Δίχως να χάσει χρόνο, ο Ντόναλντ Τραμπ ξεκαθάρισε από την πρώτη μέρα διακυβέρνησής του, με όλους τους τρόπους και σε όλους τους τόνους, πως πρόθεσή του είναι να αλλάξει τις ισορροπίες στην παγκόσμια οικονομία, όπως και σε κρίσιμα γεωπολιτικά ζητήματα.
Εξ ου και οι εξελίξεις καταγράφονται καταιγιστικές. Κάθε μέρα που ξημερώνει διαπιστώνεται διαφορετική από την προηγούμενη στην Ευρώπη, στην Ασία και την αμερικανική ήπειρο.
Ωστόσο, στην Ελλάδα η εικόνα έχει κυριολεκτικά «παγώσει», με την εσωτερική επικαιρότητα να είναι «καρφωμένη» στα ίδια ερωτήματα: Πότε θα πέσει η κυβέρνηση; Πότε θα γίνουν εκλογές; Ποιος θα κυβερνήσει; Τι λένε οι δημοσκοπήσεις; Πότε θα γίνει ανασχηματισμός; Είναι ανεξάρτητη η δικαιοσύνη; Πρέπει να «τρέξει» η αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων; Πρέπει να αρθεί η μονιμότητά τους; Πότε θα αποκτήσουμε ασφαλή σιδηρόδρομο; Πότε θα μάθουμε την αλήθεια για το δυστύχημα στα Τέμπη; Υπάρχουν πολιτικές ευθύνες για το τραγικό συμβάν; Υπήρξε «μπάζωμα»;
Αν και τα ανωτέρω ζητήματα αξιολογούνται ως εύλογα και σοβαρότατα, το δυστύχημα για τη χώρα μας είναι ότι μονίμως γυρνάμε γύρω από αυτά, δίχως να δίδονται απαντήσεις, γρήγορες και ουσιαστικές, με αποτέλεσμα να παραμένουμε εγκλωβισμένοι σε μια επαναλαμβανόμενη πολιτική καθημερινότητα.
Είναι ευθύνη της κυβέρνησης να απεμπλέξει τη χώρα από τον διαρκή στροβιλισμό της, προσφέροντας διεξόδους σε μια σειρά από κρίσιμα αδιέξοδα, όπως ευθύνη της αντιπολίτευσης είναι να αρθρώσει ισχυρό πολιτικό λόγο τοποθετούμενη με χειροπιαστές – υλοποιήσιμες προτάσεις, προσφέροντας εναλλακτικές που, ματαίως, αναζητεί ο μέσος πολίτης. Όσο για τις δημοσκοπήσεις, θα ήταν πιο χρήσιμες εφόσον δημοσιοποιούνταν στο ευρύ κοινό λιγότερο συχνά.