Skip to main content

Μαύρη λίστα

(ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ/EUROKINISSI)

Η ίδια η Κοινωνία νοσεί βαριά. Μπροστά στην ανάγκη για υψηλότερες αποδοχές, θεωρούμε ότι έχουμε τις αντοχές να προσθέσουμε και άλλες ώρες εργασίας

Κάθε τρεις μέρες, η αγορά εργασίας καταγράφει και ένα θύμα. Έχοντας σχεδόν συμπληρώσει 10 μήνες στο τρέχον έτος, η τραγική καταμέτρηση των θανάτων στους χώρους δουλειάς, δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες: 114 νεκροί και 192 σοβαρά τραυματίες, συνθέτουν μια εικόνα αποκρουστική, που δεν τιμά κανέναν.

Δεν μπορεί η Κυβέρνηση να αναφέρεται στην κατάσταση που επικρατεί και να βρίσκει επιχειρήματα για να διασκεδάσει τις εντυπώσεις. Δεν μπορεί ούτε η Αντιπολίτευση να ασκήσει ουσιαστική κριτική, καθώς οι όποιες παρεμβάσεις της, μόνο επιδερμική αποτελεσματικότητα είχαν. Ο αριθμός των νεκρών δεν αφήνει ίχνος παρερμηνείας. Ακόμα και τα Συνδικάτα, δεν έχουν δικαίωμα να ομιλούν, αφού οι παραινέσεις τους, περνούν απαρατήρητες. Ουσιαστικά, γίνεται μια απλή καταγραφή των θυμάτων, ένα άτυπο, όσο και μακάβριο «προσκλητήριο» και στη συνέχεια, η ζωή (όσο οξύμωρο και αν ακούγεται) συνεχίζεται.

Η ίδια η Κοινωνία νοσεί βαριά. Μπροστά στην ανάγκη για υψηλότερες αποδοχές, θεωρούμε ότι έχουμε τις αντοχές να προσθέσουμε και άλλες ώρες εργασίας. Η νομοθεσία το επιτρέπει, άλλωστε, με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο: Αρκεί να είναι από διαφορετικό εργοδότη και οι 13 ώρες ημερησίως, πια, θεωρούνται νόμιμες! Λες και η κούραση μετά από 13 ώρες δουλειάς, θα είναι μικρότερη αν οι εργοδότες στους οποίους απευθυνόμαστε είναι περισσότεροι του ενός…

Προφανώς, οι ίδιοι οι εργάτες που αναγκάζονται να πιέζουν τους εαυτούς τους στα άκρα, είναι και εκείνοι που βρίσκονται αντιμέτωποι με κάποιο εργατικό ατύχημα. Βρίσκονται στην «πρώτη γραμμή της μάχης, είναι εκείνοι που παίζουν «κορώνα – γράμματα» το  μεροκάματο, ή καλύτερα το διπλό μεροκάματο, χωρίς να αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο που διατρέχουν. Ο στόχος, άλλωστε, είναι ιερός: Να καταφέρουμε να καλύψουμε, όσο γίνεται περισσότερες, από τις βασικές ανάγκες τις δικές μας και των ανθρώπων που βρίσκονται  κοντά μας είτε αυτοί ονομάζονται γονείς είτε σύζυγοι είτε παιδιά.

Είναι ξεκάθαρο ότι ως Κοινωνία, τα Μνημόνια μας τσάκισαν. Είναι ακόμα πιο ξεκάθαρο ότι άφησαν τόσο έντονο το αποτύπωμά τους, που δεν θέλουμε να επιστρέψουμε εκεί. Αλλά, η ανάγκη για να καλυφθούν οι βασικές ανάγκες μας και η πρακτική αδυναμία να το πετύχουμε με ένα μισθό, μήπως είναι η «παρακαταθήκη» που άφησαν τα Μνημόνια στη χώρα; Θα δουλεύουμε νύχτα –  μέρα χωρίς να μπορούμε να πετύχουμε τον στόχο μας. Θα  πιέζουμε όλο και πιο πολύ τον εαυτό μας, χωρίς να υπάρχει πρακτικό αποτέλεσμα. Και τελικά, θα καταγράφουμε την νέα, επικαιροποιημένη,  λίστα με τους νεκρούς εν ώρα εργασίας. Όχι, δεν έχουν πέσει στο «καθήκον», δεν θυσίασαν τη ζωή τους, επειδή αγωνίστηκαν για τα υψηλά ιδανικά μας (ελευθερία, πατρίδα, δικαιοσύνη). Απλώς δούλευαν…

Ανθρωποθυσία δίχως τέλος, με οικογένειες να βρίσκονται πίσω από τους νεκρούς εν ώρα εργασίας. Με σπίτια να κλείνουν, με όνειρα να μπαίνουν σε ταφόπλακα, οριστικά και αμετάκλητα. Εκεί ακριβώς βρίσκεται η μεγαλύτερη βαρβαρότητα: Στα μικρά παιδιά που μένουν ορφανά και στερούνται ένα καλύτερο μέλλον. Εκεί, η ευθύνη της Κοινωνίας απέναντι στο «τέρας» που δημιούργησε, γίνεται ακόμα πιο μεγάλη. Και όσο δεν αντιλαμβανόμαστε ότι το «τέρας» μεγαλώνει καθημερινά, τόσο θα κινδυνεύουμε να βρεθούμε κάποια στιγμή απέναντί του. Ένας εναντίον ενός. Και τότε μόνο οι πιο τυχεροί θα καταφέρουν να επιστρέψουν στο σπίτι, σώοι. Οι υπόλοιποι θα γίνουν τα απλώς νούμερα της επόμενης «μαύρης λίστας».