Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Ο Τζακ Μα, ιδρυτής της Alibaba, ένα πρόσωπο που έχει προκαλέσει μεγάλη αίσθηση τον τελευταίο καιρό με τη δυναμική παρουσία της εταιρείας του, είχε συναντηθεί πριν από έναν χρόνο, πέρυσι τον Ιανουάριο, με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ για να συζητήσουν για επιχειρηματικά σχέδια. Στο επίκεντρο τέθηκε τότε το σχέδιο επέκτασης του κινεζικού κολοσσού στην Αμερική, δημιουργώντας ένα εκατομμύριο θέσεις εργασίας την επόμενη πενταετία.
Μάλιστα, ο Κινέζος μεγιστάνας του επιχειρείν είχε χαρακτηρίσει τον Ντ. Τραμπ «έξυπνο» και «ανοιχτόμυαλο». Κατά πόσο ισχύουν σήμερα οι χαρακτηρισμοί αυτοί δεν είναι και τόσο βέβαιο… καθότι οι κινεζικές επιχειρήσεις δεν φαίνεται να είναι «καλοδεχούμενες» στην αμερικανική αγορά. Οι αμερικανικές ανησυχίες για θέματα εθνικής ασφάλειας «τορπίλισαν» το σχέδιο της κινεζικής Ant Financial, θυγατρικής της Alibaba, να εξαγοράσει στην τιμή του 1,2 δισ. δολαρίων την αμερικανική MoneyGram International, που ειδικεύεται στον χώρο μεταβίβασης χρημάτων. Η αποτυχημένη έκβαση γεννά τώρα το εξής εύλογο ερώτημα: Εάν μία εταιρεία άμεσα συνδεδεμένη με τον Τζακ Μα δεν μπορεί να αγοράσει μία αμερικανική επιχείρηση, υπάρχει ελπίδα για τις υπόλοιπες κινεζικές επιχειρήσεις; Μήπως θα πρέπει να στρέψουν το βλέμμα τους σε άλλες αγορές;
Στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας το ένα τέταρτο των προσφορών που έχουν υποβάλει κινεζικές επιχειρήσεις για την αγορά αμερικανικών, με βάση την αξία, έχει αποσυρθεί, σύμφωνα με στοιχεία του Thomson Reuters. Ποσοστό πολύ μεγαλύτερο συγκριτικά με το 15% που ισχύει για τις συμφωνίες στην περιοχή Ασίας/Ειρηνικού και το 8% για την Ευρώπη. Επίσης, λόγω των προσκομμάτων αυτών, μόλις το 18% των κινεζικών διασυνοριακών συμφωνιών με βάση την αξία απευθύνονται σε αμερικανικό στόχο τα τελευταία έτη, συγκριτικά με το 36% προς την Ευρώπη και το 46% προς την περιοχή Ασίας/Ειρηνικού. Αυτό που γίνεται αντιληπτό, είναι η ενόχληση των ΗΠΑ από την ολοένα και μεγαλύτερη ανάμιξη τόσο του Κινεζικού Κομουνιστικού Κόμματος όσο και της κινεζικής κυβέρνησης στην οικονομία, γεγονός που ξεπερνά το θέμα της εθνικής ασφάλειας.