Καμία απόφαση, αλλά πολλές διακηρύξεις: Αυτό ήταν το αποτέλεσμα της συνάντησης των 31 «Προθύμων», που οργάνωσε ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν, στο Παρίσι, με βασικό αρωγό τον βρετανό πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ.
Γαλλία και Βρετανία συνεχίζουν τη γραμμή αδιαλλαξίας τους προς τη Ρωσία, ζητώντας να συγκροτηθεί de facto μια «δύναμη εγγύησης της ασφαλείας» της Ουκρανίας, εφ` όσον βέβαια επιτευχθεί πρώτα ειρήνη.
«Θα είναι ειρηνευτικές δυνάμεις, που δεν θα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή», είπε ο Μακρόν. Παρίσι και Λονδίνο προσπαθούν πάντως να καλλιεργήσουν μια «ψύχωση πολέμου» στην κοινή γνώμη.
Ίσως και για λόγους πολιτικής επιβίωσης, προβάλουν τον φόβο ότι οι …Κοζάκοι του Πούτιν θα φτάσουν κάτω από τον Πύργο του Άιφελ, αν όχι στο Σίτι.
Για να δικαιολογηθούν επίσης οι τεράστιες επενδύσεις σε εξοπλισμούς, μήπως και με τον «στρατιωτικό κεϋνσιανισμό» επιτευχθεί η πολυπόθητη επανεκκίνηση του κινητήρα της οικονομίας.
Είναι δύσκολο βέβαια να υποστηρίξει κανείς ότι οι Ρώσοι αποτελούν μεγάλη στρατιωτική απειλή για την Ευρώπη . Όταν σε τρία χρόνια πολέμου έχουν σημειώσει μικρή πρόοδο στην Ουκρανία ,παρά τη στρατολόγηση και… Βορειοκορεατών στρατιωτών.
Διχασμένοι οι «Πρόθυμοι»
Ο λεγόμενος συνασπισμός των Πρόθυμων» δεν φάνηκε πάντως να πείθεται. Οι 31 εμφανίστηκαν εντελώς διχασμένοι σχετικά με την ιδέα της ανάπτυξης μιας ευρωπαϊκής στρατιωτικής δύναμης αποτροπής στο ουκρανικό έδαφος.
Οι δύο «πολέμαρχοι» Μακρόν και Στάρμερ εισέπραξαν πολλά όχι: Ιταλία, Ισπανία, Γερμανία, Ελλάδα και Κροατία, εξέφρασαν ανοικτά την αντίθεσή τους στην αποστολή στρατιωτών στην Ουκρανία.
Και οι 31 συμμετέχοντες ηγέτες συμφώνησαν πάντως ομόφωνα στη συνέχιση των κυρώσεων στη Ρωσία και στην ανάγκη να συμβάλει η ΕΕ στην οικοδόμηση «ενός ισχυρού και καλά εξοπλισμένου ουκρανικού στρατού».
Σε κάθε περίπτωση, η Γαλλο-βρετανική ιδέα για αποστολή στρατού στην Ουκρανία, είτε υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών είτε μιας ομάδας «Προθύμων κρατών», πρέπει να βασίζεται στη συναίνεση των εμπόλεμων.
Δεν είναι τυχαίο ότι η Μόσχα έσπευσε να ξεκαθαρίσει ότι μια ειρηνευτική δύναμη θα θεωρηθεί ως εχθρική στρατιωτική επέμβαση.
Ο Μακρόν πάντως άνοιξε την πόρτα και στη συμμετοχή του Πεκίνου στην ειρηνευτική διαδικασία. Εξέφρασε την ελπίδα ότι ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ «μπορεί να διαδραματίσει πλήρως ενεργό ρόλο» στην προώθηση της ειρήνης στην Ουκρανία, με δεδομένη την ποιότητα του διαλόγου που διατηρεί με τη Ρωσία»
Μια ειρηνευτική δράση υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών θα ήταν πάντως επιθυμητή . Αλλά είναι αδιανόητο να οργανωθεί μια ειρηνευτική δύναμη ενάντια στη θέληση της Ρωσίας, ειδικά δεδομένης της θέσης της ως μόνιμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Όσο για τις Ηνωμένες Πολιτείες; Είναι πολύ αμφίβολο ότι ο πρόεδρος Τραμπ θα συμφωνούσε να παράσχει εγγυήσεις που θα μπορούσαν να παρασύρουν την Αμερική σε πόλεμο στην Ευρώπη.
«Dulce bellum inexpertis», έλεγε ο Έρασμος. Όσοι αγαπούν τον πόλεμο το κάνουν γιατί δεν τον έχουν δει ποτέ πρόσωπο με πρόσωπο.
Είναι αλήθεια ότι 80 χρόνια ειρήνης έτρεψαν την ψευδαίσθηση της αέναης ειρήνης.
Δυστυχώς, βλέπουμε το θέαμα του θανάτου κάθε μέρα μόνο στις τηλεοράσεις. Είτε στην Ουκρανία, είτε στην Παλαιστίνη, στο Κονγκό ή στο Σουδάν.
Ο θάνατος μεταδίδεται ζωντανά και επανειλημμένα και πολλοί από εμάς φαίνεται να έχουν συνηθίσει τη φρίκη, σαν να μην τους απασχολεί καθόλου.
Ίσως να είναι στη φύση του ανθρώπου: να συγκινείται από μια συγκεκριμένη ιστορία, αλλά όχι από γεγονότα που περιλαμβάνουν πολλούς θανάτους.
«Νάρκισσοι» στην εξουσία
Στη δεκαετία του `70 – μια εποχή που οι πολιτικοί ηγέτες είχαν ζήσει τις συμφορές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου- οι ηγέτες ήθελαν να εμποδίσουν τα παιδιά τους να περάσουν το ίδιο. Όπως είχε πει ο αείμνηστος καγκελάριος Βίλι Μπραντ «100 ώρες άκαρπες διαπραγματεύσεις είναι καλύτερες από ένα λεπτό ανταλλαγής πυρών»,
Πολλοί ηγέτες σήμερα δυστυχώς δεν έχουν ζήσει κανέναν μεγάλο πόλεμο. Εκτός ίσως σε… βιντεοπαιχνίδια. Ποντάρουν ξανά στους εθνικισμούς. Βλέπουμε την αναβίωση μιας πολεμοχαρούς τάσης, που δεν είχαμε δει εδώ και δεκαετίες.
Αφήστε, που εκτός από αυτήν την καταστροφική τάση, πολλοί ηγέτες διακρίνονται από ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά προσωπικότητας. Ενδιαφέρονται περισσότερο να ενισχύσουν τη δική τους εξουσία και να τη διατηρήσουν μέσω της καλλιέργειας του φόβου στην κοινή γνώμη. Για να ξεπεράσουν και τις ανησυχίες και τις αντιδράσεις των ανθρώπων που κυβερνούν. Η εμπιστοσύνη, που είναι η βάση της δημοκρατίας, καταρρέει για να δώσει τη θέση της σε σενάρια απειλής.
Διαβάστε ακόμη
Σύνοδος στο Παρίσι: «Δύναμη αποτροπής» στην Ουκρανία ετοιμάζουν Μακρόν – Στάρμερ