Το mainstream αφήγημα της τελευταίας δεκαετίας λέει πως η χώρα χρεοκόπησε και βρέθηκε με το ενάμισι πόδι εκτός ευρώ εξαιτίας της μοιραίας διαπραγμάτευσης του «λαϊκιστή Τσίπρα».
Ο Τσίπρας όρμησε ως ταύρος εν υαλοπωλείω στο ευρωπαϊκό ιερατείο, γκρέμισε ό,τι είχαν χτίσει με κόπο και ιδρώτα οι προηγούμενες κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. και φόρτωσε τη χώρα με ένα «αχρείαστο τρίτο μνημόνιο». Όλα αυτά αντί να πατήσει το κουμπί της αποστολής του «mail Χαρδούβελη» με το οποίο θα είχαν λυθεί τα πάντα και έκτοτε θα ζούσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.
Επιπλέον, φέσωσε την Ελλάδα με άλλα 100 δισ. ευρώ (τα οποία, παρεμπιπτόντως, ουδέποτε εξήγησε κανείς από πού προκύπτουν και πώς τεκμηριώνονται) και στη συνέχεια πρόδωσε έναν ολόκληρο λαό, και μαζί τα ιερά και τα όσια της Αριστεράς, με την «κωλοτούμπα» του δημοψηφίσματος.
Το αφήγημα της Άγκελα Μέρκελ τα λέει λίγο διαφορετικά. Λέει, στα απομνημονεύματά της, ότι οι προηγούμενες κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. είχαν αποτύχει παταγωδώς και στην εκτίμηση, και στον σχεδιασμό, και στη διαχείριση της κρίσης. Λέει επίσης πως η διαπραγμάτευση Τσίπρα δεν ήταν ούτε τυφλή ούτε καιροσκοπική, πως είχε σχέδιο και στρατηγική και ότι εξαρχής είχε στόχο να κερδίσει την καλύτερη δυνατή συμφωνία για τη χώρα του μέσα σε συνθήκες οικονομικού στραγγαλισμού.
Το εάν αυτός ο στόχος δεν συνυπολόγισε τη σκληρότητα του ευρωπαϊκού τείχους είναι άλλη συζήτηση. Ακόμη και για το δημοψήφισμα όμως η Μέρκελ λέει πως ήταν ένα σχεδιασμένο «όπλο» για να δοθεί το μέγιστο δυνατό πλεονέκτημα στην Ελλάδα.
Το γιατί τα λέει όλα αυτά έχει ενδιαφέρον. Η μία εκδοχή είναι πως η Μέρκελ στρατεύθηκε όψιμα στο rebranding του Τσίπρα λόγω ανεκπλήρωτου πολιτικού έρωτα. Μια δεύτερη εκδοχή είναι ότι ο πραγματικός λαϊκισμός μπορεί τελικά να βρίσκεται στην άλλη πλευρά της εγχώριας πολιτικής ιστορίας…