Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Ο μέσος κάτοικος της χώρας παράγει την ίδια ποσότητα απορριμμάτων με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, περίπου 461 κιλά τον χρόνο. Αλλά λιγότερο από το 1% της συνολικής ποσότητας απορριμμάτων κατέληξε σε χωματερές το 2016, όπως και το 2015, το 2014, το 2013 και το 2012. Η μισή ποσότητα των σκουπιδιών ανακυκλώνεται, η άλλη μισή καίγεται και μετατρέπεται σε ενέργεια.
Τα σκουπίδια δεν τους φτάνουν και χιλιάδες τόνους εισάγουν, ώστε τα νοικοκυριά να θερμάνουν. Μιλάμε για τους Σουηδούς, που ήδη από το 1975 ανακύκλωναν το 38% των απορριμμάτων.
Δεν είναι η εξαίρεση. Στη Γερμανία, την Ολλανδία και το Βέλγιο εξαιρετικά μικρό ποσοστό των αστικών αποβλήτων καταλήγει σε χωματερές, ενώ στη Λετονία το 92%. Για πολλούς Λετονούς, μάλιστα, η λέξη ανακύκλωση είναι άγνωστος όρος. Εμείς τη λέξη τη γνωρίζουμε, αλλά βολικά την πλάτη της γυρίζουμε.
Μπορεί η Λετονία να έχει την αρνητική πρωτιά στην ταφή απορριμμάτων, αλλά η Ελλάδα πριν από 20 χρόνια έγινε η πρώτη χώρα που καταδικάστηκε με περιβαλλοντικό πρόστιμο από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τη χωματερή του Κουρουπητού. Έκτοτε και μέχρι το περασμένο φθινόπωρο οι χτύποι δεν περιορίστηκαν στα Χανιά και οι καμπάνες έφτασαν περί τα 36 εκατ.
Πάνε τρεις μήνες που η Ευρωβουλή έθεσε φιλόδοξους στόχους για τη διαχείριση την καλή: μέχρι το 2030 το μερίδιο των αστικών αποβλήτων που οδηγούνται σε ανακύκλωση να αυξηθεί σε 70%, έναντι 44% σήμερα. Πώς θα γίνει αυτό στην Ελλάδα, που περιλαμβάνεται στις λίγες, πλέον, ευρωπαϊκές χώρες που οδηγούν πάνω από το 75% των αποβλήτων στην ταφή;
Πώς θα γίνει αυτό, όταν ακόμη συζητούμε για την ανανέωση της ομηρίας εργαζομένων και πόλεων; Πώς θα γίνει αυτό, όταν σκαρφαλώνουμε σε ρυπολόφους απρονοησίας, αναβλητικότητας, προχειρότητας και πονηρίας; Πώς θα γίνει αυτό, όταν «γύφτοι μαζεύουν τα σκουπίδια και τα πετάνε παραπέρα», το κενό καλύπτοντας σε βαριά καλοκαιρινή μέρα;
Πώς θα γίνει αυτό, όταν απεργεί το λογικό και η αποκομιδή αναδεικνύεται σε βασικό;