Από την έντυπη έκδοση
Του Μωυσή Λίτση
[email protected]
Η συνεχής ροή ενημέρωσης γύρω από την κρίση που μαστίζει τη χώρα μας επισκίασε δύο μεγάλες ειδήσεις από τον διεθνή χώρο τον τελευταίο καιρό: την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ και Κούβας και τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, που ανοίγει κατά τα φαινόμενα τον δρόμο για τον τερματισμό της χρόνιας απομόνωσης του καθεστώτος της Τεχεράνης.
Η πρώτη έχει μεγαλύτερη σημασία για τις ίδιες τις ΗΠΑ, καθώς ήταν σχεδόν η μοναδική χώρα που επέμενε να μη διατηρεί διπλωματικές σχέσεις με το νότιο γείτονά της.
Το κατά πόσο η αποκατάσταση σχέσεων μεταξύ Αβάνας και Ουάσιγκτον φέρει και το τέλος του σοσιαλιστικού πειράματος της Κούβας μένει να φανεί…
Η δεύτερη συμφωνία είναι βέβαιο ότι θα έχει πολύ μεγαλύτερες επιπτώσεις στο γεωστρατηγικό τοπίο της Μέσης Ανατολής.
Το Ιράν αποτελεί σημαντική περιφερειακή δύναμη, με ενεργό ανάμιξη σε Λίβανο, Συρία και Υεμένη και είναι η τέταρτη μεγαλύτερη πετρελαιοπαραγωγός χώρα στον κόσμο.
Σχολιάζοντας τη συμφωνία, ο διεθνής Τύπος μιλά για νίκη της διπλωματίας, μια λέξη που φαίνεται να έχει χαθεί από το λεξιλόγιο της Μέσης Ανατολής τα τελευταία χρόνια, όπου δίπλα στις παλιές εστίες σύγκρουσης (αραβοϊσραηλινή αντιπαράθεση) προστέθηκε τα τελευταία χρόνια η απειλή του Ισλαμικού Κράτους και η αποσύνθεση των παραδοσιακών αραβικών καθεστώτων.
Ο ρόλος του Ιράν άλλωστε στη στρατιωτική ενίσχυση των σιιτικών πολιτοφυλακών στο Ιράκ κατά του Ισλαμικού Κράτους φαίνεται να συνέβαλε στην αλλαγή των γεωστρατηγικών προτεραιοτήτων των ΗΠΑ και προσωπικά του προέδρου Ομπάμα, ο οποίος αναζητά νέους «συμμάχους» για να αντιμετωπιστούν οι καινούργιες προκλήσεις στην περιοχή.
Πέραν βέβαια των γεωπολιτικών υπολογισμών και της επιθυμίας να αποτραπεί διά της διπλωματίας μια αδιέξοδη κούρσα πυρηνικών εξοπλισμών στην περιοχή, σημαντικό δέλεαρ για την επίτευξη συμφωνίας ήταν και οι υποσχόμενες μπίζνες…
Από την πρώτη στιγμή που έγινε γνωστή η είδηση της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, ο διεθνής Τύπος κατακλύστηκε από ρεπορτάζ και αναλύσεις για τις οικονομικές ευκαιρίες που προσφέρει η τεράστια ιρανική αγορά, είτε μέσω επενδύσεων για τον εκσυγχρονισμό των πετρελαϊκών υποδομών του και όχι μόνο, είτε στην αγορά αυτοκινήτου, στην οποία έχει διεισδύσει η Κίνα, εκμεταλλευόμενη τη δυτική -λόγω εμπάργκο- απουσία.
Αν κάτι μας διδάσκει η περίπτωση του Ιράν είναι ότι στη διεθνή διπλωματία δεν υπάρχουν «αξίες», αλλά συμφέροντα, πρωτίστως υλικά.
Το καθεστώς της Τεχεράνης, από θεοκρατικό και καταπιεστικό, γίνεται «σύμμαχος», αφού η δική του θρησκευτική καταπίεση φαντάζει μετριοπάθεια μπροστά στους αποκρουστικούς αποκεφαλισμούς των τζιχαντιστών.
Επειτα από χρόνια, λοιπόν, δίνεται στη διπλωματία μια ευκαιρία.
Το αν θα καταφέρει η διπλωματία να φέρει και την πολυπόθητη ειρήνη, σε μια εποχή που πληθαίνουν τα σύννεφα οικονομικού και μη πολέμου, είναι άλλου παπά ευαγγέλιο…