Δημοσιονομική συνοχή ή κοινωνική συνοχή;
Σε τάξη το ταμείο του Δημοσίου ή το ταμείο της οικογένειας;
Αυξημένες αποταμιεύσεις νοικοκυριών ή αυξημένη κατανάλωση, ή μήπως και τα δύο;
Σε μεγάλο βαθμό η λύση εξαρτάται από το πώς συμμετέχουν σε μια εξίσωση οι μεταβλητές της φορολόγησης και των εισοδημάτων. Η ανεκτή φορολόγηση, συνδυαζόμενη με ενισχυμένα εισοδήματα, σε μια οικονομία που αναπτύσσεται, οδηγεί στα επιθυμητά αποτελέσματα. Επιτρέπει στις κυβερνήσεις να έχουν και γεμάτα κρατικά ταμεία και χαρούμενους φορολογούμενους.
Ωστόσο, στην Ελλάδα τα διλήμματα παραμένουν, καθότι, ενώ εξήλθαμε προ πολλού από τα μνημόνια, συνεχίζουμε να καταβάλλουμε μνημονιακούς φόρους, με βασικότερο τον ΕΝΦΙΑ, ο εργαζόμενος στέκεται μόνος έναντι του εργοδότη και όχι συλλογικά όπως συνέβαινε προ του 2010, η οικονομία αναπτύσσεται ταχύτερα έναντι του μέσου ευρωπαϊκού όρου, με την ακρίβεια να κατατρώει τους μισθούς, ενώ τα λαμπρά μυαλά συνεχίζουν να εγκαταλείπουν τη χώρα.
Όταν συντρέχουν όλα τα ανωτέρω, δύσκολα ευστοχείς εις διπλούν. Εύλογα λοιπόν η κυβέρνηση, ενώ κερδίζει στο μακροοικονομικό πεδίο, χάνει στη micro-προσέγγιση της κοινωνίας. Η ευθύβολη στόχευση στον απλό πολίτη απαιτεί καθαρό μυαλό, με το μάτι του πολιτικού να κοιτά προς μια κατεύθυνση. Να μη λοξοκοιτά, να μην αποπροσανατολίζεται, να μην «αλληθωρίζει». Διότι, πώς να το κάνουμε, οι πολιτικοί συνηθίζουν να «αλληθωρίζουν». Θέλουν να τα έχουν με όλους καλά, μικρούς και μεγάλους, πλούσιους και φτωχούς, εργαζόμενους και επιχειρηματίες, εργαζόμενους και συνταξιούχους, απασχολούμενους στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα…
Τα θέλουν όλα δικά τους. Έχουν, δε, την ψευδαίσθηση ότι στο τέλος δικαιώνονται…
Δικαιώνονται;