Skip to main content

Δεν φτάνει μόνο η ρευστότητα

Από την έντυπη έκδοση

Της Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]

Eίναι δύσκολο να προβλέψει κανείς το μέλλον.

Και ειδικά σε εποχές όπου κυριαρχεί έντονη αβεβαιότητα και αρκετές αντίρροπες δυνάμεις, είναι ακόμη πιο δύσκολο να μαντέψει κανείς τις κινήσεις των μεγαλύτερων κεντρικών τραπεζών στην πορεία χάραξης της νομισματικής πολιτικής.

Λίγες ημέρες απομένουν μέχρι τη διήμερη συνεδρίαση της Φέντεραλ Ριζέρβ (στις 16-17 Σεπτεμβρίου) και, για πρώτη φορά, επενδυτές και οικονομολόγοι δεν έχουν ιδέα για το τι προτίθεται να αποφασίσει η αμερικανική κεντρική τράπεζα.

Η πορεία της αμερικανικής οικονομίας -της μεγαλύτερης στον κόσμο- είναι αρκετά δυναμική, με την ανεργία να έχει υποχωρήσει σε χαμηλά επτάμισι ετών.

Οι συνθήκες ιδανικές για τη Fed να κάνει το πρώτο βήμα στην έναρξη ενός κύκλου αύξησης επιτοκίων, για πρώτη φορά σε διάστημα σχεδόν δεκαετίας.

Εάν η πρόεδρος της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας, Τζάνετ Γέλεν, αποφασίσει με μοναδικό κριτήριο το τι συμβαίνει εντός του οίκου της, τότε θα πρέπει να βάλει τέλος στην εποχή των μηδενικών επιτοκίων.

Οι μεγαλύτεροι όμως κεντρικοί τραπεζίτες ανά τον κόσμο γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι αποφάσεις τους επηρεάζουν με έμμεσο τρόπο ολόκληρο το χρηματοοικονομικό οικοδόμημα, στέλνοντας ριπές στις διεθνείς αγορές.

Οι συντονισμένες κινήσεις τους αποδείχθηκαν σωτήριες στη διάρκεια της κρίσης του 2008 για τη διάσωση της παγκόσμιας οικονομίας.

Και ο συντονισμός τους και αυτή τη φορά στις επόμενες κινήσεις νομισματικής πολιτικής αποδεικνύεται καθοριστικός για τη θωράκιση της παγκόσμιας οικονομίας απέναντι σε πολλαπλές εστίες προβλημάτων, όπως η κινεζική επιβράδυνση, ο αποπληθωρισμός και ο κίνδυνος δημιουργίας μιας νέας φούσκας, έπειτα από τόσα χρόνια γενναίων «ενέσεων» ρευστότητας για την τόνωση της ανάπτυξης.

Οι κεντρικές τράπεζες έχουν διοχετεύσει από το 2007 ρευστότητα 11 τρισ. δολαρίων στο χρηματοοικονομικό σύστημα, σύμφωνα με υπολογισμούς της Deutsche Bank.

Σε αυτό το ποσό δεν έχει συνυπολογιστεί το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, ύψους ενός τρισ. ευρώ (1,11 τρισ. δολάρια), που εγκαινίασε τον Μάρτιο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Δεν αρκεί όμως μόνο το φθηνό και άφθονο χρήμα για την επανεκκίνηση της παγκόσμιας οικονομίας.

Οι προκλήσεις που την απειλούν κρύβουν βαθύτερα διαρθρωτικά προβλήματα, που θα πρέπει κάποια στιγμή να αντιμετωπιστούν στη «ρίζα» τους, ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος να ξεσπάσει μια νέα παγκόσμια κρίση.

Οι ισχυροί του G20 στην πρόσφατη συνάντησή τους παραδέχθηκαν, για μία ακόμη φορά, ότι η υπερ-χαλαρή νομισματική πολιτική δεν αρκεί από μόνη της για την επιτάχυνση της ανάπτυξης.

Χρειάζονται και μεταρρυθμίσεις. Σοφή και ακριβής η διάγνωσή τους για την ασθένεια που «μαραζώνει» την παγκόσμια οικονομία.

Πρέπει όμως, επιτέλους, να ληφθούν και οι αποφάσεις για τη χορήγηση του κατάλληλου φαρμάκου στον ασθενή.