Σε πρώτο χρόνο, το τουρκοσυριακό μνημόνιο για οριοθέτηση ΑΟΖ με το οποίο απειλεί -θεωρητικά τουλάχιστον- η Άγκυρα, αποτελεί την προωθημένη εκδοχή του παράνομου τουρκολυβικού μνημονίου:
Παρακάμπτει τα κυριαρχικά δικαιώματα και την ίδια την ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως το τουρκολυβικό μνημόνιο παρέκαμπτε ολόκληρη την Κρήτη, και δοκιμάζει επί του πεδίου την εφαρμογή της θεωρίας της «Γαλάζιας Πατρίδας».
Σε δεύτερο χρόνο, η προοπτική του μνημονίου έρχεται ως επιστέγασμα της θεαματικής αναβάθμισης του ρόλου της Τουρκίας στην περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου μετά την πτώση του καθεστώτος Άσαντ και αναδεικνύει τις συνέπειες που μπορεί να έχει για την Ελλάδα και την Κύπρο η επιχείρηση μετατροπής της Συρίας σε προτεκτοράτο της Άγκυρας.
Ήτοι, το σχέδιο «άλωσης» της Συρίας από τον Ερντογάν αλλάζει άρδην τα δεδομένα στην τάξη πραγμάτων της περιοχής, από το γεωπολιτικό παιχνίδι ισχύος έως το ενεργειακό πόκερ.
Στο ενεργειακό μέτωπο η Άγκυρα δίνει καθαρό στίγμα προθέσεων καθιστώντας σαφές ότι δεν θα αποδεχθεί να μείνει εκτός της «μεγάλης μοιρασιάς». Ο Τούρκος υπουργός Ενέργειας Αλπαρσλάν Μπαϊρακτάρ άνοιξε ήδη θέμα συνεκμετάλλευσης ενεργειακών πόρων από την Άγκυρα και τη Δαμασκό κι έβαλε στο τραπέζι το σχέδιο δημιουργίας πετρελαϊκού αγωγού από τη Συρία στην Τουρκία και ένωσής του με τον αγωγό Ιράκ-Τουρκίας.
Σε γεωπολιτικούς όρους η «βελούδινη» εισβολή της Τουρκίας επικυρώνει τον αναθεωρητισμό της Άγκυρας και τη στροφή της σε ανοιχτά επεκτατική πολιτική. Επιπλέον, την καθιστά απαραίτητο και αναγκαίο συνομιλητή του δυτικού παράγοντα σε οποιοδήποτε σχέδιο για την επόμενη μέρα στη Συρία.
Το ένα ερώτημα για την Αθήνα και τη Λευκωσία είναι εάν αυτός ο αναθεωρητισμός θα περιοριστεί στα νοτιοανατολικά σύνορα της Τουρκίας. Το δεύτερο ερώτημα είναι εάν η κυριαρχία του δόγματος της σκληρής ισχύος στην περιοχή μπορεί να συνεχίσει να αντιμετωπίζεται μόνον με την επίκληση του Διεθνούς Δικαίου.