Από την έντυπη έκδοση
Του Αλέξανδρου Κρητικού
Διευθυντής Έρευνας DIW Berlin
Η Ελλάδα γνωρίζει από την κρίση του 2008 μια ύφεση διπλής βύθισης. Το ΑΕΠ είναι σχεδόν 30% κάτω από το επίπεδο πριν από το χρηματιστηριακό κραχ και η οικονομία κατρακυλά ξανά σε καθεστώς κρίσης, δεδομένων των πολιτικών αποφάσεων που εγκρίνονται αυτήν την περίοδο -ακόμη μία φορά, αυξήσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών- και της συνεχιζόμενης οικονομικής ασφυξίας.
Οι στατιστικές αποκαλύπτουν την καταστροφική κατάσταση που βιώνει ο ενεργός πληθυσμός στην Ελλάδα. Στο τέλος του 2015 η κύρια πηγή εισοδήματος για περισσότερα από τα μισά ελληνικά νοικοκυριά ήταν η σύνταξη. Μόλις το 37% στηρίχθηκε κυρίως στα εισοδήματα από μισθούς. Η μακρά διάρκεια αυτής της κρίσης αντικατοπτρίζει την αδυναμία του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Τα τελευταία 8 χρόνια η Ελλάδα άλλαξε 6 πρωθυπουργούς και περίπου 10 υπουργούς Οικονομίας και Ανάπτυξης.
Η πολιτική αστάθεια αφαιρεί τη δυνατότητα για τον σχεδιασμό, την εγκαθίδρυση, την εφαρμογή και τον συντονισμό ενός συνεκτικού μεταρρυθμιστικού προγράμματος. Μόνο μία κυβέρνηση, η «τεχνοκρατική» κυβέρνηση Παπαδήμου, επιχείρησε στον λιγοστό χρόνο που είχε διαθέσιμο, από τον Νοέμβριο 2011 έως τον Μάιο 2012, να ωθήσει μια μεταρρυθμιστική ατζέντα ελληνικής ιδιοκτησίας.
H κυριότητα των μεταρρυθμίσεων, πόσο μάλλον ενός σοβαρού επενδυτικού σχεδίου, έχει λείψει στην Ελλάδα. Τη διαδικασία εξακολουθούν να καθοδηγούν οι πιστωτές της χώρας, το βασικό ενδιαφέρον των οποίων φαίνεται να είναι η μονοδιάστατη εξισορρόπηση του κρατικού προϋπολογισμού με αποτέλεσμα μια κατακλυσμιαία οικονομική ύφεση.
Μαζικές μειώσεις στις συντάξεις, τις κοινωνικές μεταβιβάσεις και τις μισθολογικές δαπάνες έχουν μειώσει σημαντικά τα κόστη στην Ελλάδα – τουλάχιστον πριν αρχίσει η σημερινή κυβέρνηση να αυξάνει και πάλι ένα μέρος τους. Ο τουρισμός κινήθηκε σε υψηλά επίπεδα τα τελευταία 3 χρόνια και τα γεωργικά προϊόντα επανήλθαν σε χαμηλές τιμές. Αν η Ελλάδα αντιμετώπιζε μόνο πρόβλημα κόστους, η ελληνική οικονομία θα έπρεπε να έχει τεθεί και πάλι σε τροχιά υψηλών ρυθμών ανάπτυξης. Αλλά δεν είναι έτσι.
Η εξήγηση είναι απλή. Δεν υπάρχουν πολλά -πέρα από τον τουρισμό, τη γεωργία και ορισμένα μεταλλευτικά και πετρελαϊκά προϊόντα- που να μπορεί να εξάγει σήμερα η Ελλάδα σε ιδιαίτερα υψηλές ποσότητες ως αποτέλεσμα της μείωσης του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος. Αν η γεωργία και ο τουρισμός παράσχουν μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία, μπορεί να επιτραπεί μια μέτρια ανάπτυξη το επόμενο διάστημα. Αυτό όμως δεν αρκεί για να τροφοδοτήσει υψηλότερη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη. Ο μικροσκοπικός τομέας της υψηλής τεχνολογίας, για παράδειγμα, στον τομέα της πληροφορικής ή των φαρμακευτικών προϊόντων αδυνατεί να λάβει ώθηση μόνο από τη μείωση του κόστους.
Τα μέτρα λιτότητας και οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις που έχουν εφαρμοστεί μέχρι στιγμής από τις διάφορες ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων ετών δεν έχουν αναζωογονήσει την αρτηριοσκληρωτική οικονομία. Αυτό είναι κακή είδηση και για τους πιστωτές της Ελλάδας: το συσσωρευμένο δημόσιο χρέος θα παραμείνει ανυπέρβλητο.
Τα μέτρα λιτότητας, οι πολυάριθμες αλλαγές κυβερνήσεων και ορισμένες από τις πολιτικές που επέβαλε η τρόικα είχαν καταστροφικές συνέπειες για την ελληνική οικονομία. Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό μετά από 7 χρόνια ύφεσης η συζήτηση να μετατοπιστεί από τις επόμενες περικοπές δαπανών και αυξήσεις φόρων σε έναν απολογισμό και μια κριτική επανεξέταση των προηγούμενων ετών.
Από αυτήν τη στήλη, στο πλαίσιο συνεργασίας της «Ναυτεμπορικής» και του «DIW» (Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών), θα δημοσιευτεί σε εβδομαδιαία βάση μια σειρά αναλύσεων για τα αίτια και τις συνέπειες της ελληνικής κρίσης. Το αφιέρωμα θα συνδράμουν από διαφορετικές οπτικές γωνίες οικονομικοί ερευνητές από την Ελλάδα και την ελληνική διασπορά, καθώς και ξένοι ερευνητές με ενδιαφέρον στην ελληνική υπόθεση.
Τα άρθρα θα εκφράζουν την προσωπική γνώμη των συντακτών και συχνά θα αντιπροσωπεύουν αντίθετες αντιλήψεις, καθώς και απόψεις «έξω από το κουτί». Στόχος είναι μια θεμελιώδης ανάλυση της οικονομικής πολιτικής στην Ελλάδα μέσα από ένα ευρύ φάσμα ειδικών πτυχών της δημόσιας συζήτησης γύρω από τις μεταρρυθμίσεις.
Θα τεθούν έτσι στο επίκεντρο τα απαραίτητα βήματα για την εκπόνηση ενός οδικού χάρτη με αντικείμενο την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και την υπέρβαση αυτής της κρίσης.
* Tο άρθρο αυτό είναι μέρος αφιερώματος στο πλαίσιο συνεργασίας της «Ναυτεμπορικής» και του «DIW Berlin» για την κρίση στην Ελλάδα. Βασίζεται στην έρευνα «Η ελληνική κρίση: Μια ελληνική τραγωδία;» και εκφράζει την προσωπική άποψη του συντάκτη.