Από την έντυπη έκδοση
Του Α.Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Από δύο κατευθύνσεις είχαμε κριτική για το σημείωμα της περασμένης Πέμπτης 29/5. Αφενός μας επισημάνθηκε ότι η ερώτηση-παραίνεση, να επιχειρούσε η Ελλάδα του Ιουνίου 2019 μια τρίτη έξοδο στις αγορές με εκμετάλλευση της ταχύτατης υποχώρησης των αποδόσεων των ομολόγων της, ήταν υπεραισιόδοξη – όχι δε μόνον πολιτικά («οι αγορές θα περιμείνουν τη νέα κυβέρνηση»), αλλά και τεχνικά με δεδομένες τις λίγες βδομάδες που μας χωρίζουν από τις εκλογές. Αφετέρου, μας ειπώθηκε ότι στο επιχείρημά μας υπήρχε μια παράξενη μετακίνηση της ανάλυσης από τα εντελώς βραχυπρόθεσμα -τις αποδόσεις των ομολόγων- στα απολύτως μακροπρόθεσμα – τις αναπτυξιακές προοπτικές ή και τα δομικά προβλήματα της γηράσκουσας Ελλάδας.
Όχι μόνον επειδή χρωστούμε μια απάντηση / διευκρίνιση, αλλά επειδή και στα δύο αυτά μέτωπα παρατηρείται κινητικότητα, προτείνουμε στον αναγνώστη μια συνέχιση της συζήτησης. Όσον αφορά το ενδεχόμενο έκδοσης -τώρα, προεκλογικά- ομολόγου, η κατάσταση στην αγορά συνεχίζει να βελτιώνεται ραγδαία: το 3% στο 10ετές και το 2% στο 5ετές, που ήταν ήδη εντυπωσιακά, έγιναν λιγότερο από 2,9% το πρώτο και σχεδόν 1,7% το δεύτερο. Όπως δε ήδη σημειώθηκε στη «Nαυτεμπορική» της 1/6, η απόδοση του ελληνικού χαρτιού έκανε cross-over με του ιταλικού (πράγμα που αφορά περισσότερο τη συνεχιζόμενη πολιτική ανησυχία για την προοπτική της Ρώμης…). Ακόμη πιο σημαντικό για την αξιολόγηση της θέσης της Ελλάδας στις αγορές είναι όμως το ογκούμενο κύμα κερδών που πραγματοποιούν όσοι έχουν φορτώσει ελληνικό χαρτί – και μάλιστα όσοι έχουν αγοράσει το πρόσφατο (μέσα Μαρτίου) benchmark 10ετές στο 3,9%, αλλά και εκείνοι που ήδη είχαν μπει στο 5ετές τον Ιανουάριο, που το είχαν δει αρχικά στο 3,6%.
Γι’ αυτό και παρατηρούσαμε ότι «οι αγορές δεν έχουν πολιτικές συμπάθειες / αντιπάθειες» – οσμή ελπίδας κέρδους ή κινδύνου ζημίας έχουν. Αυτό δεν αντιφάσκει με την αναγνώριση ότι η ταχύτατη υποχώρηση των αποδόσεων του ελληνικού χαρτιού μετά τις ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου αντικατοπτρίζει πολιτική ανάγνωση: Μπορεί ο καθένας στο «πολιτική ανάγνωση» να εξειδικεύσει, είτε λέγοντας ότι υπάρχει προσδοκία αλλαγής κυβέρνησης προς φιλικότερη στις αγορές κατεύθυνση στις βουλευτικές της 7ης Ιουλίου είτε ότι ούτως ή άλλως έχει εκλείψει για τις ίδιες αυτές αγορές το ενδεχόμενο μακρόχρονης αστάθειας. (Σ.σ.: Σχετικά με το ραντάρ των αγορών: Λεπτομέρειες όπως το ενδεχόμενο μη αυτοδυναμίας, άρα διερευνητικών εντολών από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για σχηματισμό κυβέρνησης κ.ο.κ., δεν έχουν μπει στο ραντάρ αυτό… Να δούμε βέβαια τώρα πώς θα βάλουν στην εξίσωση/how they will factor in την αναταραχή που δρομολογήθηκε στον τρίτο -μικρομεσαίο- πόλο της ελληνικής πολιτικής, το ΚΙΝΑΛ.)
Ούτως ή άλλως, όποιος είχε εισηγηθεί στον Κυριάκο Μητσοτάκη να ευχηθεί «καλή πορεία» στο τότε φρέσκο 10τές, μέσα Μαρτίου, αντιστρέφοντας την εικόνα μιας αντιπολίτευσης που βλέπει μόνον προβλήματα στον ορίζοντα της κυβέρνησης, μπορεί σήμερα να χαμογελάει…
Πριν εγκαταλείψουμε τη συζήτηση για έκδοση «προεκλογικού ομολόγου» -η οποία αντιλαμβανόμαστε ότι κάποια στιγμή όντως έπεσε στο τραπέζι- να παραδεχθούμε ότι ούτε η συνεκτικότητα του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης ανοίγει την όρεξη για χειρισμούς / βαθιές μπαλιές, ούτε και η αίσθηση ασφάλειας των συμβούλων διαχείρισης του ελληνικού χαρτιού.
Στο πρώτο μέτωπο, πάντως, η αποχώρηση Στέργιου Πιτσιόρλα από την πολιτική σκηνή -κι ας μην έχει ευθέως εμπλοκή σε τέτοιες πλευρές διαχείρισης- κάτι δείχνει. Ενώ και η ανακοίνωση περί επανόδου του Γιώργου Χουλιαράκη στον ακαδημαϊκό χώρο -από Eurogroup στις ΗΠΑ- έχει αντίστοιχη λειτουργία.
Ας περάσουμε όμως και στο σκέλος της συζήτησης που αφορά το ενδιάμεσο διάστημα – ανάμεσα δηλαδή στην ανάγνωση της ελληνικής οικονομίας από τις αγορές και στην αναφορά στα δομικά προβλήματα / στις μακροχρόνιες ανισορροπίες. Μόλις κλείσουν και οι δεύτερες κάλπες της αναμέτρησης των ευρωεκλογών, περιφερειακών, δημοτικών εκλογών, και ενώ άρχισε να «χωνεύεται» στην Ευρώπη το αποτέλεσμα της Ευρωκάλπης, το «ελληνικό ζήτημα» θα ξαναβρεθεί στο τραπέζι της μεταμνημονιακής παρακολούθησης, αλλά και στη συζήτηση Euro Working Group / Eurogroup. Η προσδοκία ήταν ότι θα τηρούνταν χαμηλοί-διακριτικοί-μη-οχληροί τόνοι, ακόμη και μετά τις εκδηλώσεις ανησυχίας από πλευράς ESM για τα προεκλογικά μέτρα με λογική παροχών (δηλαδή προ των ευρωεκλογών). Τώρα όμως που ανοίγει η αληθινή / κρίσιμη προεκλογική εκστρατεία, πυκνώνουν οι πιθανότητες να έχουμε προειδοποιητικό χρησμό -όχι προς την κυβέρνηση, αλλά γενικά προς το πολιτικό σύστημα- σχετικά με το (το θυμόσαστε;) pacta sunt servanda των μεταμνημονιακών αυτήν τη φορά δημοσιονομικών δεσμεύσεων.
Δεν θα είναι δίκαιο μετά τη δημοσιονομική υπεραπόδοση (=στύψιμο) της οικονομίας. Όμως, μπροστά στην κινούμενη άμμο του ελληνικού πολιτικού συστήματος, οι Ευρωπαίοι «εταίροι» νιώθουν βέρτιγκο.