Μετά τους αμερικανικούς πυραύλους ATACMS και τους Βρετανικούς Storm Shadows με τους οποίους οι Ουκρανοί έπληξαν τη Ρωσία, δεν άργησε να έρθει η απάντηση του Πούτιν: Ένας ρωσικός υπερηχητικός έπληξε στρατιωτική βάση στην περιοχή του Ντνίπρο.
Η εκτόξευση των ATACMS και των Storm Shadows έγινε επίσης από Αμερικανούς και Βρετανούς στρατιωτικούς. Πρόκειται για οπλικά συστήματα που προμηθεύονται στον ουκρανικό στρατό αλλά τα διαχειρίζεται προσωπικό από τις χώρες κατασκευής. Οι πύραυλοι κατευθύνονται μάλιστα στους στόχους με τη βοήθεια αμερικανικών δορυφόρων.
Η κλιμάκωση αυτή αποφασίστηκε λοιπόν από τις κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Βρετανίας. Από ένα κατεστημένο που θέλει με κάθε τρόπο να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς με τη Ρωσία.
Η απερχόμενη διοίκηση Μπάιντεν, που διατηρεί στενούς δεσμούς με το λεγόμενο στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα, θέλει να γεμίσει με «νάρκες» τον διάδρομο που σκοπεύει να κινηθεί ο νεοκλεγείς πρόεδρος Ντοναλντ Τραμπ, για να επιδιώξει μια συμφωνία με τον Πούτιν. Απλά οι πύραυλοι και οι απαγορευμένες νάρκες κατά προσωπικού που στέλνει ο Μπάιντεν στην Ουκρανία, χρησιμεύουν μόνο για να περιπλέξουν τις δεσμεύσεις του Τραμπ για μια αμερικανο-ρωσική ειρηνευτική συμφωνία.
Μόνο που οι πύραυλοι δεν μπορούν να αλλάξουν την πορεία του πολέμου στην Ουκρανία. Κατ` αρχήν είναι λίγοι, έχουν περιορισμένο βεληνεκές και η ρωσική αεράμυνα καταρρίπτει τους περισσότερους.
Είναι και ντροπή όμως, μια απερχόμενη κυβέρνηση, να υπονομεύει το έργο της επερχόμενης διοίκησης.
Ο Τραμπ δεν είναι κανένα «περιστέρι», αλλά πάνω απ` όλα είναι επιχειρηματίας. Θέλει να κάνει δουλειές με τους Ρώσους, και όχι μόνο. Θέλει να κλείσει το μέτωπο με τον Πούτιν για να ασχοληθεί με τον βασικό του στόχο: την Κίνα και την περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού.
Ταυτόχρονα όμως, για να εδραιώσει την κυριαρχία του στο εσωτερικό των ΗΠΑ, ο Τραμπ δεν θέλει να συνεχίσει να ρίχνει δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε ένα «βαρέλι χωρίς πάτο και χωρίς προοπτική».
Ο Τραμπ θα ήθελε να χρησιμοποιήσει τα 150 δισεκατομμύρια δολάρια που έχουν δαπανηθεί για την Ουκρανία, για να αυξήσει την εσωτερική κατανάλωση των αμερικανικών νοικοκυριών και να ενισχύσει την εγχώρια βιομηχανική παραγωγή.
Το ερώτημα είναι επίσης αν ο Πούτιν θα πέσει στις παγίδες που στήνει ο Μπάιντεν και το αμερικανικό «βαθύ κράτος.
Το Κρεμλίνο από την αρχή του πολέμου είχε δύο αιτήματα:
-Να αναγνωριστεί η προσάρτηση της Κριμαίας και των άλλων τεσσάρων περιοχών που κατέλαβαν οι ρωσικές δυνάμεις στην ανατολική Ουκρανία.
-Να παραμείνει η Ουκρανία κυρίαρχη, αλλά ουδέτερη, χωρίς ένταξη στο ΝΑΤΟ, ξένους στρατιώτες και επιθετικά όπλα για να απειλήσει τους Ρώσους.
Αναμφίβολα, πρόκειται για αιτήματα που δύσκολα θα αποδεχθεί η Δύση.
Όσο για την Ουκρανία; Ουδείς θα τη ρωτήσει. Δυστυχώς. Ο Πούτιν είπε ότι θα συζητήσει με τον Τραμπ, όχι με τον Ζελένσκι.
Από την άλλη, η Μόσχα έχει το πάνω χέρι: όποιος κερδίζει στη μάχη υπαγορεύει τους κανόνες.
Μέχρι τις 20 Ιανουαρίου που θα αναλάβει ο Τραμπ τον Λευκό Οίκο, οι ρωσικές δυνάμεις θα μπορούσαν να είναι σε ακόμη καλύτερη θέση από ό,τι είναι σήμερα.
Εάν οι Ουκρανοί καταρρεύσουν, δεν θα υπάρξει καμία διαπραγμάτευση που θα τους επιτρέψει να διατηρήσουν οτιδήποτε. Εάν ο στρατός της Μόσχας εισέλθει στο Σούμι και στο Χάρκοβο, οι ρωσικές αξιώσεις θα μπορούσαν να είναι πολύ μεγαλύτερες.
Η Ουκρανία θα έπρεπε να είχε αποδεχθεί το ειρηνευτικό σχέδιο μετά από τους δύο πρώτους μήνες του πολέμου, τον Απρίλιο του 2022. Αλλά δεν ρωτήθηκαν, γιατί το απέτρεψε η Ουάσιγκτον.
Όσο για τον δύσμοιρο Ζελένσκι; Αυτός θα εκδιωχθεί από την προεδρία της χώρας, όταν πάει σε εκλογές. Μπορεί και νωρίτερα. Γιατί όταν τα βρίσκουν τα «βουβάλια», την πληρώνουν τα …μερμήγκια .