Από την έντυπη έκδοση
Της Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]
Οι μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών και πάλι στο «μάτι του κυκλώνα». Αφορμή για το νέο κύμα ρευστοποιήσεων δεν είναι αυτή τη φορά οι… συνήθεις ύποπτοι, δηλαδή οι ιταλικές τράπεζες που λυγίζουν υπό το βάρος των «τοξικών» δανείων.
Οι επενδυτές βλέπουν τον άρρωστο τραπεζικό «γίγαντα» της Γερμανίας να γονατίζει και φοβούνται μια πτώση με απρόβλεπτες συνέπειες.
Το παράδοξο είναι ότι μιλάμε για τη μεγαλύτερη τράπεζα της πιο ισχυρής οικονομίας μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης. Και όμως, η κραταιά Deutsche Bank φαίνεται να έχει πολλά κοινά με την Banca Monte dei Paschi di Siena της Ιταλίας, αποτελώντας τους πιο αδύναμους κρίκους στο τραπεζικό σύστημα της Ευρώπης.
Αλλά η Deutsche Bank είναι πολύ μεγαλύτερη από ό,τι η Monte dei Paschi και ενδεχόμενη κατάρρευσή της θα κλονίσει συθέμελα ολόκληρο το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Η Deutsche Bank συγκαταλέγεται μεταξύ των συστημικών τραπεζών, με ενεργητικό 1,8 τρισ. ευρώ, περίπου τα δύο τρίτα του ΑΕΠ της Γερμανίας.
Γι’ αυτό και τα προβλήματά της τρομάζουν τους επενδυτές. Η γερμανική κυβέρνηση προσπαθεί να κρατήσει αποστάσεις, απορρίπτοντας κατηγορηματικά το ενδεχόμενο κρατικής διάσωσης. Ήδη όμως ψιθυρίζεται ότι Βερολίνο, Βρυξέλλες και Φραγκφούρτη έχουν στα σκαριά σχέδιο εκτάκτου ανάγκης.
Η στάση της γερμανικής κυβέρνησης είναι απολύτως κατανοητή, εν όψει των εκλογών του 2017. Η απειλή ενός «τσουχτερού» προστίμου έως και 12,5 δισ. ευρώ από την αμερικανική Δικαιοσύνη δεν αφήνει πολλές επιλογές στην Deutsche Bank, δεδομένου ότι έχει προβλέψει πολύ λιγότερα για τη διευθέτηση νομικών υποθέσεων.
Πώς θα τολμήσει όμως να ζητήσει χρήματα από τους επενδυτές μέσω αύξησης κεφαλαίου, σε μια εποχή που η μετοχή της έχει υποχωρήσει σε ιστορικό ναδίρ, έχοντας χάσει από τις αρχές του έτους περισσότερο από το 50% της χρηματιστηριακής της αξίας;
Η ίδια η Deutsche Bank εμφανίζεται αποφασισμένη να διαχειριστεί τα προβλήματά της, απορρίπτοντας το ενδεχόμενο κρατικής βοήθειας, ακόμη και μίας αύξησης κεφαλαίου. Όσο για την καγκελάριο Μέρκελ, η διάσωση της μεγαλύτερης γερμανικής τράπεζας με χρήματα των φορολογουμένων είναι το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται λίγο πριν από τις εκλογές.
Υπάρχει και η λύση του bail-in, με το βάρος μιας διάσωσης να πέφτει στους ώμους επενδυτών και ανασφάλιστων καταθετών. Η εφαρμογή της όμως, σε μια εποχή που φωλιάζει ο φόβος μιας νέας τραπεζικής κρίσης και που η εμπιστοσύνη κρέμεται από μια κλωστή, μοιάζει λίγο με φάρμακο με επικίνδυνες παρενέργειες.