Skip to main content

Μια κακή απόφαση

Από την έντυπη έκδοση

Του Δημήτρη Η. Χατζηδημητρίου
[email protected]

Ακριβώς είκοσι χρόνια πριν, ο Παναγιώτης Κονδύλης προειδοποιούσε: «Όπως η εσωτερική λογική του “ελεύθερου εμπορίου”, έτσι και η εσωτερική λογική των “ανθρωπίνων δικαιωμάτων” θα στραφεί σύντομα εναντίον της Δύσης, και τότε αυτή θα εγκαταλείψει τις σημερινές ιδεολογικές της θέσεις». Αν και είμαστε ακόμη στην αρχή, αυτό ακριβώς συμβαίνει στις ημέρες μας, με τον πρόεδρο των ΗΠΑ να πρωτοστατεί στην εγκατάλειψη ρυθμιστικών κανόνων, αναδιπλούμενος σε θέσεις εποχών προ της παγκοσμιοποίησης. Παρά την κριτική που ασκείται στις επιλογές Τραμπ από ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, η Ε.Ε. των «28» μπαίνει στον δρόμο του, όπως δείχνει η απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου για το μεταναστευτικό.

Η απόφαση αυτή, δηλωτική της αδυναμίας της Ε.Ε. να χειριστεί αποτελεσματικά τη μεταναστευτική κρίση, πάσχει πολλαπλώς. Γενικόλογη ως προς τις διακηρύξεις της -προκειμένου να διατηρηθεί ένα φύλλο συκής «ηθικού οικουμενισμού»- κι ασαφής όσον αφορά τις συγκεκριμένες πολιτικές δράσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος, αποδεικνύει την πολιτική αμβλύνοια των ηγετών της Ε.Ε. και την αδυναμία τους να υπερασπιστούν το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Η απόφαση δεν προσφέρει καμιά αξιόπιστη λύση στο πρόβλημα της μετακίνησης πληθυσμών ευρείας κλίμακας.

Η μεθόδευση που υιοθετήθηκε για τη λήψη της υπονομεύει τον πυρήνα της Ευρώπης, είναι μια θρυαλλίδα στα θεμέλιά της, καθώς αναγνωρίζει στα κράτη-μέλη της το δικαίωμα να συμμορφώνονται σε «εθελοντική βάση» στις κοινές πολιτικές! Αλλά Ευρώπη δίχως κοινούς κανόνες και κοινές πολιτικές γενικής εφαρμογής και ισχύος δεν μπορεί να υπάρξει. Περισσότερο κι από την οικονομική, η μεταναστευτική κρίση ανέδειξε τις κεντρόφυγες αντιλήψεις στο εσωτερικό της Ε.Ε. και τώρα με την απόφαση των «28» αυτές επικυρώνονται κυρίαρχα. Το ευρωπαϊκό σχέδιο φαίνεται να επιτυγχάνει όσο εγγυάται την ασφάλεια-ευημερία κρατών και πολιτών, αλλά τινάζεται στον αέρα όταν η αντιμετώπιση των κρίσεων απαιτεί ανάληψη και κατανομή βαρών μεταξύ των μελών της Ένωσης.

Η αλληλεγγύη τότε πάει περίπατο και αναδεικνύονται οι επιμέρους εθνικοί εγωισμοί και πολιτικές συμφωνίες σε «διμερή βάση», που απλώς επιβεβαιώνουν το ειδικό βάρος και την ισχύ της Γερμανίας, χωρίς και πάλι να είναι εξασφαλισμένο ότι θα διασώσουν -πολιτικά- την καγκελάριο Μέρκελ. Ο τρόπος με τον οποίον η ελληνική κυβέρνηση συγκατατέθηκε σε μια τέτοια πολιτική θα αποδειχθεί πολύ σύντομα κάκιστη επιλογή, καθώς προστίθεται στα προβλήματα που έχει προκαλέσει η μακράς διάρκειας οικονομική κρίση και η οξεία αβεβαιότητα για το μέλλον. Τα νησιά μας -και σύντομα και η υπόλοιπη χώρα- έχουν περιέλθει ουσιαστικά σε ένα ιδιότυπο καθεστώς ομηρίας από τις ανεξέλεγκτες μεταναστευτικές ροές και το πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται με ανέξοδες κορόνες ιδεολογικής κενότητας, ατελέσφορες να προσφέρουν ισχυρά αντισώματα στην επέλαση ρατσιστικών-ακροδεξιών αντιλήψεων.