Από την έντυπη έκδοση
Tου Α.Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Τρεις εβδομάδες μάς χωρίζουν από τις κάλπες της 7ης Ιουλίου – γνωστό αυτό, συνειδητοποιημένο και «χωνεμένο».
Τρεις εβδομάδες με ξετύλιγμα των προγραμμάτων (ή, μάλλον, των προγραμματικών προθέσεων / κατευθύνσεων, γιατί όλο εκείνο το «με μέτρα μελετημένα και κοστολογημένα» προς το παρόν απλώς εκφωνείται), ακόμη και με συζητήσεις για τα προτεινόμενα σχήματα διακυβέρνησης / λειτουργίας του υπουργικού συμβουλίου και λήψης των πρώτων αποφάσεων – αυτό το τελευταίο από πλευράς Ν.Δ., όπως πορεύεται με προσδοκία αυτοδυναμίας.
Τρεις εβδομάδες, αλλά… στο φόντο υπάρχουν και οι δέκα εβδομάδες. Τι είναι αυτές; Είναι το διάστημα που μας χωρίζει από την -αναγκαστική, λόγω διαδικασιών Ε.Ε.- έναρξη κατάρτισης του Προϋπολογισμού 2020. Όπου θα αποτυπωθεί, με εν τω μεταξύ πολύ πιο προωθημένα στοιχεία για τη δημοσιονομική διαχείριση 2019, η δυνατότητα αλλαγής / προσαρμογής του σημερινού μίγματος πολιτικής από την κυβέρνηση που θα έχουν αναδείξει οι κάλπες της 7ης Ιουλίου. Κυβέρνηση που, με αυτοδυναμία ή και χωρίς, όλοι θεωρούν ότι θα σχηματιστεί: Παρά τους τριγμούς, ιδίως στο εσωτερικό του ΚΙΝΑΛ, θα αποτελούσε πολιτικό αυτοχειριασμό να επιδιωχθούν -σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας- νέες εκλογές στην πυρίκαυστη ζώνη του καλοκαιριού.
Μέχρι στιγμής, τα προγράμματα -έστω και ως «προγράμματα», δηλαδή ευχές- των δύο κομμάτων διακυβέρνησης, Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ κατά την τάξιν των δημοσκοπήσεων, δείχνουν σαφή μετατόπιση από τα μέχρι σήμερα. Η μεν Ν.Δ. έχει προαναγγείλει / δεσμευθεί για ευρεία κίνηση περικοπής φόρων και εισφορών, με ΕΝΦΙΑ πρώτο πρώτο (-30% σε δυο χρόνια), με μείωση του συντελεστή φόρου επιχειρήσεων και της φορολογίας μερισμάτων ευθύς εν συνεχεία (από 29% σε 20% και από 15% σε 5%), των ασφαλιστικών εισφορών και του πρώτου κλιμακίου φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων παραπέρα και με αναδιάταξη ΦΠΑ (δύο συντελεστές, 11% και 22% από 13% και 24%) εν τέλει. Το συνολικό κόστος θα μπορέσει αληθινά να προσεγγιστεί όταν (ότε+αν) συγκεκριμενοποιηθούν όλα αυτά. Άλλωστε, γι’ αυτό και ο Κ. Μητσοτάκης ρητώς αναφέρθηκε σε έναρξη ισχύος με τον Προϋπολογισμό 2020…
Όσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, η υπεσχημένη επαναφορά των μέτρων που κόπηκαν όταν νομοθετήθηκε «στο νήμα» η μη μείωση του αφορολόγητου (από 8.630 ευρώ σε 5.680, θυμίζουμε) δεν είναι κι αυτή αμελητέα: μείωση ΕΝΦΙΑ κατά 30% μεσοσταθμικά το 2020 (και 50% για χαμηλές και μεσαίες περιουσίες), κατάργηση εισφοράς αλληλεγγύης μέχρι τα 20.000 ευρώ, μείωση πρώτου κλιμακίου φόρου εισοδήματος στο 20%, υποχώρηση προκαταβολής φόρου επαγγελματιών και εταιρειών στο 50%, υποχώρηση του χαμηλού συντελεστή ΦΠΑ στο 11% από 13% (αλλά με διατήρηση του 6% για τα είδη πρώτης ανάγκης). Και εδώ, το συνολικό κόστος της δέσμης μέτρων θα το βλέπαμε όταν (ότε+αν) τυχόν εφαρμοζόταν.
Επειδή όμως με «αν» δεν γράφεται πολιτική, να κρατήσουμε εν όψει των τριών συν δέκα εβδομάδων κάποιες ανυποχώρητες παραμέτρους. Η πρώτη είναι ότι η μη μείωση του αφορολογήτου από 1ης Ιανουαρίου 2020 έχει κοστολογηθεί και ξανακοστολογηθεί στο +/-1% του ΑΕΠ. (Μην ξεχνούμε ότι η μη μείωση του αφορολογήτου αποτελεί άρθρον πίστεως και για ΣΥΡΙΖΑ, και για Ν.Δ., και για ΚΙΝΑΛ.) Η δεύτερη είναι ότι η ύπαρξη δημοσιονομικού χώρου μέσα στα συμφωνημένα (αντιαναπτυξιακά, αρκετά παρανοϊκά, πλην… συμφωνημένα) όρια του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ, χώρου ικανού να «φιλοξενήσει» τόσο της Ν.Δ. όσο και του ΣΥΡΙΖΑ τους προγραμματισμούς / τις δεσμεύσεις-υποσχέσεις-ταξίματα έχει ήδη αμφισβητηθεί. Πάντως, από τις Βρυξέλλες κατά 2-2,5 δισ. ευρώ, έστω πιο συγκρατημένα από Στουρνάρα κατά 1,1 δισ. ευρώ.
Η τρίτη παράμετρος είναι -ας την πούμε έτσι!- πιο πολιτική: και στων δύο μονομάχων της 7ης Ιουλίου την προσέγγιση υπάρχει / λανθάνει η λογική της αναδιαπραγμάτευσης για δημοσιονομικό χώρο με τους «εταίρους». Όμως τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε., πάντως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα ανασυντίθενται όλον αυτόν τον καιρό – όλο το β’ 6μηνο του 2019. Ενώ στις πρωτεύουσες (λέγε με Βερολίνο, αλλά και Χάγη) οι θέσεις θα παραμένουν σταθερές, στην τεχνοδομή των Βρυξελλών (λέγε με ESM, πάντως) ομοίως. Η δε λογική της Ν.Δ. «θα έχουμε δικό μας τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μάνφρεντ Βέμπερ, που έχει τάξει υποστήριξη για τη μείωση των πλεονασμάτων άρα…» έχει φανεί πόσο σπαρακτικά απλοϊκή ήταν εξαρχής.
Η Έκθεση ESM και οι προειδοποιήσεις Ρέγκλινγκ για την Ελλάδα δεν απευθύνονταν στην κυβέρνηση της στιγμής: απευθύνονταν ευθέως στη χώρα συνολικά. Στις πολιτικές δυνάμεις της. Στην κυβέρνηση που θα προκύψει μετά τις κάλπες της 7ης Ιουλίου. Και η οποία -τέταρτη παράμετρος- θα πορευθεί -έχοντας ήδη νομοθετήσει ή μη, μεσοκαλόκαιρα…- στην παραδοσιακή τελετουργία της ΔΕΘ. Απ’ όπου θα μας προκύψει η νέα εκδοχή «Προγράμματος Θεσσαλονίκης».
Όλα αυτά, στις 3 έως και 10 εβδομάδες.