Στη χώρα που «ξεπέρασε τη Γερμανία στην ψηφιοποίηση», που είναι «πρότυπο δημοσιονομικής πειθαρχίας» και που «πετάει» σε ρυθμούς ανάπτυξης, ένας στους τρεις αισθάνονται ότι το 2025 θα είναι χειρότερο από το 2024 και ένα επιπλέον 25% «εξίσου κακό».
Παρόμοια τα ποσοστά και στην ερώτηση για τις προοπτικές της προσωπικής οικονομικής κατάστασης.
Ίσως γιατί η χώρα των αλμάτων (που όντως έχουν γίνει) στον ψηφιακό μετασχηματισμό είναι η ίδια η χώρα, στην οποία τρεις υπάλληλοι «αρρωσταίνουν» όλως τυχαίως ταυτόχρονα και βάζουν λουκέτο σε ένα φαρμακείο του ΕΟΠΥΥ.
Η χώρα στην οποία, όπως μας έχουν εξηγήσει τα πιο επίσημα χείλη, δεν είναι πολύ καλό να χρειαστείς γιατρό Κυριακή, αν ζεις σε νησί. Εκείνη η χώρα στην οποία αν βρεθείς στο νέο «εμβληματικό έργο» της, στο «πιο σύγχρονο μετρό της Ευρώπης», πρέπει να είσαι οπλισμένος με ψυχραιμία (για τις μικροπεριπέτειες των συρμών) και να κρατάς καλού κακού… ομπρέλα, αφού από κάπου…μπάζει.
Είναι η ίδια χώρα στην οποία προκαλείται κυκλοφοριακό κομφούζιο «λόγω διασκορπισμένων χωματουργικών υλικών στο οδόστρωμα» ή και θανατηφόρο τροχαίο από μπαγκαζιέρα, που εκτοξεύεται από όχημα.
Στην Ελλάδα 2.0 ή πιο απλά σε αυτή του 2025 η ευθύνη – ατομική ή πολιτική – αγνοούνται και η απαισιοδοξία χτυπάει κόκκινο. Σε αυτή λοιπόν τη χώρα, που είμαστε «κατά φαντασίαν φτωχοί» και «πρωταθλητές μιζέριας» (ο κακός ΟΟΣΑ και η άτεγκτη η Κομισιόν μας βάζουν αδίκως στον πάτο κάθε λίστας που μετράει την αγοραστική δύναμη, το κατά κεφαλήν εισόδημα κτλ), δεν είναι να απορεί κανείς που σχεδόν 6 στους 10 δεν βλέπουν μέλλον και προοπτική.
Μέσα στο αυτό το μουντό, χωρίς φως σκηνικό, μία κραυγή μόνο ακούγεται ζητώντας δικαίωση (αλλά και πάλι δεν ξέρουμε πόσους συγκινεί και αν τελικά κάποιον προς απόδοση ευθυνών κινεί): «Δεν μπορώ να αναπνεύσω».