Του Γιώργου Σωτηρόπουλου
Ο Νόρμπερτ Χόφερ, υποψήφιος του ακροδεξιού κόμματος FPÖ, είναι τελικά ο νικητής του πρώτου γύρου των προεδρικών εκλογών της Αυστρίας. Κατάφερε να συγκεντρώσει το 36% των ψήφων σε μια εκλογική αναμέτρηση στην οποία συμμετέχουν όλοι οι πολίτες.
Προφανώς αυτές οι εξελίξεις ήταν αναμενόμενες αν λάβουμε υπόψη μας ότι ήδη εννέα ακροδεξιά κόμματα κατάφεραν να εισέλθουν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με εθνικιστική αντζέντα στις τελευταίες Ευρωεκλογές. Επίσης σε αρκετά εθνικά κοινοβούλια της Ευρώπης, όπως του Βελγίου, η κατάσταση διαφαίνεται χειρότερη μέρα με τη μέρα. Στη δε Γαλλία ο πρόεδρος Ολάντ προβλέπεται να ηττηθεί από τη Μαρί Λεπέν στην περίπτωση του δεύτερου γύρου εκλογών.
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού οι βασικοί διεκδικητές της προεδρίας του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος – Ντόναλντ Τραμπ και Τεντ Κρουζ – επενδύουν σε έναν εθνο-λαϊκίστικο λόγο προκειμένου να πάρουν το χρίσμα. Ο Ντόναλντ Τραμπ προβλέπεται να είναι ο νικητής σε αυτήν την κούρσα, παρά την αισθητή πτώση της δημοτικότητας του. Επενδύοντας στον μισαλλόδοξο και ξενοφοβικό λόγο, συγκεντρώνει σημαντικά ποσοστά και πλησιάζει στο επόμενο βήμα, τη διεκδίκηση της Προεδρίας των Ηνωμένων Πολιτειών.
Αφορμή αυτής της σταδιακής εθνικιστικής έξαρσης ήταν η παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση και ίσως μας θύμισε ιστορικά τις συνθήκες κάτω από τις οποίες άνθισαν απολυταρχικά καθεστώτα μετά την κρίση του 1929. Οι υποσχέσεις για «εθνική καθαρότητα», ανεξάρτητη οικονομία, ανάπτυξη και ευημερία γίνονται παραδοσιακά πολύ ελκυστικές κάτω από τις ίδιες συνθήκες, τις συνθήκες οικονομικής και πνευματικής ύφεσης σε μια κοινωνία. Ο εθνικισμός είναι όπως φαίνεται η βολική διέξοδος όταν δεν θέλουμε να αναλάβουμε τις ευθύνες μας για την οιαδήποτε κοινωνική κρίση.
Τα τρομοκρατικά χτυπήματα επί Ευρωπαϊκού εδάφους και το μεταναστευτικό κύμα, που ξεκίνησε να εντείνεται το καλοκαίρι του 2015, έδωσαν μια νέα ευκαιρία σε αυτές τις ακραίες πολιτικές δυνάμεις να αναδείξουν την μισαλλόδοξη και ξενοφοβική αντζέντα τους. Οι απώλειες και ο φόβος έγιναν τροφή για τις ακραίες πολιτικές ιδεολογίες, παρά το γεγονός ότι οι τρομοκράτες ήταν Ευρωπαίοι πολίτες και ότι η μεταναστευτική κρίση ήταν απόρροια της βίαιης αλλαγής ηγεσίας που συνολικά η Δύση επιχείρησε στη Συρία.
Η ανθρωπότητα της Δύσης επέλεξε να παραδοθεί στις «Σειρήνες» ακραίων μορφωμάτων και ρητόρων και δεν συσπειρώθηκε γύρω από τις ανθρωποκεντρικές πτυχές των πολιτισμού της. Ωστόσο, η επιλογή του εύκολου δρόμου της πίστης σε οποιαδήποτε θεωρία μιας κάποιας «φυλετικής ανωτερότητας και καθαρότητας» ή του να γυρνούμε την πλάτη στους «ξένους» δεν τιμά τα επιτεύγματα του σύγχρονου Δυτικού Πολιτισμού. Φανερώνει την απόσταση μας από αυτά και μια αυταρέσκεια, προϊόν μιας λανθάνουσας ημιμάθειας. Αποδεικνύει την έλλειψη μόρφωσης και μια βαθιά υποκρισία.
Και ναι είναι υποκριτικό να απευθυνόμαστε στα άκρα κάθε φορά που συναντούμε προβλήματα, τα οποία εμείς σε τελική ανάλυση προκαλούμε. Αντιθέτως, οφείλουμε να επιμερήσουμε τις ευθύνες στις σωστές κατευθύνσεις και να βρούμε αποτελεσματικές λύσεις τόσο για τη σύγχρονη μεταναστευτική κρίση όσο και για την εξυγίανση των χρηματαγορών και των χρηματοπιστωτικών οργανισμών. Πρέπει να αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων και να μην ακολουθούμε τη δημαγωγία ατόμων που μιλούν εξ ονόματος της Δημοκρατίας με σκοπό να επιτεθούν στον πυρήνα αυτής που είναι η ελευθερία, η αξιοπρέπεια και η μοναδικότητα του ατόμου.