τουρκία από φιλόδοξο «διαμεσολαβητή», μέρος του νέου ανατολικού ζητήματος που έχει δημιουργήσει η κατάρρευση των κοσμικών αραβικών καθεστώτων και η ανάμιξη μικρών και μεγάλων δυνάμεων που ονειρεύονται σφαίρες επιρροής…