Ο Κασσελάκης ήταν το σύμπτωμα και όχι η αιτία. Όπως ο Τσίπρας ήταν επί χρόνια η οφθαλμαπάτη που έκρυβε το κενό.
Το κενό πολιτικής συνοχής, το κενό επάρκειας, την αδυναμία γείωσης με την κοινωνία και τον σύγχρονο κόσμο. Την απαξίωση της λαϊκής αγωνίας που δεν έφθανε να κατανοήσει το μεγαλείο της ιδεολογικής υπεροχής.
Την αδιαφορία, ή την ανικανότητα, για επεξεργασία των κοινωνικών αιτημάτων, που καλυπτόταν από τη βολική, αέναη εσωστρέφεια… Τον ελιτισμό που κρυβόταν πίσω από την αυτάρεσκη «αριστερή μελαγχολία».
Όταν ο Τσίπρας έφυγε και παραμέρισε «για να διαβεί το νέο», το κενό έσκασε με πάταγο. Ένας απίθανος τύπος, πολύ ωραίος, πολύ νέος, ολίγον πλούσιος και πολύ απολιτίκ («με λένε Στέφανο κι έχω κάτι να σας πω»…) ήρθε από το πουθενά και τα πήρε όλα εν μία νυκτί.
Ήταν blind date και ήταν γραφτό να φτάσει έως εδώ. Διότι ίσως η μεγαλύτερη πολιτική σοφία που έχει εκστομίσει ο Στέφανος Κασσελάκης είναι πως εάν ο ΣΥΡΙΖΑ λειτουργούσε σαν πραγματικό κόμμα, ο ίδιος δεν θα είχε εκλεγεί ποτέ πρόεδρος.
Για τον ίδιο λόγο, επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υπήρξε ποτέ πραγματικό κόμμα και σοβαρός πολιτικός οργανισμός, τώρα ο Στέφανος Κασσελάκης καθαιρείται ξανά εν μία νυκτί και του απαγορεύεται να είναι εκ νέου υποψήφιος για πρόεδρος.
Το γεγονός ότι πριν από έναν χρόνο τον είχαν εκλέξει εβδομήντα χιλιάδες άνθρωποι δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν, διότι και πάλι η «βάση» δεν κατανοεί τη σοφία των «οργάνων».
Τα οποία «όργανα» ίσως θα μπορούσαν να μάθουν κάτι από αυτό που είπε ο αστός Παύλος Γερουλάνος: ότι όποιος πιστεύει στη δημοκρατία, πιστεύει και στο αποτέλεσμα. Ακούγεται πολύ πιο αριστερό, και πιο δημοκρατικό, απ’ ό,τι μπορούν να παραγάγουν δέκα πεφωτισμένες Κεντρικές Επιτροπές.