Του Στράτου Στρατηγάκη
Μαθηματικού – Ερευνητή
[email protected]
Με την ολοκλήρωση του κυρίως μέρους των πανελληνίων εξετάσεων μπορούμε να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα για τα θέματα, το βαθμό δυσκολίας τους και την έκταση της ύλης που κάλυπταν. Τα συμπεράσματα αυτά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τους υποψηφίους ως οδηγός για τις εξετάσεις της επόμενης χρονιάς, ώστε η μελέτη τους να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Βέβαια στην Ελλάδα ζούμε και μπορεί του χρόνου να αλλάξει το στυλ των θεμάτων, χωρίς καμία προειδοποίηση, αλλά η τάση που παρατηρείται τα δύο τελευταία χρόνια καλό θα είναι να παγιωθεί.
Οι εισαγωγικές εξετάσεις έχουν σκοπό να ορίσουν ποιοι υποψήφιοι θα εισαχθούν στις περιζήτητες σχολές, ποιοι θα εισαχθούν στις υπόλοιπες και ποιοι δεν θα εισαχθούν σε καμία σχολή. Το ζητούμενο είναι, λοιπόν, η ομαλή κατανομή των υποψηφίων στη βαθμολογική κλίμακα. Συνεπώς οι θεματοδότες πρέπει να επινοήσουν ένα θέμα που δεν θα λύνει παρά μόνο το 10% των υποψηφίων, ένα άλλο που θα το λύνει μόνο το 20% των υποψηφίων, ώστε να επιτύχουν την ομαλή κατανομή των υποψηφίων στη βαθμολογική κλίμακα.
Μέχρι πριν δύο χρόνια η εξέταση στα Μαθηματικά στηριζόταν στην ύλη κυρίως της Γ Λυκείου και η επίλυση των δύσκολων ασκήσεων απαιτούσε τεχνάσματα και τρικ που μάθαιναν οι υποψήφιοι ως μεθοδολογίες. Αυτή η λογική σκοτώνει τη γνώση και το μυαλό του υποψηφίου. Είχε επίσης ως αποτέλεσμα να χωρίζουν οι μαθητές τα Μαθηματικά σε χρήσιμα και «άχρηστα», για την εισαγωγή στην Ανώτατη Εκπαίδευση.
Τα δύο τελευταία χρόνια βλέπουμε μια αλλαγή στις απαιτήσεις του διαγωνίσματος των Μαθηματικών. Ζητούνται γνώσεις και από προηγούμενες τάξεις, όπως πέρυσι με την τριγωνομετρία και φέτος με τη γεωμετρία. Αυτό σημαίνει ότι πηγαίνουμε προς την εξέταση των συνολικών γνώσεων του υποψηφίου στο μάθημα και όχι μόνο στην ύλη της Γ Λυκείου. Ο νέος τρόπος εξέτασης είναι πιο δίκαιος γιατί ο υποψήφιος εξετάζεται σε μεγαλύτερης έκτασης ύλη, μικρότερου βαθμού δυσκολίας στο κάθε θέμα. Θα πρέπει, βέβαια, οι θεματοδότες να μελετούν προσεκτικά τα στατιστικά στοιχεία των επιδόσεων, ώστε να μειωθεί το ποσοστό των υποψηφίων που γράφουν πολύ χαμηλούς βαθμούς. Πέρυσι οι υποψήφιοι της ομάδας προσανατολισμού οικονομίας και πληροφορικής που έγραψαν βαθμό μικρότερο του 5 στα 20 έφτασε το 50%! Θα δούμε τα φετινά στατιστικά να δούμε αν βελτιώθηκε το ποσοστό. Φυσικά οι επιδόσεις αυτές δεν έχουν επίπτωση στην εισαγωγή στις Ανώτατες Σχολές, αφού ο αριθμός των εισακτέων είναι προκαθορισμένος. Απλά εισήχθησαν πέρυσι μαθητές σε Πανεπιστημιακές Σχολές της Αθήνας με βαθμό στα Μαθηματικά κάτω από τη βάση.
Στη Χημεία ζητήθηκε κρίση και εφαρμογή των ορισμών. Όχι σε όλα τα θέματα, αλλά δεν μπορούσε ένας υποψήφιος να γράψει 20 αν δεν είχε σε βάθος γνώση των πραγμάτων. Δεν αρκούσαν οι μεθοδολογίες, που συνήθως διδάσκονται, για να φτάσει κανείς στο άριστα.
Στη Βιολογία η παπαγαλία θα έφερνε σε αδιέξοδο όποιον μαθητή είχε προετοιμαστεί με αυτόν τον τρόπο. Η απαίτηση και εδώ ήταν όχι απλά η γνώση αλλά η βαθιά κατανόηση των εννοιών και η εξαγωγή συμπερασμάτων με βάση αυτή την κατανόηση.
Παρά τις επιμέρους διαφωνίες αρκετών εκπαιδευτικών, με ενστάσεις για ασάφειες στα θέματα των Αρχών Οικονομικής Θεωρίας από την Ένωση Οικονομολόγων Εκπαιδευτικών, κάποιες διαμαρτυρίες για το Β2 της Φυσικής, η γενική εικόνα είναι ότι τα θέματα βρίσκονται σε σωστό δρόμο. Στηρίζονται όχι απλά στη γνώση της ύλης, αλλά στη βαθιά της κατανόηση που επιτρέπει την απάντηση σε ερωτήσεις κρίσης. Αυτός είναι, πιστεύω, ο κοινός παρονομαστής του νέου ύφους των θεμάτων. Πάνω σ’ αυτή την αρχή πρέπει να γίνει η προετοιμασία των υποψηφίων για τις επόμενες πανελλήνιες εξετάσεις.
Πρέπει, όμως, να οριστικοποιηθεί το ύφος τους και να γίνουν γνωστές οι απαιτήσεις των εξεταστών από τους υποψηφίους, ώστε να μην έχουμε αιφνιδιασμούς, που σημαίνει ότι κάποιοι είναι πιο τυχεροί που κατάφεραν να προβλέψουν την τάση. Αυτό είναι έξω από τη διαδικασία της μάθησης. Είναι σωστό να δημοσιεύονται πρότυπα διαγωνίσματα που θα δίνουν το ύφος και τη λογική των θεμάτων, ώστε οι υποψήφιοι να προετοιμάζονται στη σωστή κατεύθυνση και να σταματήσουν οι φήμες που κυκλοφορούν κάθε χρόνο για το τι θα εξεταστεί.