Από την έντυπη έκδοση
Του Α.Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Σε απόσταση αναπνοής, πλέον, από την παραδοσιακή αντιπαράθεση θέσεων/προτάσεων/υποσχέσεων/ύφους στη ΔΕΘ -και με έναν εσωτερικό φόβο μήπως το ήδη έντονο προεκλογικό σκηνικό εκτροχιασθεί ακριβώς εκεί πλην για άλλους, πλην του περιεχομένου, λόγους- θα προτείναμε στον αναγνώστη να πάρει μια απόσταση, μαζί και μια βαθιά αναπνοή. Και να δει μερικές θεμελιώδεις όψεις των πραγμάτων. Πρώτα όμως, κάτι άλλο:
Σε στήλη ακριβώς διπλανή από εκείνην όπου φιλοξενήθηκε -στη «Ν» της 3ης Σεπτεμβρίου- το προηγούμενο σημείωμα αυτής της σειράς, ο Θανάσης Παπανδρόπουλος υπενθύμισε εξαιρετικά ζωντανά πώς, στην Πάτρα και τον Πύργο/την Αχαΐα και Ηλεία του 1893 αλλά και ευρύτερα την Ελλάδα, το «σταφιδικόν ζήτημα» είχε κυριολεκτικά ξεπατώσει την Ελλάδα του τέλους του 19ου αιώνα. Την οικονομία της που πάσχιζε να σταθεί στα πόδια της. Τις επιχειρήσεις της εποχής που είχαν βουλιάξει στην υπερχρέωση, με πολλούς χρεοκοπημένους να φεύγουν για Αίγυπτο ή Μαύρη Θάλασσα ή Κεντρευρώπη. Την ενσωμάτωση στην παγκοσμιοποίηση (ναι, παγκοσμιοποίηση υπήρξε επί δεκαετίες μέχρι τον Α’ Παγκόσμιοι Πόλεμο όπου τραυματίστηκε και κατέρρευσε οριστικά στον Μεσοπόλεμο). Για να σύρει παραλληλισμό με τις παγίδες της τωρινής πορείας, με την ευθραυστοποίηση πολιτικών και κοινωνικών καταστάσεων…
Πάμε, όμως, σε ορισμένα που αναφέραμε ως θεμελιώδη εν όψει ΔΕΘ. Χρήσιμη πρώτα πρώτα -φθάνει να μην παρερμηνευθεί, συνειδητά ή από γλίστρημα- η πλατφόρμα προσέγγισης που παρέχει η εικόνα, την οποία μόλις «ανέβασε» η ΕΛΣΤΑΤ για τους ρυθμούς ανάπτυξης (μεταξύ μας, μεγέθυνσης/growth από το ελατήριο που -επιτέλους!- επανέρχεται και όχι ανάπτυξης με διαρθρωτικά χαρακτηριστικά/development).
Διόρθωση στο 2,5% αντί της προσωρινής εκτίμησης του 2,3% για το α’ 3μηνο του 2018, σε ετήσια βάση. Όμως υποχώρηση -προσωρινά, με εποχικά διορθωμένα στοιχεία – στο 1,8% για το β’ 3μηνο. Που δίνει απογοητευτικό μέσο όρο 6μήνου για μια χρονιά που -με υποχώρηση ήδη των προβλέψεων σε ένα 2,3% κατά το ΥΠΟΙΚ και το Μεσοπρόθεσμό «του» για το σύνολο του 2018- απαιτεί πλέον κοντά 2,5% για το β’ 6μηνο αν είναι να πιαστεί ο στόχος. Αυτή είναι η απαισιόδοξη, πάντως συντηρητική ανάγνωση.
Ελάτε τώρα στην αισιόδοξη/εποικοδομητική: βρισκόμαστε στο 6ο συνεχόμενο 3μηνο με θετικό ρυθμό στην οικονομία. Εδώ, βέβαια, ανήκει το κύριο μέρος της τουριστικής σεζόν -Ιούλιος, Αύγουστος, Σεπτέμβριος- που υποτίθεται για φέτος ότι «τραβάει» καλά…
Αν τώρα έχετε τη διάθεση να κατέβετε λίγο πιο κάτω, στις συνιστώσες που συνδιαμορφώνουν το ΑΕΠ, δικαιούσθε να γράψτε θετική την αύξηση των εξαγωγών, που άγγιξαν το 10% – όμως τις εξαγωγές αγαθών θα τις βρει κανείς χαμηλότερα, κοντά στο 7%. Το υπόλοιπο, πολύ σημαντικό αλλά πιο ευμετάβολο, είναι από τις υπηρεσίες – εδώ και πάλιν ο τουρισμός. Από κει και πέρα, πλην του σταθερού στοιχείου της κατανάλωσης των νοικοκυριών που «φρενάρει» -το 1% που καταγράφηκε είναι αποκαρδιωτικό, ακόμη κι αν θυμηθεί κανείς την εγκατάσταση στη μαύρη οικονομία- ανησυχία προξενεί η διαπίστωση ότι σε αρνητικό έδαφος μένουν οι επενδύσεις: με -5,4% το β’ 3μηνο, ανακόπτεται μεν η ολίσθηση (-10,3% στο α’ 3μηνο), όμως αίσθηση προοπτικής/επανεκκίνηση δεν υπάρχει. Νομιμοποιείται μεν κανείς να παρατηρήσει ότι μέσα στο 2017 -με το οποίο γίνεται η σύγκριση- είχε καταγραφεί/μετρηθεί μια επιτάχυνση επενδύσεων σε «μεταφορικά μέσα» (καράβια, σε απλά ελληνικά), οπότε εντέλει η πτώση δεν είναι παρά επαναπροσγείωση. Όμως και πάλι το αύριο δεν ροδίζει επενδυτικά…
Στη ΔΕΘ, αναμενόμενο αυτό, περισσότερο κι από την ανάπτυξη («που βρίσκεται η οικονομία») θα παίξει ρόλο η συζήτηση για το πρωτογενές πλεόνασμα (καθώς για τη μεταμνημονιακή εποχή αυτό υποτίθεται ότι δείχνει «πού υπάρχουν περιθώρια για άσκηση δημοσιονομικής πολιτικής»). Εδώ θα μας συγχωρήσει ο αναγνώστης αλλά θα συνιστούσαμε να κλείσουν τα αυτιά του όπως του Οδυσσέα στο τραγούδι των σειρήνων. Γιατί; Επειδή το ανεβοκατέβασμα επιδόσεων σε 4μηνο, ύστερα 6μηνο της χρονιάς, κυρίως όμως η πηγή/η ποιότητα του πλεονάσματος καλό θα ‘ταν να δημιουργεί αβεβαιότητα. Συγκράτηση του ΠΔΕ στο σκέλος των δαπανών, πράγμα που σημαίνει χαλινάρι στη ζήτηση, άρα τραυματισμό της ανάπτυξης! Φορολογική υπερεπιβάρυνση -μαθημένα τα βουνά από χιόνια- κι ακόμη περισσότερο ασφαλιστικές εισφορές του Νόμου Κατρούγκαλου στο σκέλος εσόδων: μήπως καταγράφονται απ’ αυτές τις τελευταίες υπερέσοδα, τα οποία που απλώς δεν θα εισπραχθούν; (Άλλωστε γι’ αυτό δεν προωθείται μείωση των εισφορών στη ΔΕΘ;).
Συνολικά, η όλη υπόθεση των υπερπλεονασμάτων, ανεξαρτήτως της συζήτησης για την όποια διάθεσή τους, κουβαλάει μαζί της τη δυσάρεστη αίσθηση ότι συμβάλλει (και θα συνεχίσει να συμβάλλει…) στο φρενάρισμα της ανάπτυξης.
Αλλά η συνέχεια επί της οθόνης, στη ΔΕΘ.