Αξιοποιώντας το υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα σαν πιστοποιητικό οικονομικής υγείας, η κυβέρνηση ανακοίνωσε δύο μέτρα στήριξης: επιστροφή ενοικίου και επίδομα 250 ευρώ για χαμηλοσυνταξιούχους σε ΑμεΑ.
Πάντα καλουδεχούμενα τα μέτρα στήριξης, αρκεί να μην έρχονται σε σύγκρουση με την οικονομική λογική.
Και εξηγούμε. Τράπεζας της Ελλάδος, ΙΟΒΕ, αναλυτές της αγοράς, ξένοι οίκοι συμφωνούν ότι το στεγαστικό πρόβλημα στην Ελλάδα, είναι πρωτίστως πρόβλημα προσφοράς. Οι κατοικίες είναι λίγες, ακριβές και κατά συνέπεια απρόσιτες για τους νέους και τα νοικοκυριά μεσαίων εισοδημάτων.
Αντί για μέτρα που θα αύξαναν την προσφορά, η κυβέρνηση επιλέγει – για ακόμη μία φορά – να επιδοτήσει… τη ζήτηση. Σαν να προσπαθείς να σβήσεις μια φωτιά, ρίχνοντας ανά λίγη ώρα…λάδι. Σαν να εφαρμόζεις ομοιοπαθητική: με το ίδιο «φάρμακο» που προκάλεσε το πρόβλημα, ελπίζεις να το λύσεις.
Όσο για το επίδομα; Διαχρονική «αξία»: μοιράζεις χρήμα, κερδίζεις προσδοκίες, καλλιεργείς εξαρτήσεις. Το 2017, ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατηγορούσε την τότε κυβέρνηση ότι «αποτελειώνει την κοινωνία με εξωφρενικά πλεονάσματα για να κάνει μικροπολιτική επιδομάτων». Και είχε δίκιο.
Για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις. Πλεονάσματα χρειαζόμαστε. Η δημοσιονομική πειθαρχία είναι απαραίτητη και η τήρηση των στόχων επιβεβλημένη. Αλλά όταν καταλήγεις να επιτυγχάνεις πλεονάσματα δύο φορές πάνω από αυτά για τα οποία έχεις δεσμευθεί – σε μια χώρα που δεν απέχει πολύ από τον πάτο της Ε.Ε. σε μέσο μισθό και αγοραστική δύναμη – κάτι πάει στραβά. Όσο και εάν έχεις πολεμήσει τη φοροδιαφυγή, όση ανάπτυξη και αν έχεις.
Δεν είναι αυτό μεταρρύθμιση. Είναι σύγχυση: η εικόνα μιας νοικοκυρεμένης οικονομίας για τις αγορές (απαραίτητη ναι), ενώ στο εσωτερικό στήνεις ένα πελατειακό δίκτυο με φιλοδωρήματα.
Αντί για δομικές λύσεις, διαλέγουμε τη συνταγή των εύκολων εντυπώσεων. Μόνο που η «ομοιοπαθητική» της εξουσίας δεν θεραπεύει. Ανακουφίζει στιγμιαία — και μετά αφήνει την κοινωνία να ξανακυλήσει στον ίδιο πυρετό.