Από την έντυπη έκδοση
Της Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]
Ελευθερία της έκφρασης. Υπέρτατο δικαίωμα, θεμέλιο της Δημοκρατίας, πυλώνας της επιστήμης και της προόδου. Μόνο που στην εποχή μας, οι λεπτές γραμμές που ορίζουν τα όρια της ελευθερίας του λόγου χάνονται. Για τον «Economist», ζούμε στην εποχή του αντίλογου. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης επιτρέπουν στον καθένα να εκφράζει την άποψή του. Οι πολιτικοί μπορούν να απευθύνονται με αμεσότητα στους ψηφοφόρους τους και εκείνοι, με τη σειρά τους, να εκφράζουν την επιδοκιμασία ή αποδοκιμασία τους. Θα μπορούσαμε να μιλάμε για μια νέα, χρυσή εποχή για την ελευθερία της έκφρασης. Φαίνεται όμως ότι σημαντικό μέρος της κοινής γνώμης θεωρεί ότι αυτή ακριβώς η ελευθερία έρχεται μερικές φορές σε πολύ μεγάλες δόσεις – φέρνοντας τα αντίθετα αποτελέσματα.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση που επικαλείται ο «Economist», το 45% των Αμερικανών σπουδαστών πιστεύει ότι θα πρέπει να υπάρχουν περιορισμοί στη δημόσια έκφραση, ειδικά εάν πρόκειται για προσβλητικές δηλώσεις.
O Εμάνουελ Kαντ, ένας από τους πατέρες του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, πρέσβευε ότι η ελευθερία του ενός σταματάει εκεί που αρχίζει η ελευθερία του άλλου. Όταν φθάνουμε στο σημείο οι πολίτες σε ελεύθερες κοινωνίες να επιχειρηματολογούν υπέρ της λογοκρισίας, προσφέρουν τις κατάλληλες δικαιολογίες στα απολυταρχικά καθεστώτα για την επιβολή περιορισμών στην έκφραση. Και δεν μιλάμε για τις περιπτώσεις όπου αυτό γίνεται για τους σωστούς λόγους, όπως για παράδειγμα για να αποτραπεί η ρητορική μίσους, αλλά όταν επιβάλλουν μέτρα για τη δική τους προστασία και συμφέροντα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η καταδίκη Ρώσου blogger σε ποινή πενταετούς φυλάκισης για την προώθηση του «εξτρεμισμού», αφότου αμφισβήτησε την ανάμιξη της Μόσχας στην ουκρανική κρίση. Στις χώρες της Μέσης Ανατολής, οι κυβερνήσεις επικαλούνται συχνά τους νόμους που απαγορεύουν τη βλασφημία για να ασκήσουν λογοκρισία ή και να κλείσουν πίσω από τα σίδερα όσους κρίνουν εχθρούς.
Η Δύση, χάρη στην επίδραση του Διαφωτισμού, παραμένει λίκνο της ελευθερίας, δημιουργώντας τις κατάλληλες συνθήκες αμφισβήτησης των προκαταλήψεων και του κατεστημένου, συμβάλλοντας στη γένεση νεότερων και πιο φιλελεύθερων ιδεών και αντιλήψεων. Σε έναν κόσμο όπου είναι ευκολότερη παρά ποτέ η χειραγώγηση της κοινής γνώμης, σε έναν κόσμο όπου η διασπορά των ψευδών ειδήσεων στρεβλώνει την πραγματικότητα, η απάντηση στις προκλήσεις δεν είναι η επιστροφή στο σκοτάδι. «Δεν συμφωνώ με ό,τι λες, αλλά θα υπερασπίζομαι μέχρι θανάτου το δικαίωμα να το λες». Αυτή είναι η σπουδαιότερη παρακαταθήκη για τις επόμενες γενεές.