Από την έντυπη έκδοση
Του Διονύση Ρ. Ρηγόπουλου
Μηχανικού, με ειδίκευση στην υπολογιστική μοντελοποίηση Ph.D. Carnegie Mellon University
Αποχωρώντας πρόσφατα, ο επί 11,5 χρόνια Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης ανέφερε ότι υπάρχουν ακόμα δημόσιες υπηρεσίες-φαντάσματα, χωρίς ρόλο και σκοπό, που δεν τις ξέρουμε καν. Υπηρεσίες που βρήκαν, όπως είπε, τρόπους να μην απογραφούν.
Διανύουμε τον έβδομο χρόνο μιας -όπως λένε- διοικητικής μεταρρύθμισης (νυν ανασυγκρότησης) χωρίς κανείς να έχει πλήρη εικόνα του Δημοσίου. Πώς μπορεί να ισχυρίζεται οποιοσδήποτε ότι θα λύσει ένα πρόβλημα όταν δεν γνωρίζει τα δεδομένα του;
Πληρώνουμε όλοι, κάθε μέρα, την έλλειψη του πλήρους ψηφιακού οργανογράμματος. Κάθε φορολογούμενος χρηματοδοτεί από το υστέρημά του αόρατες σπατάλες που συνεχίζονται. Κάθε πολίτης αντιμετωπίζει συχνά υπηρεσίες που δυσλειτουργούν, λόγω ανισοκατανομής υπαλλήλων, παρωχημένων διαδικασιών και κακοδιοίκησης.
Όμως, ο Ν. 3861/2010 προβλέπει: «Κάθε υπηρεσία ή φορέας του Δημοσίου, τα ΝΠΔΔ, οι φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, οι ανεξάρτητες και ρυθμιστικές διοικητικές αρχές, καθώς και οι φορείς των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού οφείλουν να αναρτούν στον δικτυακό τόπο τους το οργανόγραμμα και τη διάρθρωση των υπηρεσιών και μονάδων, την περιγραφή των αρμοδιοτήτων και των οργανικών θέσεων, καθώς και τα ονόματα, τις ιδιότητες και τα πρόσφορα στοιχεία επικοινωνίας των υπηρετούντων σε αυτούς τους φορείς με οποιαδήποτε μορφή ή σχέση εργασίας και απασχόλησης». Ελάχιστες υπηρεσίες το εφάρμοσαν. Αν είχε τηρηθεί ο νόμος, θα αρκούσε τώρα να συνδυαστούν σε ενιαία δομή τα στοιχεία απ’ αυτά τα οργανογράμματα.
Κι όμως, το ενιαίο οργανόγραμμα μπορεί να γίνει πανεύκολα, γρήγορα και χωρίς κόστος. Χρειάζεται, απλώς, να συνδυαστούν σε δύο δίστηλους πίνακες στοιχεία που υπάρχουν.
Η ιεραρχική δομή κάθε υπηρεσίας του Δημόσιου υπάρχει στα νομοθετήματα που την καθορίζουν. Αυτή η διάσπαρτη και δύσχρηστη πληροφορία, αν καταγραφεί στον πρώτο πίνακα σε ζεύγη (μονάδα – υπερκείμενη μονάδα της), δίνει την πλήρη ψηφιακή εικόνα της δομής του Δημοσίου.
Οι υπάλληλοι έχουν, από το 2009, καταγραφεί στο Μητρώο Ανθρώπινου Δυναμικού του Ελληνικού Δημοσίου, γνωστό ως Απογραφή, που περιλαμβάνει βασικά τυπικά προσόντα, ημερομηνίες και άλλα υπηρεσιακά στοιχεία για τον καθένα. «Τα στοιχεία καταχωρούνται και επιβεβαιώνονται από τις καθ’ ύλην αρμόδιες Διευθύνσεις Προσωπικού των φορέων και επικαιροποιούνται σε πραγματικό χρόνο» γράφει η ιστοσελίδα της Απογραφής. Η καταγραφή αυτή, όμως, σταματά σε επίπεδο Διεύθυνσης Προσωπικού. Για να γίνει γνωστή η στελέχωση της κάθε μονάδας, αρκεί να συνδυαστεί, στον δεύτερο πίνακα, ο πλήρης κατάλογος των υπαλλήλων με τη μονάδα στην οποία ο καθένας υπηρετεί.
Πόσος χρόνος χρειάζεται για να συμπληρωθούν οι δύο πίνακες, δηλαδή για να αποτυπωθούν ψηφιακά η δομή και η στελέχωση όλης της Δημόσιας Διοίκησης; Περίπου ένας μήνας. Αρκεί να προβλεφθεί ότι θα ανασταλεί η μισθοδοσία όποιων υπαλλήλων δεν θα περιλαμβάνονται στον πίνακα.
Ομοίως θα πρέπει να ανασταλεί η επιχορήγηση οποιουδήποτε φορέα δεν έχει πλήρως αποτυπωθεί στο ψηφιακό οργανόγραμμα. Δεν νοείται να επιχορηγούνται «μαύρες τρύπες».
Για να ανταποκρίνεται πάντοτε το οργανόγραμμα στην τρέχουσα πραγματικότητα, θα πρέπει να μην τίθεται σε ισχύ δομική ή υπηρεσιακή μεταβολή αν δεν δηλωθεί (λαμβάνοντας έναν μοναδικό αποδεικτικό κωδικό, ανάλογα με τον ΑΔΑ της Διαύγειας). Άτομα ή μονάδες εκτός οργανογράμματος θα αποκλείεται να μισθοδοτούνται ή να επιχορηγούνται. Θα χρειαστεί να προβλεφθούν νομοθετικά κυρώσεις για σχετικές παραβάσεις, αμέλεια ή ολιγωρία.
Γιατί, όμως, το ενιαίο ψηφιακό οργανόγραμμα είναι τόσο σημαντικό; Επειδή αποτελεί θεμέλιο και εργαλείο για κάθε βελτιωτική προσπάθεια οπουδήποτε στη Δημόσια Διοίκηση. Επειδή είναι η «κρεμάστρα» για οποιαδήποτε πρόσθετα σχετικά δεδομένα: αρμοδιότητες, διαδικασίες, στόχοι, εξοπλισμός, αναλώσιμα, οικονομικά στοιχεία, αξιολογήσεις, ακόμα και κρίσεις ή παράπονα πολιτών, όλα συναρτώνται σε συγκεκριμένες μονάδες και σε άτομα. Συνακόλουθα, συγκεκριμενοποιούνται, τυποποιούνται και ελέγχονται πολλές διοικητικές και οικονομικές λειτουργίες, εξαλείφοντας ασάφειες, εύνοιες και αυθαιρεσίες.
Και μόνη η αποτύπωση της δομής και της στελέχωσης θα δείξει αμέσως δομικές ατέλειες (π.χ., διευθύνσεις που έχουν μόνον ένα τμήμα), καθώς και υποστελεχωμένες ή υπερστελεχωμένες μονάδες.
Σε συνδυασμό με τα στοιχεία της Απογραφής και με εμφανή κοινά κριτήρια, θα εντοπίζονται αυτόματα λειτουργικές ανεπάρκειες ή σπατάλες πόρων. Για παράδειγμα, πώς μπορεί να λειτουργεί Τμήμα Αυθαιρέτων χωρίς μηχανικό; Ή Καρδιολογικό Ιατρείο χωρίς καρδιολόγο; Ακόμα και έλλειψη ενός τεχνίτη αξονικού τομογράφου μπορεί να αχρηστεύει όλη τη μονάδα: Οι ασθενείς δεν εξυπηρετούνται ενώ ο ακριβός εξοπλισμός, ο ακτινολόγος, και το υπόλοιπο προσωπικό της μονάδας παραμένουν σε αδράνεια και κοστίζουν στους φορολογούμενους χωρίς να παράγουν. Γιατί να υπάρχουν τρεις οδηγοί σε μια υπηρεσία χωρίς αυτοκίνητο;
Κάθε σχεδιασμός θα βασίζεται σε λεπτομερή πραγματικά στοιχεία και σε ελέγξιμες προβλέψεις. Το ίδιο και κάθε αντίλογος. Οι ανακατανομές υπαλλήλων και οι αναδιαρθρώσεις δομών θα μελετώνται με ενιαία κριτήρια, στις πραγματικές συνθήκες. Ελλείψεις πόρων θα είναι ορατές στους πάντες, ώστε να καλύπτονται με διαφάνεια. Το ιστορικό θα διατηρείται και θα μπορεί ο οποιοσδήποτε να συγκρίνει στοιχεία διαφόρων χρονικών στιγμών. Η απόδοση κάθε αλλαγής θα αποτιμάται με κέντρα κόστους και λειτουργικά κριτήρια και θα συγκρίνεται με αντίστοιχες ή με προγενέστερες καταστάσεις.
Οι συγκρίσεις και οι αξιολογήσεις μονάδων και ατόμων θα τυποποιηθούν και θα εμπλουτιστούν: Μέσοι όροι, μέγιστες και ελάχιστες αποδόσεις και άλλα στοιχεία θα παράγονται διαρκώς και αυτόματα για οποιοδήποτε επίπεδο της Διοίκησης. Οι συγκρίσεις θα εστιάζονται στα ομοειδή. Οι καλές πρακτικές που θα αναδεικνύονται θα προτείνονται εκεί που πρέπει. Η εφαρμογή τους θα ελέγχεται και η πρόοδος θα μετράται. Οι έως σήμερα αοριστολογίες για συστηματική επιβράβευση των αποδοτικότερων και πιο ευσυνείδητων υπαλλήλων θα συγκεκριμενοποιηθούν, με κοινά κριτήρια σε όλο το Δημόσιο. Αλλά και οι ίδιοι οι υπάλληλοι θα έχουν δυνατότητα και κίνητρο να βελτιώνονται, μελετώντας στοιχεία στο σύστημα του οργανογράμματος.
Αρκεί να αναλογιστεί κανείς πόσες εφαρμογές χτίστηκαν πάνω στο ψηφιακό υπόβαθρο των χαρτών της Google, για να οραματιστεί πόσους νέους ορίζοντες ανοίγει το ψηφιακό οργανόγραμμα για τη βελτίωση του Δημοσίου και των σχέσεων του κράτους με τους πολίτες.
Στις 30/6/2016 λήγει η υποβολή προτάσεων για το πρόγραμμα «Δράσεις ανάπτυξης και εφαρμογής συστήματος διαχείρισης ανθρωπίνου δυναμικού δημόσιας διοίκησης», που (σωστά) προβλέπει οργανόγραμμα, ως τμήμα της «Διαχείρισης Οργανωτικών και Ατομικών Στοιχείων» μιας ενιαίας κεντρικής υποδομής. Μόνο που το έργο, προϋπολογισμού 5.000.000 ευρώ, έχει επιλέξιμες δαπάνες έως και τον Ιούνιο 2023. Με αυτόν τον τρόπο, το οργανόγραμμα, αντί να γίνει σε λίγες εβδομάδες, μετατίθεται στο απροσδιόριστο μέλλον.
Πόσο ακόμα αντέχει ο τόπος αυτή την κατάσταση; Γιατί δεν απαιτούμε να γίνει αμέσως κάτι τόσο απλό και τόσο θεμελιώδες; Μοιάζει απίστευτο, αλλά ακούω συχνά την απάντηση: «Δεν πρόκειται να το κάνουν, γιατί το πολιτικό μας σύστημα δεν αντέχει τόση διαφάνεια».
Παραφράζοντας τον Νιλ Άρμστρονγκ όταν πρωτοπάτησε στη Σελήνη, θα μπορούσε κανείς να πει για το ενιαίο ψηφιακό οργανόγραμμα: «ένα απλούστατο βήμα για το αρμόδιο υπουργείο, ένα τεράστιο άλμα για τη Δημόσια Διοίκηση».