Skip to main content

Ελλάδα – Τουρκία και αντιδράσεις

INTIME/Γιάννης Λιάκος

Η κυβέρνηση φαινόταν διατεθειμένη να ανοίξει τη βεντάλια της συζήτησης με τους γείτονες

Όσο πλησιάζει η ώρα της συνάντησης των υπουργών Εξωτερικών Ελλάδας – Τουρκίας, Γιώργου Γεραπετρίτη και Χακάν Φιντάν, αντίστοιχα, τόσο ανεβαίνει το θερμόμετρο της ανοιχτής ή και υποβόσκουσας πολιτικής αντιπαράθεσης.

Η κυβέρνηση φαινόταν διατεθειμένη να ανοίξει τη βεντάλια της συζήτησης με τους γείτονες για θέματα περισσότερα από την ΑΟΖ και την υφαλοκρηπίδα και είχε γίνει και το σχετικό επικοινωνιακό «μασάζ» για να καταστεί πιο εύπεπτη αρχικά η διαδικασία, αλλά και ένα πιθανό αποτέλεσμα.

Εσχάτως, όμως, φαίνεται να ανακρούει πρύμναν, καθώς πυκνώνουν οι αντιδράσεις και οι προειδοποιήσεις, από την αντιπολίτευση και από το εσωτερικό της Ν.Δ., για να μην ανοίξει η ατζέντα του διαλόγου, γιατί υπάρχει κίνδυνος να χάσουμε κεκτημένα. Χθες, ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής χαρακτήρισε τις ανησυχίες που εκφράζονται για τα εθνικά μας θέματα «εύλογες και υπαρκτές» λόγω του αναθεωρητισμού της Τουρκίας, ενώ χαρακτήρισε «αβάσιμους και ίσως εκ του πονηρού» υπαινιγμούς ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής θα ήταν διατεθειμένος για διάλογο εφ’ όλης της ύλης με την Τουρκία.

Ουδείς πιστεύει ότι στον διάλογο των δύο χωρών η Τουρκία θα προσέλθει για να χάσει κεκτημένα της ή να παραιτηθεί άνευ όρων από διεκδικήσεις της. Αντιθέτως θα είναι διεκδικητική, με βάση τα μηνύματα που στέλνουν στελέχη της κυβέρνησης και ο ίδιος ο πρόεδρος Ερντογάν.

Στο πλαίσιο αυτό, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή, καλή προετοιμασία, στάθμιση των πιθανών αποτελεσμάτων και μια έτοιμη κοινή γνώμη για να δεχτεί την όποια κατάληξη του διαλόγου.

Εάν δεν υπάρχει κατάλληλη προετοιμασία και το κλίμα δεν είναι ευνοϊκό, είναι προτιμότερη η αναβολή. Όχι του διαλόγου -γιατί πρέπει να μιλάμε-, αλλά η διαπραγμάτευση επί των καυτών θεμάτων ας περιμένει μέχρι οι συνθήκες να είναι ευνοϊκές.

Σε διαφορετική περίπτωση, το αποτέλεσμα θα είναι να τα βρούμε σε επίπεδο πολιτικής ηγεσίας με τους Τούρκους και να διχαστούμε μεταξύ μας. Όπως συνέβη και με τη Συμφωνία των Πρεσπών και με άλλες διακρατικές συμφωνίες στο παρελθόν.