Από την έντυπη έκδοση
Επιμέλεια: Σοφία Εμμανουήλ
[email protected]
Το έλλειμμα θεσμικής ενοποίησης φέρνει τα οικονομικά προβλήματα στην Ευρώπη, που χρειάζεται πρόεδρο ενός Federal European State, που θα προωθήσει τη δημοσιονομική ενοποίηση αμβλύνοντας τις αποκλίσεις μεταξύ Βορρά και Νότου και συμβάλλοντας ισοδύναμα στην ευημερία όλων των λαών, σύμφωνα με απόψεις ακαδημαϊκών που μιλούν στη «N» για την επόμενη μέρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εν όψει της επετείου των 60 χρόνων από την ίδρυσή της.
Παρακολουθώντας, αναλύοντας, είτε ακόμη ασκώντας κριτική στον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ και τη λευκή βίβλο για το μέλλον της Ευρώπης, αναδεικνύουν συγκεκριμένα προβλήματα, η επίλυση των οποίων αποτελεί προϋπόθεση για την εξάλειψη της αβεβαιότητας στην ευρωπαϊκή οικονομία.
Ευνοϊκότερο για την Ελλάδα φαντάζει το σενάριο 5: κάνουμε μαζί πολύ περισσότερα -ενώ τίθενται προαπαιτούμενα όπως η χάραξη πολιτικής με γνώμονα τη σύγκλιση απόψεων λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα συμφέροντα και των οικονομικά ασθενέστερων χωρών και όχι η επικράτηση των συμφερόντων των ισχυρών, όπως συμβαίνει σήμερα, αλλά και η αντιμετώπιση της οικονομικής ανάπτυξης ως μέσου εξασφάλισης της ευημερίας της ευρωπαϊκής κοινωνίας και όχι ως αυτοσκοπού.
Η «χλωμή βίβλος»
Του Αργύρη Γ. Πασσά
Ο Αργύρης Γ. Πασσάς, αν. καθηγητής, έδρα Jean Monnet, Τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, υπενθυμίζει ότι το 2016 στην ομιλία του για την κατάσταση στην Ευρώπη ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ανέφερε ότι η Ευρώπη χρειάζεται αποφασιστική ηγεσία «αντί για πολιτικούς που εγκαταλείπουν το πλοίο» και «μακρόπνοο όραμα».
Δήλωνε δε ότι η Επιτροπή «είναι έτοιμη να παρουσιάσει αυτό το όραμα για το μέλλον στη λευκή βίβλο που θα υποβάλει τον Μάρτιο του 2017, εν όψει της 60ής επετείου από την υπογραφή των Συνθηκών της Ρώμης».
Πιστός στο ραντεβού την 1η Μαρτίου κατέθεσε τη «λευκή βίβλο για το μέλλον της Ευρώπης», με στόχο να εγκαινιάσει τον σχετικό διάλογο, ο οποίος θα διαρκέσει μέχρι τις ευρωεκλογές του 2019.
Ο κ. Πασσάς εξηγεί: Αντί οράματος ο εκλεγμένος από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ως ο μοναδικός υποψήφιος (Spitzenkandidat) πρόεδρος της Επιτροπής κατέθεσε μια «χαρτογράφηση» των πιθανών πέντε σεναρίων για την εξέλιξη του ενωσιακού εγχειρήματος (1ο Η πορεία συνεχίζεται, 2ο Τίποτα περισσότερο από την ενιαία αγορά, 3ο Αυτοί που θέλουν περισσότερα κάνουν περισσότερα, 4ο Κάνουμε λιγότερα με πιο αποδοτικό τρόπο, 5ο Κάνουμε μαζί πολύ περισσότερα).
Καμία έμπνευση από τον πρόεδρο που θέλησε και σωστά να επαναφέρει την Επιτροπή στον, από την ίδια τη Συνθήκη προσδιορισμένο, πολιτικό της ρόλο, ανατρέποντας την πολιτεία του προκατόχου του, σήμερα συμβούλου μεγάλου χρηματοπιστωτικού ιδρύματος!
Πόσες φορές ο Γιούνκερ δεν είπε πως είναι πολιτικός και όχι τεχνοκράτης. «Η Επιτροπή πρέπει να αναλάβει ευθύνη με το να δρα πολιτικά και όχι τεχνοκρατικά» έλεγε το 2016.
Στην κρίσιμη όμως στιγμή της έναρξης του διαλόγου για το μέλλον της Ευρώπης προτιμά έναν ρόλο «δεξαμενής σκέψης», αν όχι Γραμματείας, υποσχόμενος να εκφράσει τη δική του άποψη, αργότερα, προφανώς μετά τις γαλλικές και κυρίως τις γερμανικές εκλογές του προσεχούς Σεπτεμβρίου και αφού ακούσει τις απόψεις που θα αναπτυχθούν, αλλά πάντως πριν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου.
Με άλλα λόγια έρχεται ως «αντικειμενικός τρίτος» να θέσει το πλαίσιο του διαλόγου δίχως να παρεμβαίνει στην ουσία των θεμάτων του.
Η πραγματικότητα όμως είναι πολύ διαφορετική, διότι το σύνολο των σχολιαστών, των πολιτικών κομμάτων καθώς και των κυβερνήσεων ή ακόμη και μελών της Επιτροπής (π.χ. Timmermans) εντόπισαν την ουσία της συζήτησης στο 3ο (και εν μέρει 4ο) σενάριο, δηλαδή τη λεγόμενη Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων.
Είναι άραγε αυτό το «χλωμό βιβλίο» η αποτύπωση της πολιτικής ήττας, μιας προσωπικότητας και του θεσμού που εκπροσωπεί, απέναντι στη Ευρώπη των κυβερνήσεων;
Εξάλλου πώς ερμηνεύεται και η πρόωρη παραίτησή του από τη διεκδίκηση και δεύτερης θητείας το 2019; Χλομό βιβλίο σε ένα θολό τοπίο για την Ευρώπη.
Η Ε.Ε. χρειάζεται αλλαγή ρότας
Του Μιχάλη Γκλεζάκου
Η πορεία προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση έχει να επιδείξει μεγάλες επιτυχίες, όπως τη δημιουργία ενιαίου χώρου για την ελεύθερη διακίνηση ανθρώπων, αγαθών και κεφαλαίων, την παγκόσμια αποδοχή του ευρώ, τη διατήρηση της ειρήνης, τη στήριξη της δημοκρατίας.
Όμως, όπως εξηγεί στη «N» ο Μιχάλης Γκλεζάκος, καθηγητής Χρηματοοικονομικής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, το εγχείρημα από μόνο του εξακολουθεί να είναι πολύ δύσκολο: Τόσες πολλές χώρες, με διαφορετικό μέγεθος, ιστορία, πολιτισμό, οικονομία και κοινωνική κατάσταση, αποτελούν ένα μωσαϊκό αντιλήψεων σχετικά με την παραγωγή και διανομή των αγαθών, τις υποχρεώσεις του πολίτη απέναντι στο κράτος, τις ευθύνες του κράτους κ.ά., με αποτέλεσμα να γίνεται δύσκολη υπόθεση η σύγκλιση με κοινά αποδεκτούς όρους και με ισότιμη αντιμετώπιση όλων των χωρών-μελών.
Δύο είναι τα μεγαλύτερα προβλήματα:
(1) Οι οικονομικά ισχυρότερες χώρες (και ιδιαίτερα η Γερμανία) επιβάλλουν τις απόψεις τους και επωφελούνται από τα ανταγωνιστικά τους πλεονεκτήματα συσσωρεύοντας φθηνά κεφάλαια και σημαντικά πλεονάσματα. Έτσι, αντί να συγκλίνουν με τις οικονομικά ασθενέστερες χώρες, απομακρύνονται από αυτές.
(2) Η Ε.Ε. αντιμετωπίζει την οικονομική ανάπτυξη ως αυτοσκοπό και όχι ως μέσο εξασφάλισης της ευημερίας της ευρωπαϊκής κοινωνίας. Έτσι, μέσω του ανταγωνισμού, αναγκάζει τις ασθενέστερες χώρες να περιορίσουν τους πόρους για την κοινωνική πρόνοια και να καταργήσουν κεκτημένα δικαιώματα των εργαζομένων, μειώνοντας το εισόδημα και κατεβάζοντας το βιοτικό επίπεδο των πολιτών τους.
Όσο παραμένουν άλυτα τα δύο αυτά προβλήματα, η ανασφάλεια θα απλώνεται στην ευρωπαϊκή κοινωνία, δίνοντας την ευκαιρία σε λαϊκιστές και εθνικιστές να παραπλανούν τον κόσμο δημιουργώντας την ψευδαίσθηση ότι η λύση βρίσκεται στην εγκατάλειψη της Ε.Ε. και την επάνοδο στον προστατευτισμό και τον απομονωτισμό.
Σε αυτή την κρίσιμη καμπή, θα είναι για το καλό όλων μας να αλλάξει ρότα η Ε.Ε. και να αγκαλιάσει το Σενάριο 5 Γιούνκερ («κάνουμε μαζί πολύ περισσότερα»). Βασική προϋπόθεση για μια τέτοια συνέχεια είναι η στροφή προς μεγαλύτερη οικονομική και κοινωνική αλληλεγγύη μεταξύ των λαών της Ευρώπης.
Δεν αρκεί να αυξάνεται το ευρωπαϊκό ΑΕΠ συνολικά, πρέπει να κατανέμεται δίκαια σε μια Ε.Ε. με χαμηλή ανεργία. Τότε μόνο θα έλθει η πολυπόθητη σύγκλιση και θα «κλειδώσει» η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Πολιτικό – θεσμικό πρόβλημα
Του Μάνθου Ντελή
Ο Μάνθος Ντελής, καθηγητής Χρηματοοικονομικής και Τραπεζικής στο University of Surrey, στο Ηνωμένο Βασίλειο, σημειώνει ότι το βασικό πρόβλημα της Ευρωζώνης είναι πολιτικό-θεσμικό και όχι οικονομικό. Το οικονομικό πρόβλημα προκύπτει ακριβώς λόγω του ελλείμματος θεσμικής ενοποίησης.
Τα δύο σημαντικότερα ζητήματα σε αυτή τη βάση είναι η έλλειψη ενός ισχυρού φεντεραλιστικού εκλογικού συστήματος και η ισχυρή ασυμμετρία στην ποιότητα των θεσμών μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών.
Όπως εξηγεί: Το πρώτο πρόβλημα είναι σαφές. Οι αποφάσεις στην Ευρώπη δεν λαμβάνονται από εκλεγμένους εκπροσώπους των λαών στη βάση συγκεκριμένων ιδεολογικών προτιμήσεων, αλλά από μια μη εκλεγμένη ελίτ που ετεροκαθορίζεται από τα ισχυρά ευρωπαϊκά κράτη.
Αυτό καθιστά τη χάραξη διαφορετικών πολιτικών (οικονομικών και μη) δευτερεύουσας σημασίας πολιτική πράξη και υπογραμμίζει την επικράτηση των συντηρητικών θέσεων, μια και οι προοδευτικές δυνάμεις είναι κατακερματισμένες στο Ευρωκοινοβούλιο. Δεν υπάρχει Ευρώπη χωρίς εκδημοκρατισμό των ευρωεκλογών και των σχετιζόμενων πολιτικών θέσεων. Πρέπει να ψηφίζουμε για πρόεδρο ενός Federal European State που θα φέρει συγκεκριμένες προεκλογικές θέσεις.
Σε ό,τι αφορά τους θεσμούς, η Ευρωζώνη έχει πετύχει πολλά ακόμα και μετά την οικονομική κρίση. Δημιουργήθηκε ο ευρωπαϊκός μηχανισμός στήριξης, ενοποιήθηκε η τραπεζική εποπτεία, ενισχύθηκε ο ρόλος της ΕΚΤ ως ανεξάρτητος θεσμός, κ.λπ. Δεν έχει προχωρήσει όμως η δημοσιονομική ενοποίηση και κυρίως η θεσμική ενοποίηση.
Οι χώρες του Νότου είναι θεσμικά υποδεέστερες, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη λειτουργία του δημόσιου τομέα. Τα δικαστήρια λειτουργούν με καθυστερήσεις, η σκιώδης οικονομία ανθεί, τα εκπαιδευτικά συστήματα δεν στηρίζονται στα κίνητρα και οι αγορές δουλεύουν με σοβαρές ατέλειες.
Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία αποκλίσεων στην οικονομική αποτελεσματικότητα και στον δανεισμό των κρατών (σοβαρή πληγή η έλλειψη ευρωομολόγου) και οδηγεί σε οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες μεταξύ των κρατών.
Αν δεν υπάρξει θεσμική ενοποίηση των κρατών-μελών και εκδημοκρατισμός στο πολιτικό σύστημα της Ευρωζώνης, οι ανισότητες και το έλλειμμα δημοκρατίας θα οδηγήσουν σε κατάρρευση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.